Η αξιολόγηση του έργου που παράγει κάθε δημόσια υπηρεσία θεωρείται, στην καλύτερη περίπτωση, ως «Κερκόπορτα» του νεοφιλελευθερισμού και στη χειρότερη ως γεννήτρια άγχους των δημοσίων υπαλλήλων.
Προκύπτουν πολλά παράπλευρα συμπεράσματα από το βιβλίο του κ. Κώστα Σημίτη «Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα, 1996-2004», εκδόσεις «Πόλις»). Μάθαμε, για παράδειγμα, ότι ο πιο ευρωβόρος τομέας του ελληνικού κράτους (δίνουμε περισσότερα χρήματα για την Άμυνα, απ’ ό,τι για την Παιδεία ή την Υγεία) λειτουργούσε πριν δέκα χρόνια όπως ακριβώς το ελληνικό κράτος. Δίχως σχέδιο για την πιθανή κακοτοπιά. Η μόνη απάντηση που είχε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ κ. Λυμπέρης στην ανακατάληψη της δεύτερης βραχονησίδας ήταν ο, σπιθαμή προς σπιθαμή, βομβαρδισμός του νησιού με απρόβλεπτες συνέπειες για τα περαιτέρω. Αποδεικνύεται λοιπόν, ότι το κράτος θα κάνει εξίσου άσχημη δουλειά είτε με πολλά λεφτά είτε με λίγα.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια, ότι πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, όπως η Εθνική Άμυνα (πώς θα μπορούσε να γίνει άλλωστε;), αλλά το κυρίαρχο αίτημα αυτής της κοινωνίας «Περισσότερα λεφτά για την Παιδεία, την Υγεία, τον Πολιτισμό κ.λπ.» δεν επαρκεί. Μαζί μ’ αυτό χρειάζεται η διαχείριση των δημόσιων επενδύσεων. Πώς θα μεγιστοποιηθεί η απόδοση κάθε ευρώ που δίνουμε για την Άμυνα, την Παιδεία, την Υγεία κ.λπ. Αυτή η παράμετρος δεν μπαίνει καθόλου στο δημόσιο διάλογο κι όταν κάποιος ψελλίσει την ανάγκη της κατασυκοφαντείται ως νεοφιλελεύθερος κι εσχάτως ως νεοσυντηρητικός (προφανώς το τελευταίο ακούγεται πιο απειλητικό).
Η αξιολόγηση, για παράδειγμα, του έργου που παράγει κάθε δημόσια υπηρεσία θεωρείται στην καλύτερη περίπτωση ως «Κερκόπορτα» του νεοφιλελευθερισμού και στη χειρότερη ως γεννήτρια άγχους των δημοσίων υπαλλήλων, ή ως «εντατικοποίηση σπουδών». Μόνον που χωρίς την αξιολόγηση δεν μαθαίνουμε ποτέ τι πάει στραβά και ούτε μπορούμε να διορθώσουμε όποια ατέλεια. Για παράδειγμα, η συζήτηση μετά τα Ίμια αναλώθηκε στο αν οι πολιτικοί είχαν την «ανδροπρέπεια» (για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του συρμού) να βομβαρδίσουν τα Ίμια ή και την Άγκυρα και όχι το πώς στην ευχή πήραν οι Τούρκοι την καλύτερα φρουρούμενη νησίδα της υφηλίου. Δεν αξιολογήθηκε η πανταχόθεν υμνούμενη «ετοιμότητα των Ένοπλων Δυνάμεων», απλώς παραγγείλαμε περισσότερες φρεγάτες και αεροπλάνα. Το αποτέλεσμα ήταν «περισσότερα λεφτά για την Άμυνα», αλλά οκτώ χρόνια μετά η πολιτική ηγεσία του τόπου έμαθε με τρεις ώρες καθυστέρηση ότι χάθηκε ένα «Σινούκ» με τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας μέσα.
Αυτή η κατάσταση είναι χαρακτηριστικό ολόκληρου του δημόσιου τομέα. Όλοι οι φορείς γκρινιάζουν για περισσότερα κονδύλια (πολλές φορές δικαιολογημένα), αλλά οποτεδήποτε μπαίνει το ερώτημα «Και τι κάνετε με τα έστω λίγα κονδύλια που παίρνετε τώρα, βρε παλικάρια;» η απάντηση είναι: «Κι εσείς είστε ανάλγητοι νεοφιλελεύθεροι».
Δεν ξέρουμε αν και κατά πόσον οι Ένοπλες Δυνάμεις αξιοποίησαν τα οδυνηρά αποτελέσματα των Ιμίων. Δεν ξέρουμε αν άλλαξαν ή αν απέκτησαν σχέδια διαχείρισης αυτού του τύπου των κρίσεων. Κρίνοντας όμως, απ’ αυτά που ξέρουμε -από τον υπόλοιπο δηλαδή δημόσιο τομέα- φοβόμαστε ότι τα περισσότερα χρήματα που ξοδεύουμε εκεί, πάνε χαμένα. Κι αυτό γιατί η αξιολόγηση βαφτίζεται νεοφιλελευθερισμός και το να πιεσθεί κάποιος να κάνει τη δουλειά του σωστά θεωρείται αναλγησία. Και ως γνωστόν ο ανάλγητος νεοφιλελευθερισμός δεν περνάει σ’ αυτή τη χώρα…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 10.11.2005