Οι δικαστικές αποφάσεις κρίνονταν, κρίνονται και θα κρίνονται. Βεβαίως, αυτό πρέπει να γίνεται με ευπρέπεια, όπως πρέπει να γίνεται ο δημόσιος διάλογος σε αυτή τη χώρα.
Εντάξει! Να καταδικάσει ο ΣΥΡΙΖΑ τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη ο οποίος σχολίασε μία απόφαση της Δικαιοσύνης. Διαχρονικά, δουλειά της αντιπολίτευσης στην Ελλάδα είναι η καταγγελία της κυβέρνησης. Αλλά πριν ζητήσει από τον κ. Νίκο Δένδια να ανακαλέσει, μήπως να ζητήσει και από τη δική του Επιτροπή Δικαιωμάτων να ανακαλέσει την προχθεσινή της ανακοίνωση, διά της οποίας ανησυχεί για τις δύο αποφάσεις σχετικά με την «αθώωση 8 αστυνομικών για τη βαρύτατη σωματική βλάβη του Κύπριου φοιτητή (γνωστή ως «υπόθεση ζαρντινιέρα») και τη μείωση της ποινής των άλλων δύο, και από την άλλη τη μη απόδοση στους 2 συλληφθέντες αυτουργούς της δολοφονίας του νεαρού Πακιστανού μετανάστη, της επιβαρυντικής περίπτωσης του άρθρου 79 παρ. 3δ, για το ρατσιστικό κίνητρο που τους ώθησε στην αποτρόπαια πράξη τους» («Ανακοίνωση της Επιτροπής Δικαιωμάτων – Ανησυχητικά σημάδια στην απόδοση της Δικαιοσύνης», 20.1.2013). Δεν λέμε ότι είναι εξωφρενική η ανησυχία τής εν λόγω επιτροπής γι’ αυτές τις αποφάσεις, αλλά δεν μπορεί ακόμη και η ανησυχία να είναι α λα καρτ και όποια βολεύει κάθε φορά τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στο επιχείρημα «ναι, αλλά ο κ. Δένδιας είναι υπουργός», δεν υπάρχει μόνο το αντεπιχείρημα ότι μεθαύριο τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που συνέταξαν την παραπάνω ανακοίνωση, μπορεί να είναι υπουργοί. Υπάρχουν και οι ερωτήσεις στη Βουλή του κ. Τάσου Κουράκη, ο οποίος ζητάει παρέμβαση του υπουργού Παιδείας για μια δικαστική απόφαση που θεωρεί εξωφρενική: «Το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων Πολιτισμού και Αθλητισμού οφείλει να πάρει θέση για τις αποφάσεις του δικαστηρίου των Γιαννιτσών εις βάρος των εκπαιδευτικών» (26.7.2012).
Μας έχει συνηθίσει στα πολλά μέτρα και σταθμά ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά κάποια στιγμή σε αυτή τη χώρα πρέπει να σοβαρευτούμε. Οι δικαστικές αποφάσεις δεν είναι θέσφατα. Φυσικά μπορούν να κριθούν και από τον κ. Κουράκη, αλλά και από τον κ. Δένδια. Το επιχείρημα ότι η κρίση των κρίσεων των δικαστών αποτελεί παρέμβαση στο έργο τους έχει μια άρρητη προϋπόθεση, που δεν είναι κολακευτική για τους δικαστές. Υπονοεί ότι υπάρχει εξάρτηση από την εκτελεστική εξουσία, πράγμα το οποίο είναι ανεπίτρεπτο σε μια δημοκρατική χώρα.
Οι δικαστικές αποφάσεις κρίνονταν, κρίνονται και θα κρίνονται. Βεβαίως, αυτό πρέπει να γίνεται με ευπρέπεια, όπως πρέπει να γίνεται ο δημόσιος διάλογος σε αυτή τη χώρα. Δεν νομίζουμε λοιπόν ότι είναι απρεπή όσα είπε ο κ. Δένδιας, ότι δηλαδή «χρήσιμο είναι όμως να υπάρξει μια συνολική εικόνα για τον τρόπο που μια μειοψηφία λειτουργών της Θέμιδος επιλέγει να εθελοτυφλεί, απέναντι στην πρόκληση που συνιστά για το πολίτευμα και τη ζωή των πολιτών η ένοπλη τρομοκρατική δράση». Μπορεί η απόφανσή του να κριθεί αληθής ή αναληθής (κάποιος να κρίνει πως ουδείς λειτουργός της Θέμιδος εθελοτυφλεί) αλλά «επίθεση στη Δικαιοσύνη» δεν είναι. Εκτός, αν πέρα από τον κ. Δένδια επιτίθενται στη Δικαιοσύνη και όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που κατά καιρούς κρίνουν αποφάσεις της.
ΥΓ.: Στο χθεσινό άρθρο για την πολιτική βιβλίου στην Ελλάδα, από παραδρομή γράψαμε ότι το 2002 «εδώ αγοράζαμε 20 βιβλία κάθε χρόνο, έναντι 120 στη Φινλανδία». Στην πραγματικότητα, η κατά κεφαλήν δαπάνη για βιβλία στην Ελλάδα ήταν 20 ευρώ και στη Φινλανδία 120 ευρώ. Ευχαριστώ τον @eAnagnostis για τη διόρθωση.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 23.1.2013