Με ακριβές εισαγωγές και πολλές διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος, γλιτώσαμε το μπλακ-άουτ. Του χρόνου όμως θα είμαστε πάλι υπό την ίδια απειλή;
Δύσκολα μπορεί να επικρίνει κάποιος την απόφαση για μειωμένο ωράριο λειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών. Κάποιοι, μάλιστα, μπορεί και να τη χειροκροτήσουν. Στην κατάσταση που βρίσκεται το ελληνικό Δημόσιο όσο λιγότερο λειτουργεί τόσο καλύτερα. Και δεν ξοδεύει και δεν ξοδευόμαστε. Τουλάχιστον για την κατανάλωση της τόσο πολύτιμης αυτές τις μέρες ενέργειας.
Και δεν μπορούμε να προσφύγουμε στην εύκολη σύγκριση με τον ιδιωτικό τομέα. Μια κυβέρνηση μπορεί να αποφασίσει το κλείσιμο των δικών της υπηρεσιών, δεν πρέπει όμως να εξαναγκάσει ένα μαγαζάτορα να κλείσει το κατάστημά του. Μπορεί να απαγορεύσει για λόγους υγιεινής και προστασίας των εργαζομένων τη δουλειά σε ανοιχτό χώρο (κάτι που δεν εφαρμόστηκε: οι αλλοδαποί εργάστηκαν κανονικά στις οικοδομές), αλλά δεν μπορεί να απαγορεύσει την εργασία σε κλιματιζόμενους χώρους. Γι’ αυτό ήταν παράλογο και αντιδημοκρατικό το αίτημα της ΓΣΕΕ να νεκρώσει η χώρα λόγω καύσωνα. Από τη στιγμή που δεν απειλείται η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων στους κλιματιζόμενους χώρους, δεν στοιχειοθετείται λογικά μια απαγόρευση.
Από την άλλη πλευρά όμως βλέπουμε για μιαν ακόμη φορά την πολιτεία να λειτουργεί αμυντικά σε ένα τερτίπι του καιρού. Ζητεί από τους πολίτες να μειώσουν την κατανάλωση ρεύματος, τις μέρες που η κατανάλωση είναι πιο αναγκαία από τις υπόλοιπες. Διότι κακά τα ψέματα: όταν ο υδράργυρος σκαρφαλώνει στους σαράντα βαθμούς Κελσίου, οι κάτοικοι της τσιμεντούπολης χρειάζονται το κλιματιστικό.
Ασθμαίνουσα λοιπόν η ΔΕΗ και με πολλές εισαγωγές ακριβού ηλεκτρικού ρεύματος, ανταποκρίθηκε με σχετική επιτυχία στα απανωτά ρεκόρ κατανάλωσης που πετύχαμε αυτές τις μέρες. Μπράβο της, αλλά του χρόνου τι θα γίνει; Θα συνεχίσουμε να εισάγουμε ρεύμα πολύ ακριβότερο από την (πολιτικά οριζόμενη) τιμή πώλησης και θα περιμένουμε κερδοφόρο ισολογισμό της επιχείρησης; Θα προχωρήσει η ΔΕΗ στις θρυλούμενες επενδύσεις, οι περισσότερες από τις οποίες θα είναι επιβαρυντικές για το περιβάλλον, με αποτέλεσμα να πληρώνει μεγαλύτερα πρόστιμα για υπερβολική εκπομπή ρύπων; Θα φτιάξουμε αιολικά πάρκα που όλοι επιθυμούμε, αλλά κανείς δεν τα θέλει στον ορίζοντά του, επειδή κάθε περιοχή της χώρας βαφτίζεται «ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» και «τουριστικός προορισμός»; ΄Η θα γεμίσουμε τεράστιες εκτάσεις με ηλιακούς συλλέκτες, σε μια χώρα που η τιμή της γης είναι υψηλή και συνεχίζει να ανεβαίνει;
Η λύση είναι μία: να δοθούν κίνητρα για την απελευθέρωση με αποκέντρωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Δυστυχώς στην Ελλάδα η πρώτη λέξη απέκτησε αρνητικό φορτίο. Κάθε φορά που κάποιος αναφέρει τη λέξη «απελευθέρωση» όλοι φανταζόμαστε μεγάλες επιχειρήσεις που «πίνουν το αίμα του καταναλωτή με το μπουρί της σόμπας». Μόνο που η απελευθέρωση μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος των νοικοκυριών. Θα ήταν, επί παραδείγματι, κακό αν ένα μεγάλο ποσοστό των σπιτιών είχαν στη σκεπή τους ηλιακούς συλλέκτες για να ικανοποιούν τις ανάγκες τους σε ηλεκτρικό ρεύμα και να πουλούν το πλεόνασμα στη ΔΕΗ; Δεν πρέπει να εκπίπτουν εξ ολοκλήρου οι σχετικές επενδύσεις (ακόμη και για έναν ηλιακό θερμοσίφωνα) από το φορολογητέο εισόδημα των νοικοκυριών;
Πολλοί αποφεύγουν την οικιακή επένδυση σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας επειδή πρέπει να καταβάλουν άμεσα το κόστος, ενώ το όφελος διαχέεται σε βάθος χρόνου. Τα κίνητρα διά των φορολογικών εκπτώσεων μπορούν να αντιστρέψουν αυτήν την κατάσταση. Και ποιος ξέρει; Μπορεί τελικά η σημερινή παραγωγή ρεύματος (κεντρικά από τη ΔΕΗ) να επαρκεί…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 28.6.2007