Οι κοινωνίες, οι άνθρωποι προχωρούν, μιμούνται, αντιγράφουν παθογένειες του εξωτερικού και σ’ αυτό χρειάζεται απάντηση. Οχι με ένα στείρο συντηρητισμό, αλλά με ενεργές πολιτικές που θα απαντήσουν σε εκφυλιστικά φαινόμενα.
H αλήθεια είναι ότι γι’ αυτού του τύπου την εγκληματικότητα λίγα θα μπορούσαμε να κάνουμε. Εμφανίστηκε και στις καλύτερες κοινωνίες. Οχι μόνο στην αμερικανική, την οποία μισούμε, αλλά στη Γερμανία με το ισχυρό κοινωνικό κράτος και στη Φιλανδία με το ισχυρότερο.
Επομένως η παβλοφική αντίδραση της αριστεράς στο περιστατικό του Ρέντη, ότι «τέτοια περιστατικά αποτελούν σύμπτωμα μιας νοσηρής κοινωνικής κατάστασης, στο υπόστρωμα της οποίας βρίσκονται τα σοβαρά προβλήματα της νεολαίας, οι κάθε είδους κοινωνικές ανισότητες και διακρίσεις, η απουσία θετικής προοπτικής για το μέλλον των νέων, η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και η γενικευμένη αδιαφορία του κράτους για την προώθηση πολιτικών πρόληψης και αντιμετώπισης των προβλημάτων τους», μάλλον δεν στέκει. Δεν ήταν ούτε οι κοινωνικές ανισότητες, ούτε η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων που οδήγησαν τον 19χρονο στην απόπειρα δολοφονιών και στην αυτοκτονία. Εκτός αν ο Συνασπισμός προβλέπει στο πρόγραμμά του κάτι και για την πολύπλοκη νεανική ψυχολογία, ή στον «άλλο κόσμο που είναι εφικτός» δεν θα υπάρχουν ερωτικές απογοητεύσεις.
Στο μόνο που μπορούμε να ψέξουμε το κράτος, είναι ότι απέτυχε να ελέγξει κατ’ ελάχιστον την παράνομη οπλοφορία. Δεν υπάρχει τρόπος ολοκληρωτικής εξάλειψης του φαινομένου, αλλά με μια αστυνομία πιο καλά οργανωμένη θα κυκλοφορούσαν πολύ λιγότερα όπλα κάτι που σημαίνει ότι οι πιθανότητες να βρεθεί με πιστόλια στα χέρια ο 18χρονος ομογενής θα ήταν μηδαμινές.
Το φονικό του Ρέντη απέδειξε ότι η κοινωνία εξελίσσεται χωρίς και πολλές φορές παρά τη θέλησή μας. Είτε προς το καλό, είτε προς το κακό. Υπάρχουν πρότυπα για να εκδηλωθεί ο μιμητισμός: τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης μπορεί να του έδωσαν ιδέες, ο 18χρονος ήξερε τα μυστικά του διαδικτύου για να ανεβάσει τις φωτογραφίες στο δικτυακό τόπο «MySpace» πιθανότατα (όπως λένε διάφοροι ψυχολόγοι) θα περνούσε ώρες μπροστά στον υπολογιστή παίζοντας τα καινούργια αιματηρά «action games».
Ολα αυτά είναι κομμάτι της εξέλιξης και δεν υπάρχει κράτος που να μπορεί να τα εμποδίσει. Το πρόβλημα είναι παράλληλα μ’ αυτή την εξέλιξη ότι δεν υπάρχουν τα αντίδοτά της. Ο αυστηρότερος έλεγχος της οπλοφορίας είναι ένα αντίδοτο, αλλά υπάρχουν κι άλλα: χρειάζεται αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος σε όλες τις βαθμίδες, έτσι ώστε να ρίχνει το βλέμμα του σε κάθε μαθητή ή σπουδαστή, απαιτείται ψυχολογική υποστήριξη στα σχολεία, παιδεία που θα εμφυσήσει στη νέα γενιά τις βασικές κοινωνικές αξίες κ.ά.
Ολα αυτά εύκολα λέγονται (κατήντησαν ξύλινες λέξεις στο στόμα πολιτικών) και δύσκολα γίνονται. Δεν έχουμε, όμως, άλλο δρόμο. Η εξέλιξη δεν μας περιμένει. Οι κοινωνίες, οι άνθρωποι προχωρούν, μιμούνται, αντιγράφουν παθογένειες του εξωτερικού και σ’ αυτό χρειάζεται απάντηση. Οχι με ένα εύκολο όσο και στείρο συντηρητισμό: «τι καλά που θα ήταν να επιστρέψουμε στο παρελθόν που όλα του φαντάζουν τώρα όμορφα και καλά». Δεν μπορούμε να αναβιώσουμε το παρελθόν και ούτε μας πρέπει. Τώρα απαιτούνται ενεργές πολιτικές που θα απαντήσουν σε εκφυλιστικά φαινόμενα. Δεν είναι εύκολο. Χρειάζονται μακροχρόνιες πολιτικές, που θα χτιστούν βήμα βήμα, και λεφτά. Αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 14.4.2009