Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που ο επικοινωνιολόγος κ. Τζορτζ Στεφανόπουλος άφησε παρακαταθήκη τη ρήση:«Αν όλα πάνε στραβά, ρίξτε το φταίξιμο στον Τύπο». Τώρα η ρήση έχει αντιστραφεί.
Ποτέ μη διαφωνείς με ανθρώπους, που αγοράζουν τη μελάνη με το κιλό.
Tommy Lasorda (Αμερικανός παίκτης του μπέιζμπολ)
Σύμφωνοι! Δεν έχουμε δα και τα καλύτερα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης του κόσμου. Και δημοσιογράφοι εξαρτημένοι υπάρχουν, όπως δήλωσε ο κ. Νίκος Καραχάλιος και οι τηλεθεάσεις πρέπει να συζητηθούν, όπως ζήτησε ο κ. Ευάγγελος Μεϊμαράκης, και κυρίως: Πρέπει, επιτέλους, να τελειώνει η ιστορία με την αδειοδότηση των καναλιών. Όλα αυτά συζητιούνται χρόνια τώρα, στο δημοσιογραφικό κόσμο και καλό είναι που τα φέρνουν στην επιφάνεια ο γραμματέας και ο θεωρητικός του μεγαλύτερου, εν Ελλάδι, κόμματος. Μόνον που υπάρχει ένα πρόβλημα: Λάθεψαν στο χρόνο. Η συγκυρία αφενός, ακυρώνει τους ορθούς προβληματισμούς τους και αφετέρου, εξασφαλίζει ότι επί της ουσίας τίποτε δεν θα συζητηθεί και φυσικά τίποτε δεν θα διορθωθεί.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που ο επικοινωνιολόγος κ. Τζορτζ Στεφανόπουλος άφησε παρακαταθήκη τη ρήση: «Αν όλα πάνε στραβά, ρίξτε το φταίξιμο στον Τύπο». Τη συμβουλή του ακολούθησαν πολλοί: Προεκλογικά το ΠΑΣΟΚ, με την υπόθεση Πάχτα, ο κ. Γιώργος Παπανδρέου όταν είχε εσωκομματικά προβλήματα πριν από μερικούς μήνες και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, προχθές. Μόνον που το κόλπο χρησιμοποιήθηκε τόσες φορές, που η λειτουργία του έχει αντιστραφεί. Απαντες πλέον, γνωρίζουν πως «όταν πολιτικοί ρίχνουν το φταίξιμο στον Τύπο, όλα πάνε στραβά».
Η αλήθεια είναι πως τα ελληνικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης πάσχουν από το σύνδρομο του εντυπωσιασμού. Βραχυπρόθεσμα πάντοτε στη λειτουργία τους κραυγάζουν με το παραμικρό, αποφεύγουν την εμβάθυνση, μεγιστοποιούν τα ελάχιστα και αδιαφορούν για τα μεγάλα. Μόνον που αυτό δεν είναι νέο φαινόμενο κι όποιος δεν μας πιστεύει ας ρωτήσει τους προηγούμενους κυβερνώντες. Κάθε βροχή εμφανιζόταν ως κατακλυσμός, κάθε χιόνι ως χαλασμός Κυρίου. Πολλές φορές όμως, τα Μέσα λειτούργησαν καθαρτικά. Μια τηλεοπτική εκπομπή απέπεμψε εννιά υποψήφιους του ΠΑΣΟΚ ένα μήνα πριν από τις εκλογές και ένα μονόστηλο της «Καθημερινής» καθαίρεσε τον ισχυρό του Μαξίμου κ. Πανταγιά. Τα ΜΜΕ πολλές φορές έκαναν το δημοκρατικό τους καθήκον, άλλες τόσες όμως, δεν μπόρεσαν να «ξεχωρίσουν το ατύχημα με ένα ποδήλατο από την κατάρρευση του πολιτισμού», όπως θα έλεγε και ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σο.
Τα στελέχη της Ν.Δ. πρέπει να καταλάβουν το εξής: Υπάρχει πραγματικό πρόβλημα στη λειτουργία των ΜΜΕ και ειδικά της τηλεόρασης, που λειτουργεί διαβρωτικά για το δημοκρατικό πολίτευμα. Σε περιόδους κρίσης, μάλιστα, της αγοράς των media, το πρόβλημα του εντυπωσιασμού διογκώνεται. Τώρα που έχουμε πολλούς παίκτες να ανταγωνίζονται για μια συρρικνούμενη (από άποψη κυκλοφοριών, τηλεθεάσεων, διαφημιστικών εσόδων) πίτα, φουντώνει ο βραχυπρόθεσμος ανταγωνισμός, ο οποίος στηρίζεται αποκλειστικά στον εντυπωσιασμό. Μόνον που αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται ad hoc και κυρίως δεν λύνεται με παρεμβάσεις την περίοδο που η κυβέρνηση είναι στριμωγμένη. Για να είναι αξιόπιστη οποιαδήποτε πρόταση προς συζήτηση, πρέπει να γίνει σε ανέφελους καιρούς και να έχει διακομματική συναίνεση. Πρέπει δε, να ξεκινήσει από τα δύσκολα. Την οριστική αδειοδότηση -με χρηματικά ανταλλάγματα προς το Δημόσιο- όσων σήμερα, παρανόμως, επιχειρούν στα ραδιοκύματα, δηλαδή όλων.
Επίλογος με λίγη ιστορία: Στις 13 Νοεμβρίου του 1969, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Σπίρο Αγκνιου έκανε μια μνημειώδη ομιλία σε συγκέντρωση Ρεπουμπλικανών στελεχών. Ήταν η εποχή που φούντωνε η αμφισβήτηση για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Ο Αγκνιου δεν επιτέθηκε απλώς στα ΜΜΕ, αλλά και στους δημοσιογράφους με αφορμή την κριτική που έκαναν στον Ρίτσαρντ Νίξον. «Ποιοι είναι αυτοί οι τύποι;», αναρωτήθηκε δημόσια. «Μια μικρή ομάδα ανθρώπων, που όχι μόνον έχουν το δικαίωμα να αντικρούουν άμεσα κάθε προεδρική ομιλία, αλλά κυρίως έχουν το ελεύθερο να επιλέγουν, παρουσιάζουν και να ερμηνεύουν κατά το δοκούν τα μεγάλα θέματα του έθνους… Οι απόψεις αυτής της αδελφότητας δεν αντικατοπτρίζουν τις απόψεις της Αμερικής… Δεν ζητώ κρατική λογοκρισία Αναρωτιέμαι όμως, αν ήδη υπάρχει λογοκρισία, με την έννοια ότι οι ειδήσεις που βλέπουν εκατομμύρια Αμερικανών καθορίζονται από μια χούφτα ανθρώπων, οι οποίοι λογοδοτούν μόνο στους εργοδότες τους και φιλτράρονται από μια χούφτα σχολιαστών, που παραδέχονται τη μεροληψία τους…»
Δεν ξέρουμε πόσο δίκιο είχε, αλλά κι αν είχε δεν το βρήκε ποτέ. Τέσσερα χρόνια μετά έγινε ο δεύτερος αντιπρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ, που παραιτήθηκε λόγω διαφθοράς…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 18.10.2005