Ένα άρθρο του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, που μετεγγράφει την άποψη του Αρχιεπισκόπου σε νομικισμούς και βαρύγδουπες εκφράσεις…
Εννιακόσιες πενήντα λέξεις για την κάθαρση που (δεν) γίνεται στην Εκκλησία έγραψε ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος. Αφού μας επισημαίνει το αυτονόητο ότι «είναι ζήτημα ιδεολογίας και νοοτροπίας οι σχέσεις κράτους και Εκκλησίας» (λες και θα μπορούσε να ήταν ζήτημα μουστάρδας) προχωρά σε νομικούς και λεκτικούς ακροβατισμούς ως ύστατο ανάχωμα στην πίεση που δέχεται ο Αρχιεπίσκοπος για να προχωρήσει στην κάθαρση.
Βασικά, όλο το άρθρο είναι η μετεγγραφή της άποψης του Αρχιεπισκόπου σε νομικισμούς και βαρύγδουπες εκφράσεις όπως «η κάθαρση στην Εκκλησία δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει πολιτειοκρατικά» (sic) ή «πρέπει να γίνει αντιληπτό από την Εκκλησία ότι τα βαθύτερα αίτια των προβλημάτων που αντιμετωπίζει δεν είναι πολιτειολογικά, αλλά εκκλησιολογικά» («Τα Νέα» 8.3.2005, «Και τα του Θεού τω Θεώ»). Αλλά πίσω από τις ηχηρές λέξεις υπάρχει αρκετό ζουμί. Γράφει, για παράδειγμα, ο κ. Βενιζέλος: «Εφόσον θέλουμε χωρισμό, δηλαδή σαφή οριοθέτηση των σχέσεων των δύο οντοτήτων, δεν μπορούμε να αναζητούμε λύσεις στα προβλήματα της Εκκλησίας μέσα από πρωτοβουλίες της Πολιτείας. Τα μέλη της θα αξιολογήσουν το αποτέλεσμα, όπως θα το αξιολογήσει και η κοινωνία συνολικά».
Δίκιο θα είχε ο αρχιτέκτων της συνταγματικής αναθεώρησης του 2000, αν δεν υπήρχε ένα χρονικό πρωθύστερο. Μέχρι να γίνει ο χωρισμός Εκκλησίας-κράτους (τον οποίο σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται να θέλει ο κ. Βενιζέλος) οι μητροπόλεις, εκκλησιαστικά ιδρύματα (όλα είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου που διαχειρίζονται δισεκατομμύρια και των φορολογουμένων) πρέπει να μένουν ανέλεγκτα από το κράτος; Πάλι καλά που επιτρέπει «στα κρατικά όργανα και στους πολιτικούς θεσμούς να διατυπώνουν ευχές (!) ή προτιμήσεις που εκφράζουν την κοινή γνώμη…». Ισχυρίζεται δε ότι η πολιτική παρέμβαση «θα νομιμοποιούσε, αντίστροφα, την Εκκλησία να αναπτύσσει πολιτικές πρωτοβουλίες, πράγμα που δεν είναι ούτε θεμιτό ούτε επιθυμητό». Είναι προφανές ότι ο κ. Βενιζέλος δεν γνωρίζει τις πολλές πολιτικές παρεμβάσεις του προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας.
Πιο επικίνδυνη όμως είναι μια άλλη διάκριση που εισάγει ο κ. Βενιζέλος σχετικά με την ισονομία σ’ αυτή τη χώρα: «Στο πεδίο της θρησκευτικής ισότητας πρέπει να γίνει μία βασική διάκριση ανάμεσα στη μεταχείριση των ατόμων και τη μεταχείριση των θρησκευτικών οντοτήτων. Η θρησκευτική ισότητα σε ατομικό επίπεδο είναι επίσης απόλυτα επιβεβλημένη χωρίς περιθώρια πολιτικών επιλογών. Στο επίπεδο όμως της συλλογικής θρησκευτικής ισότητας πρέπει να γίνει μία βασική πολιτική και κοινωνική επιλογή για το αν η θρησκευτική ισότητα μεταξύ Εκκλησιών ή θρησκευτικών ομάδων και κοινοτήτων θα επιβληθεί στο υψηλότερο δυνατό, στο χαμηλότερο δυνατό ή σε ένα ενδιάμεσο επίπεδο».
Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει ότι όλοι είναι ίσοι απέναντι στο νόμο (ανεξαρτήτως θρησκευτικών πεποιθήσεων), αλλά οι πολλοί ενός δόγματος μπορεί να είναι πιο ίσοι απέναντι στο νόμο από άλλους πολλούς ενός άλλου δόγματος. Στην ουσία είναι εύσχημη πρόταση να διατηρηθεί η σχιζοφρένεια μεταξύ του άρθρου 3 και του άρθρου 13 του Ελληνικού Συντάγματος. Ο χωρισμός Εκκλησίας και κράτους που επαγγέλλεται ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος καταλήγει σε μια κούφια ρητορική του στιλ «όλοι οι άνθρωποι πρέπει να είναι ίσοι έναντι του νόμου».
Τελικά Τριώδιο έχουμε, και αυτό το άρθρο μάλλον είναι στο κλίμα των ημερών. Φέρει την υπογραφή του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, αλλά κατ’ ουσίαν δεν είναι παρά Χριστόδουλος στην καθαρεύουσα. Για να μην το καταλαβαίνουν και οι ΠΑΣΟΚοι…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 10.3.2005