Δεν μπορεί η Τουρκία χωρίς όρους και προϋποθέσεις να έχει ευρωπαϊκό προφίλ στις συναντήσεις κι ασιατικό στη συμπεριφορά της στο Αιγαίο.
Είναι θετικό ότι η Ελλάδα και η Τουρκία προχωρούν σε μια νέα εποχή βήμα-βήμα. Οι συμφωνίες που υπέγραψε και τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) ο υπουργός Εξωτερικών Πέτρος Μολυβιάτης με τον Τούρκο ομόλογό του Αμπντουλάχ Γκιουλ είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Οι δύο χώρες είναι καταδικασμένες να ζήσουν μαζί εις τον αιώνα τον άπαντα και καλά είναι να ζήσουν σε ένα ειρηνικό περιβάλλον, παρά σε καθεστώς διαρκούς έντασης. Μόνον έτσι θα προοδεύσουν οι χώρες και θα προκόψουν οι λαοί. Η ειρήνη χτίζει, η ένταση ξοδεύει από το γλίσχρο εισόδημα των δύο λαών. Η στρατηγική της καλής γειτονίας δεν πρέπει να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Συμφέρει και τις δύο χώρες και τους δύο λαούς. Κυρίως την Ελλάδα, οικονομικά πιο εύρωστη χώρα, που είναι στη διαδικασία των μεγάλων αλλαγών, ώστε να ανοίξει τα φτερά της ως πραγματικά ισότιμος εταίρος της Δυτικής Ευρώπης.
Παρ’ όλα αυτά, τα μηνύματα από τη γείτονα δεν είναι πολύ ενθαρρυντικά. Την ώρα που οι δύο υπουργοί Εξωτερικών έσφιγγαν τα χέρια για να επισφραγίσουν τις συμφωνίες της Άγκυρας, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις έκαναν πάρτι στο Αιγαίο με συνεχείς παραβιάσεις και μια ακατανόητη τακτική στο θαλάσσιο χώρο των Ιμίων. Μπορεί να μη φτάσαμε σε καταστάσεις τύπου 1996, αλλά τα χαρακτηριστικά υπήρχαν και πιθανώς να κλιμακωνόταν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Είναι θετικό λοιπόν το γεγονός ότι αποφεύχθηκε ένα επεισόδιο αντίστοιχης έντασης με εκείνο του 1996, αλλά το γεγονός ότι υπήρξε αυτή η προσβολή στο πρόσωπο του Ελληνα υπουργού των Εξωτερικών -και κατ’ επέκταση σε ολόκληρη τη χώρα- πρέπει να μας προβληματίσει. Δεν μπορεί να υπάρχουν τέτοιες συμπεριφορές ενώ ο Ελληνας υπουργός είναι «μουσαφίρης» (για να χρησιμοποιήσουμε και μια τουρκική λέξη που γίνονται της μόδας) στην Άγκυρα.
Στην Ελλάδα κυκλοφορούν εσχάτως δύο θεωρίες για να εξηγήσουν την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά της Τουρκίας: Η πρώτη θέλει το ισχυρό τουρκικό κατεστημένο να έχει αυτονομηθεί από τη νόμιμη κυβέρνηση της Τουρκίας (κάποιοι φοβούνται τα χειρότερα: να υποσκάπτει με κάθε ευκαιρία την κυβέρνηση Ερντογάν) και να κάνει το δικό του παιγνίδι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Κι ενώ η κυβέρνηση των μετριοπαθών ισλαμιστών προωθεί μια πολιτική σύγκλισης με την Ελλάδα, οι «Τούρκοι στρατηγοί» (όπως συνηθίσαμε να τους αποκαλούμε) να θέτουν επί τάπητος όλα όσα αυτοί θεωρούν ότι είναι εκκρεμείς διαφορές μεταξύ των δύο χωρών. Έτσι, κάθε φορά που γίνεται κάποιο βήμα σύγκλισης της Τουρκίας με την Ελλάδα, κάποιο «αόρατο στρατιωτικό χέρι» θέτει, είτε διά των παραβάσεων του FIR Αθηνών είτε διά των παραβιάσεων του Ελληνικού Εναέριου Χώρου είτε διά των Ιμίων, τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο.
Η δεύτερη θεωρία -πιο συνωμοσιολογική- θέλει την Τουρκία ένα μπλοκ με δύο πρόσωπα προς τα έξω, δίκην του γνωστού σχήματος «καλός αστυνομικός, κακός αστυνομικός». Ενώ η επίσημη τουρκική κυβέρνηση είναι όλο χαμόγελα προς την ελληνική πλευρά, οι «δήθεν ανεξέλεγκτοι μηχανισμοί» θέτουν επί της τραπέζης των διαπραγματεύσεων άρρητα ολόκληρη την τουρκική ατζέντα των διεκδικήσεων στο Αιγαίο. Με τη γνώση και τη σύμφωνη γνώμη της επίσημης τουρκικής κυβέρνησης.
Όμως, όποια θεωρία από τις δύο κι αν ισχύει αυτό δεν έχει τακτική σημασία για τη χώρα μας. Πρέπει να σταθμίσουμε τις επιπτώσεις αυτής της συμπεριφοράς και να ξανασκεφτούμε αν κάναμε καλά που δώσαμε λευκό διαβατήριο στην Τουρκία για την Ευρώπη. Δεν μπορεί η Τουρκία χωρίς όρους και προϋποθέσεις να έχει ευρωπαϊκό προφίλ στις συναντήσεις κι ασιατικό στη συμπεριφορά της στο Αιγαίο. Η συμφωνία του Ελσίνκι προϋπέθετε τη λύση των προβλημάτων με τους γείτονές της πριν από την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Αυτό σε απλή γλώσσα (ελληνικά και τούρκικα) προϋποθέτει μια πιο μετριοπαθή συμπεριφορά και όχι διά των όπλων (αεροπλάνων και ακταιωρών) επιβολή μιας ατζέντας διαπραγματεύσεων για το Αιγαίο.
Πρέπει να το καταλάβουν όλοι και πρώτα απ’ όλα εμείς και οι εξ ανατολών γείτονές μας. Η Ελλάδα στηρίζει με όλες της τις δυνάμεις της την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκία. Όχι όμως χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Η επίλυση της όποιας διαφορά είναι όρος και προϋπόθεση. Εξάλλου, δεν είναι δυνατόν να είναι εταίροι δύο χώρες με τις ακταιωρούς να βρίσκονται πλώρη-πλώρη και απειλητικά έξω από τις βραχονησίδες Ίμια.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 14.4.2005