Υπάρχει ένα κυρίαρχο δόγμα στη χώρα, το οποίο μεταφράζεται στην εξίσωση: «ιδιώτης + πολιτικός = διαπλοκή».
Τελικά τι μάθαμε από την ιστορία της τροπολογίας Πάχτα για το Πόρτο Καράς; Τι θα αλλάξει επί τα βελτίω στον ελληνικό πολιτικό σκηνικό; Τι κληρονομιά θα αφήσει στη χώρα αυτή η θλιβερή ιστορία;
1. Κατ’ αρχήν διαπιστώθηκε για μια ακόμη φορά ότι οι έλληνες πολιτικοί είναι «δειλοί, άβουλοι και μοιραίοι αντάμα». Είδαμε βουλευτές να κλαψουρίζουν στα τηλεπαράθυρα για τις υπογραφές, κι είδαμε ένα πρώην υπουργό να ξεσπαθώνει υπέρ του δίκιου της τροπολογίας. Το ερώτημα που προκύπτει λοιπόν για τον κ. Πάχτα είναι: γιατί μπήκε σε όλη τη διαδικασία (να καταθέσουν βουλευτές τροπολογία, να ψηφιστεί όπως ψηφίστηκε) αντί να βγει και να πει ξεκάθαρα στον ελληνικό λαό αυτό που είπε κατόπιν εορτής: «η επένδυση είναι σημαντική για τον τόπο, χρειάζεται νομοθετικό ξεμπλοκάρισμα και γι’ αυτό προτείνουμε την παρακάτω τροπολογία».
Είναι απλό. Αυτό θα προϋπέθετε σύγκρουση με κατεστημένες πολιτικές και ιδεολογικές αντιλήψεις κάτι που συνεπάγεται πολιτικό κόστος. Αντ’ αυτού προτίμησε την εν κρυπτώ ψήφιση του με όλα τα συμπαρομαρτούντα.
2. Επαναβεβαιώθηκε για μια ακόμη φορά ότι υπάρχει ένα κυρίαρχο δόγμα στη χώρα, το οποίο μεταφράζεται στην εξίσωση: «ιδιώτης + πολιτικός = διαπλοκή». Η τροπολογία δεν συζητήθηκε καθόλου επί της ουσίας. Από τη στιγμή που αφορούσε μία επιχείρηση ήταν αυτομάτως ένοχη.
Μην παρεξηγηθούμε! Η τροπολογία μπορεί να είναι ένοχη. Κανείς όμως δεν μας εξήγησε που βρίσκεται η ενοχή. Έτσι όπως συντάχθηκε, όπως διακινήθηκε, όπως υπογράφτηκε, όπως ψηφίστηκε και όπως τελικά αποσύρθηκε δείχνει ενοχή. Το γεγονός, όμως, ότι η ελληνική κοινωνία και οι γνωμηγήτορές της λειτούργησαν ανακλαστικά σύμφωνα με το κυρίαρχο δόγμα δείχνει πολλά για τον τόπο και κυρίως για την έλλειψη επενδύσεων σ’ αυτόν.
Υπάρχει ένα κυρίαρχο δόγμα στη χώρα που θέλει ύποπτη κάθε ιδιωτική πρωτοβουλία. Εμφανίστηκε αυτομάτως με την τροπολογία Πάχτα και τελικά ίσως να νομιμοποιήθηκε απ’ αυτή. Το γεγονός όμως ότι η αντίδραση ήταν σχεδόν αυτόματη -πριν καν ελέγξει κανείς τα πραγματικά περιστατικά- δείχνει τις ιδεολογικές αγκυλώσεις της κοινωνίας.
3. Από την πλήρη ασυδοσία στο κοινοβουλευτικό έργο (όλοι βάζουν υπογραφές άλλων και παντού) περάσαμε στο αντίθετο άκρο. Ήδη υπουργοί ζητούν το γνήσιο της υπογραφής των βουλευτών που καταθέτουν τροπολογίες! Δεν είναι η πρώτη φορά που από το ένα άκρο περνάμε στο άλλο. Πριν τρία χρόνια είχε δημιουργηθεί και πάλι ένα νοσηρό κλίμα με τα «φρουτάκια». Το αποτέλεσμα αυτού του κλίματος ήταν να περάσει ένας νόμος διακομματικός που στην ουσία απαγορεύει την χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών στη χώρα. Η τροπολογία Πάχτα λοιπόν μπορεί (κατ’ αναλογία) να μας οδηγήσει σε νόμους που θα απαγορεύουν τις … ιδιωτικές επενδύσεις στο σύνολό τους.
Ένα είναι το βασικό συμπέρασμα και από την υπόθεση Πάχτα. Το πολιτικό μας δυναμικό δεν έχει προσανατολισμό. Από τη μια θέλει επενδύσεις, αλλά από την άλλη τρέμει το πολιτικό κόστος που κάθε επένδυση μπορεί να έχει. Η ελληνική κοινωνία δεν έχει αποφασίσει τι είδους ανάπτυξη θέλει. Διώξαμε τα χρυσωρυχεία γιατί θέλαμε τουρισμό, δηλαδή ξενοδοχεία. Το ερώτημα λοιπόν είναι: θέλουμε ξενοδοχεία; Αν ναι, τότε αυτά θα έχουν κάποιο κόστος. Περιβαλλοντικό κατ’ αρχήν. Το ζήτημα είναι να αποφασίσουμε ως κοινωνία ποιο είναι το κόστος που θέλουμε να πληρώσουμε για να έχουμε επενδύσεις. Αν θέλουμε μηδενικό κόστος τότε δεν θα έχουμε επενδύσεις. Κι αυτή θεμιτή επιλογή είναι. Αρκεί να αποφασίσουμε. Τι θέλουμε, τι είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε γι’ αυτό που θέλουμε και κυρίως: τους κανόνες να επιτύχουμε αυτά που θέλουμε.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 28.1.2004