«Αν όλα πάνε στραβά, φιμώστε τον Τύπο» είναι το σύνθημα που κυριαρχεί στην Ελλάδα…
Ζούμε σε μια χώρα όπου με δικαστική απόφαση απαγορεύτηκε η κυκλοφορία ενός βιβλίου. Κακόγουστου για μερικούς; Ας συμφωνήσουμε για την οικονομία της συζήτησης: Κακόγουστου! Βέβηλου για κάποιους άλλους; Βέβηλου! Ασεβούς; Ασεβούς! Σε μια χώρα, λοιπόν, όπου ακόμη απαγορεύεται η κυκλοφορία βιβλίων και δικαστές καταδικάζουν σκιτσογράφους σε εξάμηνη φυλάκιση (!), πονοκέφαλος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων είναι η περαιτέρω μείωση της ελευθερίας του Τύπου. Στο ψήφισμα που εξέδωσε το περασμένο Σάββατο, ανάμεσα στα αιτήματα φιγουράρει η επαναποινικοποίηση της «περιύβρισης δικαστικής αρχής». Με άλλα λόγια -κι επειδή τα μάτια μας έχουν δει πολλά με αυτούς τους δικαστές που έχει αυτή η χώρα- ζητείται η επαναποινικοποίηση της κριτικής που γίνεται σε δικαστικές αποφάσεις.
Ζούμε σε μια χώρα όπου δύο άνθρωποι βρίσκονται προφυλακισμένοι διότι ήταν ιδιοκτήτες καταστήματος (και το νοίκιαζαν σε τρίτους), έξωθεν του οποίου συνελήφθησαν κάποιοι νεαροί με χαπάκια. Και πιθανώς στο μέλλον αν κάποιος τολμήσει να πει «μα…» θα κατηγορηθεί για «περιύβριση δικαστικής αρχής».
Ζούμε σε μια χώρα όπου τότε, κατά τη διάρκεια της υστερίας με τα συλλαλητήρια για το νεομακεδονικό, καταδικάστηκαν σε φυλάκιση αφισοκολλητές, επειδή διακινούσαν τότε την ιδέα του συμβιβασμού που σήμερα επιδιώκουμε με τα Σκόπια. Η κατηγορία ήταν «διατάραξη σχέσεων ειρήνης με γειτονική χώρα»!
Ζούμε σε μια χώρα όπου σχεδόν κάθε δικαστική απόφαση για τον Τύπο είναι εις βάρος του και πια οι δημοσιογράφοι ελπίζουν να τελειώνει γρήγορα (και μέχρι τον Άρειο Πάγο) η υπόθεση για να προσφύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για να βρουν το δίκιο τους.
Ζούμε σε μια χώρα όπου οι δικαστές ομολογούν δημόσια ότι δεν μπορούν να περιφρουρήσουν το κύρος των διά των καλά μελετημένων και καλά ζυγιασμένων αποφάσεων που εκδίδουν και ζητούν επίσημα νομοθεσίες τύπου «περιύβρισης δικαστικής αρχής».
Η Δικαιοσύνη ζει μια πρωτόφαντη κρίση. Αφορμή ήταν οι δημοσιογραφικές αποκαλύψεις για τις άνομες σχέσεις ενός ιερατικού κυκλώματος με δικαστές. Με αφορμή το ξέσπασμα του σκανδάλου, υπήρξαν πολλές συζητήσεις και κρίσεις και επικρίσεις για δικαστικούς λειτουργούς. Κάποιες κρίσεις ήταν λανθασμένες και κάποιες επικρίσεις ήταν άδικες. Μπήκαν στην κονίστρα του δημοσίου διαλόγου και απαξιώθηκαν. Τα αίτια, όμως, της απαξίωσης των δικαστικών λειτουργών είναι βαθύτερα. Απόδειξη η κοσμοσυρροή στα γραφεία εκείνων των μεγαλοδικηγόρων για τους οποίους φημολογείται ότι «γνωρίζουν καλά» δικαστές.
Το πραγματικό σκάνδαλο στη Δικαιοσύνη δεν είναι όσα είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας. Πάντα και παντού θα υπάρχουν φαινόμενα διαφθοράς. Ακόμη και στη Δικαιοσύνη. Το πραγματικό σκάνδαλο είναι το έλλειμμα φιλελεύθερης παιδείας -να μη μιλήσουμε για έλλειμμα παιδείας, γιατί αυτό είναι χαρακτηριστικό ολόκληρης της χώρας. Είναι ότι το μεγαλύτερο συνδικαλιστικό όργανο των δικαστών και εισαγγελέων ζητάει επιστροφή στο παρελθόν για να περιφρουρήσει το κύρος της Δικαιοσύνης και ουδείς αντέτεινε ότι το κύρος χτίζεται ή γκρεμίζεται μέρα με τη μέρα, απόφαση, απόφαση.
«Αν όλα πάνε στραβά», συμβούλευε τον Αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον ο κ. Τζορτζ Στεφανόπουλος, «ρίξε το φταίξιμο στον Τύπο». Εμείς στην Ελλάδα έχουμε πιο ριζοσπαστικές λύσεις: «Αν όλα πάνε στραβά, φιμώστε τον Τύπο».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 13.4.2005