Εμφανίζεται το εξής παράδοξο: όσο περισσότερο προωθούν την τσόντα διάφορες εφημερίδες και κανάλια, τόσο περισσότερο ανησυχούν για την έκπτωση των αξιών από την τσόντα των άλλων.
Όσοι δεν προλάβατε να δείτε το «βλάσφημο έργο» του Τιερί ντε Κορντιέ «Πότισέ με», μην ανησυχείτε και μη διαρρήξετε τις αποθήκες του «Outlook» όπου εξόρισε τον πίνακα ο κ. Βενιζέλος. Μπορείτε να το δείτε στα περίπτερα όλης της επικράτειας. Είναι δημοσιευμένο πρωτοσέλιδα στην εφημερίδα «Α1» του κ. Γιώργου Καρατζαφέρη και θα εκτίθεται δημόσια για μια ολόκληρη εβδομάδα. Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει, λοιπόν, είναι απλό: αφού το συγκεκριμένο έργο ενοχλούσε εντός κλειστού χώρου, γιατί δεν ενοχλεί τώρα που είναι κρεμασμένο στα περίπτερα; Το δεύτερο ερώτημα αφορά τον κ. Έβερτ. Θα τρέξει να κατεβάσει τις εφημερίδες -αν δεν το κάνει κάποιος άλλος; Το τρίτο ερώτημα αφορά τον εξ ορισμού προοδευτικό (τρομάρα μας!) υπουργό Πολιτισμού κ. Ευάγγελο Βενιζέλο. Πως σκέφτεται να αντιμετωπίσει αυτή την «πρόκληση»; (Υ.Γ.: Ας σταματήσουμε όμως τα ερωτήματα για τον κ. Βενιζέλο εδώ, γιατί είναι ικανός να προτείνει κανένα νόμο αποκαθήλωσης τω εφημερίδων από τα περίπτερα και αντικατάστασης τους με σημειώματα του υπουργείου του!)
Περιβόλι ήταν το Σάββατο ο Τύπος. Ειδικά οι αποκαλούμενες λαϊκές φυλλάδες. Έτσι η «Εspresso» αφού εξέθεσε φόρα-παρτίδα στην πρώτη σελίδα τα γυμνά οπίσθια κάποιας Δεβόρας, στις εσωτερικές σελίδες ανησυχούσε για την έκπτωση των αξιών. Μας πληροφόρησε ότι «νέα προκλητικά έργα παρουσιάζονται στη διεθνή έκθεση “Outlook”». Φυσικά έχει και τις φωτογραφίες αυτών των «προκλητικών έργων» μην τυχόν και χάσει κανείς την …πρόκληση. Εμφανίζεται, λοιπόν, το εξής παράδοξο: όσο περισσότερο προωθούν την τσόντα διάφορες εφημερίδες και κανάλια, τόσο περισσότερο ανησυχούν για την έκπτωση των αξιών από την τσόντα των άλλων. Μια πρώτη εξήγηση μπορεί να είναι ότι όπως όλοι στην Ελλάδα, έτσι και οι κήνσορες της τσόντας φοβούνται τον επάρατο ανταγωνισμό.
Δεν γνωρίζω αν το έργο του Τιερί ντε Κορντιέ έχει κάποια καλλιτεχνική αξία. Για την ακρίβεια -όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων- δεν θα ήξερα ότι υπήρχε ένα τέτοιο έργο, αν δεν γινόταν ο ιερός αυτός σάλος. Ας δούμε λοιπόν λίγο πρακτικά το ζήτημα. Ας υποθέσουμε ότι όλοι αυτοί που ξέσχισαν τα αμόλυντα ιμάτιά τους για το «βλάσφημο έργο» ήθελαν πραγματικά να μας προστατεύσουν και όχι να ψηφοθηρήσουν. Τι ακριβώς κατάφερε η ιερή τους αγανάκτηση; Το βλάσφημο έργο, από το οποίο ήθελαν να μας προστατεύσουν, το είδαν πλέον όλοι οι Έλληνες, είτε πήγαν στην έκθεση είτε όχι. Aρα, αν δεν θέλουν να χαρακτηρισθούν «υποκριτές» πρέπει να διαλέξουν τον όρο του «ανίκανου». Διότι σε σχέση με τον στόχο που οι ίδιοι έθεσαν -δηλαδή την «προστασίας» μας- όχι απλώς τα θαλάσσωσαν, αλλά τα έκαναν χειρότερα: Εκτεθήκαμε όλοι στο «βλάσφημο έργο», είτε θέλαμε, είτε όχι, είτε πληρώσαμε εισιτήριο στο «Outlook», είτε όχι.
Δεν είναι φασισμός αυτό που έζησε η χώρα την περασμένη εβδομάδα. Είναι απλός και γνήσιος φαρισαϊσμός. Ότι προσπάθησε να επιτύχει ο Τιερί ντε Κορντιέ με το έργο του (να προκαλέσει για να αποκτήσει το περίφημο δεκαπεντάλεπτο δημοσιότητας), στο ίδιο στόχευσαν και οι αγανακτισμένοι από το έργο του. Να αποκτήσουν ένα ελάχιστο κομμάτι από την προσοχή των ΜΜΕ. Το ένα άκρο ένιψε τ’ άλλο και τα δυο μας μουτζούρωσαν το πρόσωπο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 15.12.2003