Οι νόμοι και οι κανόνες σ’ αυτή τη χώρα δεν τηρούνται ούτε μέσα στο κοινοβούλιο. Γιατί να τηρηθούν στους δρόμους και τα Πανεπιστήμια;
Δεν ήταν βατερλό για τη Νέα Δημοκρατία η καταψήφιση της πρότασης για την αναθεώρηση του άρθρου 24 για τα δάση στην Επιτροπή της Βουλής. Ηταν βαθύτατα προσβλητικοί για το πολίτευμα οι χειρισμοί του προέδρου της Επιτροπής κ. Ιωάννη Τραγάκη και του γενικού γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας κ. Απόστολου Σταύρου. Οι πράξεις των θύμισαν τις μελανές για τη Δημοκρατία στιγμές, εκείνες των «ομοιόμορφων και ομοιόχρωμων ψηφοδελτίων» με τα οποία το ΠΑΣΟΚ εξέλεξε το 1986 Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον κ. Χρήστο Σαρτζετάκη.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ χρειάστηκαν τρεις ψηφοφορίες, προκειμένου τα στελέχη της Ν. Δ. να «συμμορφώσουν» τους διαφωνούντες σχετικά με το άρθρο 24. Ο κ. Σταύρου πίεζε τους βουλευτές να ψηφίσουν σύμφωνα με την κομματική γραμμή, χρησιμοποιώντας μάλιστα απαξιωτικές για τους βουλευτές αναφορές, ενώ ο πρόεδρος της Επιτροπής κ. Τραγάκης αλλοίωσε το αποτέλεσμα της πρώτης καταμέτρησης, προσμετρώντας στους συμφωνούντες και τον κ. Σταύρου ο οποίος δεν μετείχε στην Επιτροπή.
Η προχθεσινή συνεδρίαση της Επιτροπής δεν τιμά τα κοινοβουλευτικά ήθη, αλλά θέτει πολλά ζητήματα. Το πρώτο έχει να κάνει με τη διαδικασία καθαυτή: Χθες μπορεί να μην μπήκε σε τροχιά αναθεώρησης το άρθρο 24, αναθεωρήθηκε όμως τοις πράγμασι το άρθρο 60, το οποίο αναφέρει ότι «οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση».
Οι πράξεις των κ. Σταύρου και Τραγάκη αφαίρεσαν κύρος από μια κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία. Εμφάνισαν ανόητους εκείνους που βουλεύονται εξ ονόματός μας, τόσο ανόητους που χρειάζονται παιδονόμους για να τους υποδεικνύουν πώς να ενεργούν. «Κατέβασε το χέρι σου, δεν ξέρεις τι ψηφίζεις», φώναξε στη βουλευτή κ. Χρυσή Καρύδη ο γ. γ. της Κοινοβουλευτικής Ομάδος. Αυτό δεν ήταν προσβολή για τη βουλευτή της Ν.Δ., ήταν προσβολή στο πρόσωπο του κ. Καραμανλή. Διότι, αν αυτή δεν ξέρει τι ψηφίζει, τότε ο πρωθυπουργός δεν ξέρει τι κάνει. Αυτός την επέλεξε στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας. Και επιπλέον: αν κάποιοι «δεν ξέρουν τι ψηφίζουν στο άρθρο 24» δικαιολογημένα οι αντιδραστικοί κάθε χρώματος θα αναρωτηθούν δημοσίως: «και γιατί αυτοί οι βουλευτές να ξέρουν τι ψηφίζουν στο άρθρο 16;»
Η συμπεριφορά του προέδρου της Επιτροπής υπήρξε απερίγραπτη και δικαιολογημένα το ΠΑΣΟΚ -παρά το γεγονός ότι κουβαλά στην καμπούρα του το άγος των «ομοιόχρωμων» – θέτει θέμα αξιοπιστίας. Αλλοίωσε κατ’ ουσία τη λαϊκή βούληση, αφού η πρώτη ψηφοφορία (στην οποία «λάθεψε» στην καταμέτρηση) βγήκε διαφορετική από την δεύτερη. Ηταν μια καραμπινάτη παρανομία και θέτει ένα ακόμη ερώτημα: με ποιο κύρος η Βουλή θα απευθυνθεί σε παρανομούντες στυλ Στρατούλη του Συνασπισμού, οι οποίοι θα βεβηλώσουν στο μέλλον τον ναό της Δημοκρατίας; Τι ακριβώς θα τους πουν; Οτι «παραβιάζετε τον νόμο;» Και τι θα απαντήσουν στο επιχείρημα «μα, εσείς τον παραβιάζετε στις ψηφοφορίες και οι βουλευτές σας δεν ξέρουν τι ψηφίζουν. Γι’ αυτό κι εμείς ήρθαμε με πανό και ντουντούκες για να τους δείξουμε τι θέλει ο λαός». Δίκιο θα έχουν διότι καθώς φαίνεται νόμοι σ’ αυτήν τη χώρα είναι ελαστικοί ακόμη και εκεί όπου ψηφίζονται.
Το αστείο είναι ότι αυτή η κοινοβουλευτική ασχήμια έγινε για ένα αδειανό πουκάμισο. Η τύχη της αναθεώρησης του άρθρου 24 δεν κρίνεται στην Επιτροπή. Θα ακολουθήσει η ψηφοφορία στην Ολομέλεια. Γιατί έγινε; Για τα μάτια των καναλιών, για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους. Κι αυτό είναι το χειρότερο: Θυσιάζεται το κύρος και η ουσία μιας κορυφαίας κοινοβουλευτικής διαδικασίας, μην τυχόν και πει κάποια ομιλούσα κεφαλή στα παράθυρα καμιά κουβέντα παραπάνω.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2.2.2007