Ένα μικρό διήγημα πολιτικής φαντασίας για το μέλλον της Βρετανίας και την Ομοσπονδιακή Ευρώπη.
Ο Ρόμπερτ Κιλροϊ Σιλκ κάθισε προσεκτικά στο πρωθυπουργικό γραφείο και κοίταξε το χώρο γύρω του. Ένιωθε άβολα αλλά κοιτώντας απέναντι το πορτρέτο της Μάργκαρετ Θάτσερ πήρε κουράγιο. Ένιωθε σα να ολοκληρώνει το έργο της, τουλάχιστον σε ένα τομέα: ήταν ο πρωθυπουργός που πήρε την εντολή να μην αφήσει ποτέ τη Βρετανία να γίνει κομμάτι του υπερκράτους που ετοίμαζαν οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών.
Κοίταξε με έκδηλη ικανοποίηση τους τίτλους των εφημερίδων. Η «Σαν» πανηγύριζε: Η πρώτη σελίδα ήταν ένας χάρτης και στη θέση της Βρετανίας υπήρχε ένα τεράστιο «V» που σημάδευε την καρδιά της ηπειρωτικής Ευρώπης, τον «γαλλογερμανικό άξονα» όπως χαρακτήριζε την Γηραιά Ήπειρο η εφημερίδα του Μέρντοχ. Η αριστερή «Observer» ήταν κάπως αμήχανη: «Ένας σταρ της TV στην Ντάουνινγκ Στριτ», έγραφε.
Ο διάδοχος του «ολίγον ευρωπαϊστή» Τόνι Μπλερ είχε κερδίσει με οριακή διαφορά τις εκλογές του 2005. Πολλοί παραδοσιακοί ψηφοφόροι του Εργατικού Κόμματος αποφάσισαν να στηρίξουν ένα δεδηλωμένο εχθρό της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Το ίδιο και κάποιοι ψηφοφόροι των Τόρις. Έτσι ο Ρόμπερτ Κιλροϊ Σιλκ από ευρωβουλευτής του 2004 έγινε πρωθυπουργός το 2005 σε μια Βρετανία που ήταν διχασμένη μεταξύ του «ναι» και του «όχι» για την «Συνθήκη για το Μέλλον της Ευρώπης». Το δημοψήφισμα πλησίαζε και κανείς δεν μπορούσε ακόμη να προδικάσει το αποτέλεσμα.
Όλοι ήξεραν πως το «ευρωσύνταγμα» ήταν το πρώτο μεγάλο βήμα για την ενοποίηση της Ευρώπης. Κάποιοι την ήλπιζαν, πολλοί την φοβόταν. Οι δεύτεροι μπορούσαν να βρουν πολλά επιχειρήματα για να πείσουν το μέσο ψηφοφόρο. Η «Συνθήκη για το μέλλον της Ευρώπης» ήταν ένα προϊόν συμβιβασμού με αποτέλεσμα να είναι περίπλοκη. «Που έχει ματαγίνει τέτοια πολιτική οντότητα σαν κι αυτή που μας προτείνει το σχέδιο», ρωτούσαν. Είχαν δίκιο. Η ένωση της Ευρώπης ήταν ένα μοναδικό εγχείρημα. Ίσχυαν διπλές και μάλιστα αυξημένες πλειοψηφίες και «βέτο», ειδικά στα κρίσιμα θέματα της ομοσπονδίας: εξωτερική και αμυντική πολιτική, κοινωνική ασφάλιση, φόροι και τον πολιτισμός. «Είναι» άδικο αποφάνθηκαν (με το δίκιο τους) κάποιοι άλλοι: δεν μπορεί η Κύπρος των 500.000 κατοίκων να συγκυβερνά με την πλειοψηφία των 450 εκατομμυρίων. «Δεν είναι λειτουργικό», έγραφαν και ξανάγραφαν κάποιοι διεθνολόγοι του Πανεπιστημίου York. «Για να ληφθεί μια απόφαση μετά το 2009 θα πρέπει να συμφωνούν τουλάχιστον το 55% των χωρών μελών και το 65% του πληθυσμού της Ε.Ε. και πάνω από 15 χώρες. Μάλιστα όταν η πρόταση δεν προέρχεται από τον ευρωπαίο Υπουργό Εξωτερικών ή από την Επιτροπή χρειάζεται το 72% των χωρών και το 65% του πληθυσμού. Μύλος που δεν πρόκειται να λειτουργήσει στο μέλλον…»
Κάποιοι άλλοι ισχυριζόταν ότι δεν μπορεί η κραταιά Μεγάλη Βρετανία να έχει τον ίδιο αριθμό Επιτρόπων με την πρώην μικρή αποικία τους, τη Μάλτα. Άλλοι αντιφεντεραλιστές στάθηκαν στην πολυπλοκότητα των νέων διατάξεων. «Ποιος μπορεί να μελετήσει 10 εκατομμύρια σελίδες κοινοτικής νομοθεσίας για να απαντήσει αν τον συμφέρει η Ομοσπονδιακή Ευρώπη ή όχι;», ρωτούσαν. Είχαν δίκιο διότι σύμφωνα με το Ευρωσύνταγμα ολόκληρη η κοινοτική νομοθεσία ενσωματωνόταν στο κείμενο «Συνθήκης για το Μέλλον της Ευρώπης». Η συνθήκη αυτή καθ’ αυτή είχε μόνο 89 σελίδες, αλλά εκείνοι επέμεναν πως ο «διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες». Επέμεναν λοιπόν πως και οι 10.000.089 σελίδες πρέπει να γίνουν κτήμα του βρετανικού λαού και εφόσον ο χρόνος δεν επαρκούσε η προοπτική της Ομοσπονδιακής Ευρώπης έπρεπε να απορριφθεί.
Άλλοι δικαιολογημένα έβλεπαν ότι οι Βρετανοί ως χρηματοδότες του κοινοτικού προϋπολογισμού «τάιζαν επί χρόνια», όπως έλεγαν, «τους αχαΐρευτους του Ευρωπαϊκού Νότου». Αν προχωρούσε η Ομοσπονδία «πάλι εμείς θα πληρώσουμε για τις υποδομές της φτωχής Ευρώπης», ισχυριζόταν.
Όλα αυτά είχε κατά νου ο νέος πρωθυπουργός Ρόμπερτ Κιλροϊ Σιλκ ενώ ετοιμαζόταν να απευθυνθεί στον Βρετανικό λαό εν όψει του δημοψηφίσματος. Πήρε βαθιά ανάσα, κοίταξε σταθερά την κάμερα και ξεκίνησε:
«Συμπατριώτισσες, Συμπατριώτες,
Αυτές της εξαιρετικής ιστορικής σημασίας συνθήκες, νιώθω υποχρέωσή μου να απευθυνθώ σ’ εσάς: στον Κυρίαρχο Βρετανικό Λαό. Κάθε λαός διαμορφώνει και γράφει τη δική του ιστορία. Τώρα καλείται ο Βρετανικός Λαός, καλούμαστε ο καθένας χωριστά και συλλογικά, να γράψουμε την ιστορία του μέλλοντος του Ηνωμένου Βασιλείου…»
Είπε πολλά στο ημίωρο διάγγελμά του, μα οι καρδιές όλων ράγισαν λίγο πριν το τέλος. «Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο», είπε σθεναρά ενώ ένα δάκρυ έλαμψε στην άκρη του ματιού του. «Δεν θα παραδώσω Κοινότητα χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς…»
Υ.Γ.: Περιττό να τονίσουμε ότι, όπως συμβαίνει σε όλες τις φανταστικές ιστορίες κάθε ομοιότητα με πραγματικές καταστάσεις και πραγματικά πρόσωπα είναι εντελώς συμπτωματική. Στο ίδιο πλαίσιο του φανταστικού πρέπει να τεθούν και οι αναλογίες…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 22.6.2004