Η Ελλάδα δεν δείχνει να καίγεται για μετάλλια στα γράμματα και τις επιστήμες. Η ίδια κοινωνία που «ελληνοποιεί» στη συνείδησή της την κ. Μανιάνι, το αρνείται στον κ. Τσενάι. Το έλλειμμα πνευματικότητας παράγει περισσότερο έλλειμμα πνευματικότητας.
«Αν η θεωρία της σχετικότητας αποδειχθεί σωστή οι Γερμανοί θα πουν ότι είμαι Γερμανός και οι Γάλλοι θα διακηρύξουν ότι είμαι πολίτης του κόσμου. Αν η θεωρία μου αποδειχθεί λάθος οι Γάλλοι θα πουν ότι είμαι Γερμανός, και οι Γερμανοί θα διακηρύξουν ότι είμαι Εβραίος.» Άλμπερτ Αϊνστάιν
Στα γεωργιανά αποκρίθηκε μόλις ερωτήθηκε από δημοσιογράφο της ΕΡΤ για τη νίκη του ο νέος μας Ολυμπιονίκης κ. Ηλίας Ηλιάδης. Ο πρωταθλητής του «τζούντο» (ο «τζουντόκα», όπως καταγράφεται πλέον στην ελληνική γλώσσα) ξάφνιασε πολλούς. Κάποιους μάλιστα τους σόκαρε. Μερικοί θυμήθηκαν την μαζική εισαγωγή των φερέλπιδων αθλητών που έκανε ως συνειδητή πολιτική αυτή η χώρα, προκειμένου να αποκτά μετάλλια στις διεθνείς διοργανώσεις. Οι αθρόες ελληνοποιήσεις ήταν μόνο μια πτυχή του κρατικού πρωταθλητισμού που με τόση συνέπεια ακολούθησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Οι άλλες πτυχές βρίσκονται επίσης στην επικαιρότητα και είναι πολύ πιο δυσάρεστες. Η επιχείρηση «ανατολικογερμανοποίησης» της χώρας («διότι αυτό ζητούσε ο λαός», είπε στο ραδιοφωνικό σταθμό 9,84 ένας από τους βασικούς αρχιτέκτονες αυτής της πολιτικής, ο κ. Γεώργιος Λιάνης) έδειξε τα όρια της και τα σάπια θεμέλια της. Το φαινόμενο Κεντέρη-Θάνου, όπως και το φαινόμενο πρωταθλητών που δεν μιλούν ελληνικά είναι αποτέλεσμα αυτής της ίδιας πολιτικής.
Βεβαίως, τα δύο φαινόμενα έχουν μεν κοινή προέλευση, αλλά έχουν εντελώς διαφορετικές διαστάσεις. Σε ηθικό επίπεδο δεν τίθεται καν θέμα σύγκρισης. Σε πρώτη περίπτωση έχουμε παραβατικότητα. Στην δεύτερη -όσο κι αν αυτό μας ξαφνιάζει- έχουμε την εφαρμογή της νεωτερικότητας στην έννοια του «έθνους». Σε ένα σημαντικό κείμενο ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης κ. Ανδρέας Πανταζόπουλος επισημαίνει: «Αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται, από αριστερούς και δεξιούς, η (δημοκρατική) πατρίδα, το (νεωτερικό) έθνος δεν είναι μία αμετάλλακτη ανά τους αιώνες ουσία, μία διαιωνιζόμενη νοοτροπία, ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας, μία ανεπανάληπτη εντοπιότητα, μία αυθεντική ντοπιολαλιά, μία προσίδια θρησκευτικότητα. Το δημοκρατικό έθνος είναι η πολιτική κοινότητα των μελών του που θέλουν να ζήσουν μαζί, αναγνωρίζοντας το δημοκρατικά παραγόμενο νόμο ως έδρα της συνύπαρξής τους.» («Έθνος και Αριστερά» Ελευθεροτυπία 12.5.2004) Τι σημαίνει αυτό; Απλά: Έλληνας είναι όποιος θέλει να είναι Έλληνας, αποφασίσει να ακολουθήσει τους δημοκρατικούς κανόνες της κοινότητας. Στον παραπάνω ορισμό θα προσθέταμε και το τυπικό: πρέπει και η ίδια η κοινότητα να αποδεχθεί τον αιτούντα ως μέλος της.
Καλώς λοιπόν η ελληνική κοινότητα δέχθηκε δια της Πολιτείας τον κ. Ηλία Ηλιάδη ως Έλληνα επειδή «δέρνει δυνατά» όπως είπε σε παράθυρο παλαιός δημοσιογράφος. Δεν πρέπει να μας σοκάρει το γεγονός ότι η πρώτη του αντίδραση μετά την μεγάλη του νίκη ήταν να μιλήσει γεωργιανά. Αυτό που πρέπει να μας σοκάρει -και πρέπει να το κρατάμε στη μνήμη μας- ήταν η αντίδραση αυτής της ιδίας της κοινωνίας σε ανθρώπους που θέλουν να είναι Έλληνες και δεν διαπρέπουν στα αθλήματα. Χειρότερα: σε ανθρώπους που διαπρέπουν στα ελληνικά γράμματα. Οι χθεσινοί πανηγυρισμοί για το χρυσό στο τζούντο πρέπει να μεταφραστούν προϊόντος του χρόνου ως συγνώμη σ’ εκείνο το παιδί, τον Οδυσσέα Τσενάι, που πρώτευσε στα γράμματα, αλλά η κοινότητα του αρνήθηκε την ελληνική τιμή. Όλοι οι αθλητές με τα ελληνικά ή ξενικά ονόματα, με την ελληνική ή ξενική προφορά είναι Έλληνες διότι θέλουν να είναι Έλληνες. Απλώς δεν πρέπει να αφαιρούμε αυτό το δικαίωμα και σε άλλους που προκόβουν σε άλλους τομείς.
Πρέπει όμως να μας προβληματίσει και κάτι ακόμη. Η ετεροβαρής προσέγγιση αυτής της κοινωνίας προς τον αθλητισμό. Είχε δίκιο ο κ. Λιάνης όταν είπε ότι η ελληνική κοινωνία θέλει πάση θυσία μετάλλια. Φαίνεται από το γεγονός ότι προσβάλλεται όταν σηκώνει τη σημαία ο Οδυσσέας Τσενάι, αλλά πανηγυρίζει όταν κάνει το ίδιο η κ. Ηλίας Ηλιάδης. Το δυστύχημα είναι ότι θέλει μετάλλια μόνο στον αθλητισμό. Αυτή η ίδια η κοινωνία δεν συμπεριφέρεται κατά τον ίδιο τρόπο στους ομογενείς αθλητές και στους ομογενείς των γραμμάτων και των επιστημών. Πόσοι και πόσοι επέστρεψαν στη χώρα μας κι αναγκάστηκαν να ξαναξενιτευτούν επειδή η Ελλάδα δεν τους συμπεριφέρθηκε ούτε κατ’ ελάχιστον απ’ ότι συμπεριφέρεται στους ομογενείς αθλητές της; Ναι! Σίγουρα, φταίει η Πολιτεία σ’ αυτό, αλλά η Πολιτεία δεν λειτουργεί ερήμην της κοινωνίας. Δεν ένοιωσαν ποτέ οι πολιτικοί σε άλλους τομείς την πίεση που διέκρινε (κι ανταποκρίθηκε) ο κ. Λιάνης. Η Ελλάδα δεν δείχνει να καίγεται για μετάλλια στα γράμματα και τις επιστήμες. Η ίδια κοινωνία που «ελληνοποιεί» στη συνείδησή της την κ. Μανιάνι, το αρνείται στον κ. Τσενάι. Το έλλειμμα πνευματικότητας παράγει περισσότερο έλλειμμα πνευματικότητας.
Καλά και χρυσά (αργυρά ή χάλκινα) είναι όλα τα μετάλλια των Ελλήνων ή ελληνοποιηθέντων αθλητών. Μόνο που δεν είναι τα μόνα που χρειαζόμαστε. Αυτή η χώρα είναι παραμορφωμένη. Είναι υπερτροφική σε κάποια ζητήματα (π.χ. αθλητισμός) κι ατροφική σε άλλα (π.χ. παιδεία και επιστήμες). Αυτό ήταν αποτέλεσμα της στρεβλής ιεράρχησης που η ελληνική κοινωνία έχει χτίσει και μεταφράστηκε στην παραγωγή κάποιων πολιτικών και στην απουσία κάποιων άλλων. Από δω και πέρα πρέπει να ξαναδούμε τα πράγματα. Η Ελλάδα πρέπει να γίνει χώρα υποδοχής ανθρώπων που θα φέρνουν μετάλλια. Όχι μόνο στον αθλητισμό, αλλά παντού…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 18.8.2004