Το πρόβλημα πολλών της Αριστεράς σήμερα δεν μπορεί να εξηγηθεί με πολιτικούς όρους. Οι παραλληλίες με την ακροδεξιά που πολλάκις εμφανίζονται εξηγούνται μόνο ψυχαναλυτικά.
Ενας από τους πιο διαδεδομένους μύθους της μεταπολίτευσης ήταν εκείνος των προβοκατόρων στις διαδηλώσεις. Σύμφωνα με αυτόν, για περίπου σαράντα χρόνια αστυνομικοί δέρνουν, τραυματίζουν, καίνε αστυνομικούς, μόνο και μόνο για να βγάζουν το κακό όνομα στην Αριστερά ή στο «Κίνημα». Φυσικά αυτός δεν είναι ο μόνος παραλογισμός που με το «λέγε λέγε» της ιδεολογικά κυρίαρχης Αριστεράς επικράτησε στον τόπο. Η «θεωρία των προβοκατόρων», όμως, μετεξελίχθηκε και το κυριότερο άρχισε να χρησιμοποιείται από την ακροδεξιά. Ετσι η πρώτη γραμμή υπεράσπισης της Χρυσής Αυγής μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν η άρνηση κάθε σχέσης με τον κατηγορούμενο, παρά το γεγονός ότι εκείνος ομολόγησε την ένταξή του στο ναζιστικό μόρφωμα. Η οργάνωση άφηνε να διαρρεύσει ότι ο κατηγορούμενος είναι παλιός κομμουνιστής και πιθανότατα προβοκάτορας που είχε στόχο τη διάλυση της Χ.Α.
Το περίεργο (σε πρώτη ανάγνωση) είναι ότι χείρα βοηθείας στη Χρυσή Αυγή δόθηκε από την άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος. Η «θεωρία των προβοκατόρων» αναστήθηκε από διάφορα αριστερά έντυπα και αρθρογράφους, που έγραψαν π.χ. ότι «πυκνώνουν αμφιβολίες για το κατά πόσο ο δολοφόνος έδρασε όντως πρωτοβουλιακά ή αν σκότωσε εκτελώντας εντολές κάποιων άγνωστων σ’ εμάς κέντρων, διαφορετικών πάντως από την ηγεσία της Χρυσής Αυγής» (Γ. Δελαστίκ, εφ. «Πριν» 22.9.21013). Ο αριστερός επίσης αρθρογράφος κ. Τάκης Φωτόπουλος ήταν πιο κατηγορηματικός: «Τα όργανα της Υπερεθνικής και της Σιωνιστικής Ελίτ (πολιτικά, οικονομικά, ΜΜΕ, ΜΚΟ κ.λπ.) ομόφωνα απαιτούν την απαγόρευση της Χρυσής Αυγής» (Ελευθεροτυπία 22.9.2013).
Φυσικά δεν υπάρχει καμιά συνωμοσία για το αριστερό ξέσπασμα υπέρ της Χρυσής Αυγής. Περισσότερο έχει να κάνει με τις εμμονές αυτού του χώρου κατά της αστικής δημοκρατίας και με οδηγό το δόγμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου» καταλήγουν σε παράλογα συμπεράσματα. Μην ξεχνάμε ότι το κομμουνιστικό κίνημα έχει μακρά ιστορία σε αυτά. Ο Ιωσήφ Στάλιν εχθρευόμενος την αστική δημοκρατία έκανε σύμμαχό του το ναζιστικό καθεστώς. Το 1939 ο υπουργός Εξωτερικών της ναζιστικής Γερμανίας Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ και ο υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής Ενωσης, Βιατσεσλάβ Μιχαήλοβιτς Μολότοφ υπέγραψαν τη γερμανοσοβιετική συνθήκη. Οταν το 1941 οι ναζί επιτέθηκαν στην ΕΣΣΔ, ο Στάλιν έκανε φίλο τον εχθρό του, δηλαδή τις αστικές δημοκρατίες οι οποίες πολεμούσαν τον πρώην φίλο του, δηλαδή το ναζιστικό καθεστώς.
Το πρόβλημα πολλών της Αριστεράς σήμερα δεν μπορεί να εξηγηθεί με πολιτικούς όρους. Οι παραλληλίες με την ακροδεξιά που πολλάκις εμφανίζονται εξηγούνται μόνο ψυχαναλυτικά. Ενα μεγάλο μέρος της αριστερής διανόησης βίωσε το σοκ της ήττας και δι’ αυτού προσδιορίζει την πολιτική της στάση. Μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων το μόνο που είχε να πιαστεί ήταν το γινάτι για τον καπιταλισμό, τη Δύση, την (αστική) Δημοκρατία, οτιδήποτε, τέλος πάντων, συνετέλεσε στην κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων. Γι’ αυτό έχουμε και τόσες πολλές εθνικιστικές παρεκτροπές από την Αριστερά· γι’ αυτό συμβίωσαν οι δύο πλατείες στο Σύνταγμα· γι’ αυτό και πολλοί σαν τον κ. Τάκη Φωτόπουλο κατέληξαν ότι «η κοινοβουλευτική χούντα είναι το ίδιο, αν όχι περισσότερο, “φασιστική” με τη Χ.Α.»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 18.10.2013