Με δεδομένο ότι η Τουρκία δεν βλέπει ένταξη στο ορατό μέλλον, μία λύση υπάρχει. Η προσέγγιση με την τουρκοκυπριακή κοινότητα, ώστε οι ίδιοι να απαιτήσουν το ευρωπαϊκό μέλλον που έχουν κατακτήσει, δηλαδή την επανένωση.
Τι καλά λοιπόν που ο Σιράκ, ο Βιλπέν, η Μέρκελ και τ’ άλλα παιδιά έζεψαν τα’ άσπρα τους άλογα και κίνησαν να διώξουν τον Αττίλα από την Κύπρο! Τι ωραία που, χίλια χρόνια μετά, οι Φράγκοι ξανάγιναν σταυροφόροι (πορεύονται δηλαδή με το σταυρό στο χέρι) και κίνησαν να λευτερώσουν τ’ Aγια Χώματα από τους άπιστους της διεθνούς νομιμότητας! Τι καλά που η Ευρώπη (έστω ένα κομμάτι της) αποφάσισε ξαφνικά να γίνει πολιτικός γίγαντας, να επιβάλει την λογική και την ευαισθησία, έστω σε ένα κομμάτι της επικράτειάς της! Τι καλά που συμβαίνουν όλα αυτά κι εμείς μπορούμε απλώς να προσευχόμαστε για το αν θα υπερισχύσει το διεθνές δίκαιο έναντι της ωμής δύναμης, οι καλοί ενάντια στους κακούς, τα όμορφα πριγκιποπούλα ενάντια στους κακούς δράκους! Ούτε στα πιο τρελά όνειρα του ελληνισμού δεν θα μπορούσαν να συμβούν όλα αυτά. Μήπως, λοιπόν, ήρθε η ώρα να ξυπνήσουμε;
Σε κάποιους κύκλους επικρατεί πρόωρη ευφορία για το Κυπριακό. Τι καλά, λένε, που δεν δεχθήκαμε στο Σχέδιο Ανάν και τώρα, αντί να έχουμε μια ομοσπονδιακή πολύπλοκη δομή, πιθανώς θα βρεθούμε και με την Κύπρο ολάκερη! Το πρόβλημα βέβαια έγκειται στον όρο «πιθανώς», επειδή πιθανότερο είναι να βρεθούμε με την Κύπρο μισή και με την Τουρκία χωρίς ελπίδες ένταξης. Ας μην ξεχνάμε πως τα όποια βήματα της Aγκυρας για λύση έγιναν ακριβώς επειδή υπήρχε το ευρωπαϊκό όραμα.
Έτσι, ενώ θα μπορούσε (έστω με χίλια προβλήματα, λόγω του Σχεδίου Ανάν) το κατεχόμενο κομμάτι να είχε αποσπασθεί από τα νύχια του στρατιωτικοπολιτικού κατεστημένου της Τουρκίας και με την ένταξή του στην Ευρωπαϊκή Ένωση να εξομαλυνθούν οι παραδοξότητες της ομοσπονδιακής δομής, κινδυνεύουμε να βρεθούμε στην προηγούμενη κατάσταση: Να πανηγυρίζει ο κ. Ραούφ Ντενκτάς, επειδή είχε προειδοποιήσει τους ομοεθνείς του για «την έμφυτη δολιότητα των Ελλήνων», και οι στρατηγοί να συρθούν πίσω από την παλιά τους θέση, ότι δηλαδή «το Κυπριακό λύθηκε το 1974». Και εμείς, φτου κι απ’ την αρχή, αν έχουμε το κουράγιο να διαδηλώνουμε σε ώτα μη ακουόντων για ακόμη τριάντα χρόνια.
Το ερώτημα, όμως, είναι «τι κάνουμε τώρα»; Καταρχήν, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι αυτό το περιβόητο «μετά το δημοψήφισμα σχέδιο» του κ. Τάσσου Παπαδόπουλου δεν υπάρχει. Σαν κοτόπουλα τρέχουμε στα διεθνή fora μη ξέροντας από πού μας έρχονται τα… χάδια. Τα έχουμε χάσει, άραγε, από την τόση καλοσύνη του κόσμου ή απλώς υποσυνείδητα πίστευαν εκεί στην Κύπρο ότι το Kυπριακό δεν πρόκειται να λυθεί ποτέ;
Με δεδομένο λοιπόν ότι η Τουρκία δεν βλέπει ένταξη στο ορατό μέλλον και με δεδομένο ότι αυτό αργά ή γρήγορα θα το χωνέψει, μια λύση μοιάζει πιθανή: Η προσέγγιση των Ελληνοκυπρίων με την τουρκοκυπριακή κοινότητα, έτσι ώστε οι τελευταίοι να απαιτήσουν το ευρωπαϊκό μέλλον που έχουν κατακτήσει και που προς το παρόν δεν θα έχει η μητέρα πατρίδα τους. Γι’ αυτό η δαιμονοποίηση του κ. Μεχμέτ Αλί Ταλάτ δεν μας βοηθά. Απεναντίας, σπρώχνει τους Τουρκοκύπριους ακόμη μία φορά στην αγκαλιά της Τουρκίας. Η λύση που θα προκύψει από μια τέτοιου τύπου στρατηγική θα είναι πιο επώδυνη από το Σχέδιο Ανάν, αφού αναγκαστικά θα εμπεριέχει και όλους τους εποίκους (η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ να τους ενθαρρύνει ή ακόμη και να τους επιτρέψει να γυρίσουν) και το περιουσιακό θα τεθεί σε νέες βάσεις.
Ίσως δε να χρειάζεται και μια μεγάλη διαφημιστική καμπάνια στην Ευρώπη, για να μάθουν οι λαοί αυτά που σήμερα υπόσχονται οι ηγέτες τους και να μην ξεχάσουν οι ηγέτες όλα αυτά που λένε σήμερα. Έστω για να μάθουν άπαντες πως η Κύπρος είναι κάτι περισσότερο από μπαλάκι της διεθνούς διπλωματίας. Είναι πρόβλημα πραγματικό.
Πρώτα απ’ όλα όμως -και κυρίως- χρειάζεται να αποκτήσουμε σχέδιο για το Κυπριακό. Ρεαλιστικό, χωρίς πριγκιπόπουλα και άσπρα άλογα…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 31.8.2005