Κανονικά, οι αποκαλύψεις από την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης «εξπρές σέρβις-δολοφονίες» δεν έπρεπε να μας εκπλήξουν.
Πριν από δύο χρόνια, ο κ. Αλέξης Παπαχελάς περιέγραφε από τούτη εδώ την εφημερίδα το φαινόμενο του «επιχειρηματιών κουρσάρων» οι οποίοι κυριαρχούν στην οικονομική ζωή του τόπου. Αυτοί είναι «βιαστικοί, αυτοδημιούργητοι, έκαναν τον νεοπλουτισμό μόδα και έστησαν ένα μεγάλο πάρτι. Η πιο κλασική του έκφανση ήταν οι πομπές ασφαλείας που έκαναν την Αθήνα να μοιάζει με το κέντρο της Μπογκοτά: μοτοσικλέτα μπροστά με “αστυνομικό” που έκλεινε τον δρόμο, μαύρο αυτοκίνητο με μπλε φανάρι στο παρμπρίζ και συνοδευτικό. Δεν έμενε καμιά αμφιβολία ποιος είχε την εξουσία» («Καθημερινή» 15.7.2007). Οι τελευταίες αποκαλύψεις για τα μέλη της συμμορίας «εξπρές σέρβις-δολοφονίες» δείχνει υπόγειες διαδρομές και του επιχειρηματικού κατεστημένου με κυκλώματα μαφίας τα οποία λειτουργούσαν ανενόχλητα: έκαναν απαγωγές, ξεκαθάριζαν λογαριασμούς μέρα μεσημέρι στην Αθήνα, εκτελούσαν συμβόλαια θανάτου κ. λπ. Με άλλα λόγια, μπορεί να μη γίναμε Καμπούλ -όπως είχε προβλέψει ο κ. Χρυσοχοΐδης- αλλά μάλλον δεν γλιτώνουμε από το να καταλήξουμε Μπογκοτά, όπως είχε περιγράψει ο κ. Παπαχελάς.
Κανονικά, οι αποκαλύψεις από την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης «εξπρές σέρβις-δολοφονίες» δεν έπρεπε να μας εκπλήξουν. Οταν κάποιοι νιώθουν τόσο ασφαλείς, ώστε να κυκλοφορούν στην Αθήνα όπως οι ομόλογοί τους κυκλοφορούν στην Μπογκοτά, όταν δεν φοβούνται ότι κάποιος αστυφύλακας μπορεί να τους ζητήσει τα στοιχεία, όταν ξέρουν ότι με ένα τηλεφώνημα στον «φίλο υπουργό» θα καθαρίσουν για τη μικρή ή λίγο μεγαλύτερη ανομία, επόμενο είναι όλο το σύστημα να καταλήξει να λειτουργεί σαν Μπογκοτά. Η μικρή παρανομία φέρνει την κάπως μεγαλύτερη, η κάπως μεγαλύτερη την ακόμη πιο μεγάλη μέχρι να ακούσουμε ένα πρωί διάλογους του στυλ «θα τον στείλω στη μάνα του με μια τρύπα στο κεφάλι».
Μήπως νομίζουμε ότι η Μπογκοτά έγινε παράδειγμα προς αποφυγήν σε μια νύχτα; Ή πιστεύουμε ότι εκεί οι πιστολάδες βγήκαν ένα πρωί και άρχισαν ξαφνικά τα ξεκαθαρίσματα; Η κατρακύλα μιας κοινωνίας μπορεί να γίνεται ταχύτερα από την αναδιάρθρωσή της, αλλά χρειάζεται κι αυτή τον χρόνο της. Η εγκληματικότητα δεν προκύπτει ξαφνικά, κλιμακώνεται σαν τα ζιζάνια που βρίσκουν εύφορο έδαφος, με αποτέλεσμα να εξαπλώνονται και να θεριεύουν. Οσο η μικρή παρανομία δεν πατάσσεται, γίνεται πράσινο φως για τη μεγάλη, αλλά αυτό δεν είναι καν το χειρότερο. Εκεί όπου η ανομία βασιλεύει, η κακή επιχειρηματικότητα διώχνει την υγιή. Η παρανομία γίνεται επιχειρηματικό πλεονέκτημα: σ’ ένα περιβάλλον χωρίς κανόνες, οι θρασύτεροι επιβάλλουν τους δικούς τους. Γίνεται όρος επιβίωσης για μια εταιρεία να λειτουργήσει με τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή νομιμότητας που επικρατεί. Αλλιώς δεν επιβιώνει (στην Μπογκοτά ούτε καν οι επιχειρηματίες).
Εχουμε πει πολλές φορές ότι η χώρα έχει φτάσει στο μη περαιτέρω. Μέχρι τώρα όμως μας ανησυχούσε η στασιμότητα ή έστω η μικρή σε σχέση με τις ευκαιρίες της χώρας πρόοδος. Τώρα έχουμε μπει στη φάση της οπισθοδρόμησης που εξελίσσεται σε κατρακύλα. Σε κάθε επίπεδο, ακόμη και στην εγκληματικότητα.
Το έγκλημα εξελίσσεται, δικτυώνεται με την πολιτική και τις επιχειρήσεις, έγινε οργανωμένο. Πέρασε η εποχή που ανησυχούσαμε για το ανατολίτικο «μπαχτσίσι», τη διαφθορά που έγινε ενδημική στη δημόσια διοίκηση. Τώρα βλέπουμε τα χειρότερα: έχουμε απανωτά χτυπήματα δυτικού τύπου μαφίας, στο κέντρο της Αθήνας, κάποιες φορές μέρα μεσημέρι. Ξεκαθαρίσματα λογαριασμών με καλάσνικοφ, βομβιστικές επιθέσεις κατά δημόσιων λειτουργών και επιχειρηματιών, απαγωγές μεγαλοπαραγόντων της οικονομικής ζωής τύπου Μπογκοτά. Οι παλιές λύσεις και οι παλιότερες ρητορείες δεν αρκούν. Αντιθέτως συσκοτίζουν την κατάσταση. Χρειάζεται υπέρβαση, την οποία μόνο κάποιοι «κουζουλοί» -δηλαδή κάποιοι εκτός του υπάρχοντος συστήματος και συκοφαντημένοι από το υπάρχον σύστημα- μπορούν να επιφέρουν. Απαιτείται μια νέα ελίτ που δεν έχει μόνο διάθεση να συγκρουσθεί, αλλά θα έχει και επεξεργασμένη άποψη ώστε να τα καταφέρει. Οσα ξέραμε οφείλουμε να τα ξανασκεφτούμε και να τα αναθεωρήσουμε. Οχι μόνο σε ό, τι αφορά τα πρόσωπα, αλλά κυρίως τους θεσμούς ελέγχου και τους μηχανισμούς εφαρμογής της νομιμότητας. Τουλάχιστον κάποιος να σταματάει τις «πομπές ασφαλείας» που έκαναν την Αθήνα να μοιάζει με Μπογκοτά.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 12.7.2009