Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ δεν καθόρισε την απουσία ενημέρωσης (λογικό σε μια συνδικαλιστική κινητοποίηση), αλλά την ουσία της.
Χθες το Διοικητικό Συμβούλιο της Ενωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών προκήρυξε 4ωρη στάση εργασίας των δημοσιογράφων. Προφανώς ήταν κάτι σαν επιδόρπιο της βασικής 24ωρης απεργίας που το ίδιο Δ.Σ. προκήρυξε την περασμένη Δευτέρα για τους ίδιους ακριβώς λόγους, ήτοι «την κατάργηση όλου του εκτρωματικού μνημονιακού αντεργατικού και αντικοινωνικού νομοθετικού πλαισίου, που οδηγεί στη καταρράκωση των εργασιακών σχέσεων» κ.λπ.
Δεν θα ασχοληθούμε με την παρατυπία του Δ.Σ. να προκηρύσσει απεργίες παρά τη ρητή πρόβλεψη του καταστατικού της ΕΣΗΕΑ, ότι η Γενική Συνέλευση των μελών «αποφασίζει για την κάθοδο του κλάδου σε συνδικαλιστικούς αγώνες και την κήρυξη απεργίας». Προφανώς κάποια άρθρα του καταστατικού είναι σαν τα άρθρα του Συντάγματος σε επαναστατικούς καιρούς. Αναστέλλονται. Η χθεσινή όμως ανακοίνωση του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ που προκήρυσσε την 4ωρη στάση εργασίας είχε και μια άλλη παραδοξότητα: «Από τη στάση εργασίας εξαιρούνται ΜΟΝΟ οι δημοσιογράφοι οι οποίοι θα καλύψουν και θα προβάλουν τις απεργιακές εκδηλώσεις των Συνδικάτων κατά τον χρόνο πραγματοποίησής τους» (τα κεφαλαία είναι της ανακοίνωσης).
Αυτή φυσικά δεν τηρήθηκε, αλλά το πρόβλημα είναι ότι η εξαίρεση μετατρέπει τη στάση εργασίας σε άσκηση αρχισυνταξίας. Το Δ.Σ. του συνδικαλιστικού σωματείου δεν καθόρισε την απουσία ενημέρωσης (λογικό σε μια συνδικαλιστική κινητοποίηση), αλλά την ουσία της. Κάποια από τα συμβάντα εκείνης της χρονικής περιόδου μεταδίδονται από τα ΜΜΕ και κάποια όχι.
«Ψιλά γράμματα» θα πουν κάποιοι, και δικαίως. Αλλά πάλι, όλη η χώρα από «ψιλά γράμματα» αποτελείται τα οποία κάποια στιγμή «χοντραίνουν». Π.χ., τι θα γίνει στην περίπτωση που Δ.Σ. άλλης ιδεολογικοπολιτικής σύνθεσης αποφασίσει να προκηρύξει απεργία διαρκείας, εξαιρώντας την κάλυψη κάποιων «άλλων» θεμάτων; Αν δηλαδή αποκτούσαμε ένα ακροδεξιό προεδρείο θα μπορούσε να προκηρύξει απεργία εξαιρώντας «ΜΟΝΟ τους δημοσιογράφους, οι οποίοι θα καλύψουν και θα προβάλουν τις εκδηλώσεις των εθνικοπατριωτικών σωματείων κατά το χρόνο πραγματοποίησής τους». Μην ξεχνάμε ότι τα εν λόγω σωματεία εξ ορισμού δουλεύουν για το «καλό της πατρίδας» και συνεπώς των εργαζομένων σ’ αυτήν.
Το βασικό πρόβλημα που αναδεικνύει και αυτή η εξαίρεση του δημοσιογραφικού σωματείου είναι η εμπεδωμένη αίσθηση ότι το αγαθό της ενημέρωσης έρχεται δεύτερο στις προτεραιότητες του δημοσιογραφικού κόσμου. Οι δημοσιογράφοι οφείλουν να είναι πρώτα αγωνιστές και μετά δημοσιογράφοι. Αυτό αποδείχθηκε την περίοδο του Πολέμου στο Ιράκ, τότε που όλες οι ενώσεις του κόσμου ζητούσαν από τους δημοσιογράφους να είναι ψύχραιμοι και αντικειμενικοί, ενώ οι καθ’ ημάς ενώσεις ζητούσαν από τα μέλη τους να ταχθούν κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι το έκαναν, με αποτέλεσμα η ελληνική κοινωνία να ζει 22 μέρες σε συνθήκες εικονικής πραγματικότητας. Εκεί που «μάθαιναν» πως θα γίνει η Βαγδάτη Στάλινγκραντ, είδαν στην τηλεόραση το άγαλμα του Σαντάμ να πέφτει.
Το πρόβλημα είναι ότι κάθε φορά που μπλέκει η ενημέρωση με τους αγώνες στο τέλος την πληρώνει η ενημέρωση. Οι πίνακες κυκλοφορίας των εφημερίδων και ακροαματικότητας – θεαματικότητας κάτι λένε περί αυτού.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 27.9.2012