Η χώρα που το 2004 ένιωθε ότι μπορεί να κάνει τα πάντα, τώρα νιώθει ότι τίποτε δεν μπορεί να γίνει.
Προ μηνός περίπου είκοσι δύο κορυφαίοι Ελληνες επιστήμονες δημοσίευσαν μια διακήρυξη για το μέλλον της έρευνας στη χώρα. Κατέθεσαν προτάσεις και επεσήμαναν το επείγον της ανάγκης να μεταρρυθμιστούν τα κακώς κείμενα σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα. «Απαιτείται», κατέληγαν στο κείμενό τους, «συντονισμένη προσπάθεια από καταξιωμένους επιστήμονες, την Πολιτεία και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ώστε να περάσει στη νέα γενιά το μήνυμα ότι ο δρόμος της επιστημονικής έρευνας, με τον οποίο συνδέονται ενδογενώς η αξιοκρατία, η ανιδιοτέλεια και η συνεχής αναζήτηση της αλήθειας, αποτελεί πρότυπο δημιουργικής ζωής… Πιστεύουμε ότι οι παραπάνω θέσεις είναι προφανείς, υποστηρίζονται από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων ερευνητών. Η υλοποίηση των προτεινόμενων αλλαγών είναι εξαιρετικά επείγουσα. Αν δεν υλοποιηθούν ταχύτατα, το κόστος για τη χώρα θα είναι τεράστιο, και μάλλον δεν θα έχει νόημα ενδεχόμενη καθυστερημένη εφαρμογή τους». («Καθημερινή» 6/7/2008)
Παρά το γεγονός ότι όλοι αντιλαμβάνονται ότι η εφαρμογή των δημοσιευμένων προτάσεων είναι εξαιρετικά επείγουσα, παρά το γεγονός ότι οι 22 κορυφαίοι επιστήμονες ζητούν συντονισμένη προσπάθεια επιστημόνων ερευνητών, Πολιτείας, και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης η σιωπή ακολούθησε την κραυγή αγωνίας. Δεν υπήρξαν καν οι συνήθεις καταγγελίες κατά των «δυτικοσπουδαγμένων επιστημόνων» που ζητούν (Θου Κύριε!) αξιολόγηση του ερευνητικού έργου πανεπιστημιακών τμημάτων και ερευνητικών κέντρων ή προστασία της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών όχι μόνο από το κράτος, αλλά και από ομάδες που το καταλύουν καταλαμβάνοντας τα κτίρια των ΑΕΙ και ΤΕΙ. «Η παραβίαση της ομαλής λειτουργίας των ερευνητικών φορέων, η οποία κορυφώνεται με τις καταλήψεις στα πανεπιστήμια, δεν έχει θέση σε μια δημοκρατία και θα πρέπει να αποδοκιμάζεται απερίφραστα απ’ όλες τις πολιτικές δυνάμεις, ώστε να εκλείψει οριστικά», έγραψαν.
Δεν σιώπησαν όμως μόνο οι μαζικοί φορείς και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης -αυτά που διαρκώς εγκαλούν τους πολιτικούς για απουσία πολιτικής συζήτησης- σιώπησε και η επίσημη Πολιτεία. Ενώ έχουμε κοτζάμ Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας στην οποία όφειλε να σημάνει συναγερμός μετά την εν λόγω δημοσίευση (δεν είναι δα και μικρό πράγμα να δημοσιοποιείται ένα τέτοιο κείμενο με αυτές τις υπογραφές), ενώ όφειλε να καταθέσει τις προτάσεις ή αντιρρήσεις της, ένα χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των μέτρων με τα οποία συμφωνεί και από εδώ υπήρξε σιωπή. Λες και οι παθογένειες στον τομέα της έρευνας αφορούν μια τρίτη χώρα και οι προτάσεις άλλο χώρο.
Το κυριότερο όμως συμπέρασμα της σιωπής -όχι μόνο γι’ αυτή τη βαθιά πολιτική πρόταση, αλλά για κάθε πρόταση- είναι άλλο. Η χώρα που το 2004 ένιωθε ότι μπορεί να κάνει τα πάντα, τώρα νιώθει ότι τίποτε δεν μπορεί να γίνει. Οι αγωνίες κάποιων γίνονται κατανοητές με ένα κούνημα του κεφαλιού, που σημαίνει «δίκιο έχουν, αλλά τι θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς;» Η χώρα έχει μπει σε εκείνη την φάση της παραλυτικής κατάθλιψης, όπου όλα τα στραβά μοιάζουν αναπόφευκτα και πέρα από τις δικές μας δυνάμεις. Κι αυτό το αίσθημα είναι χειρότερο από τα στραβά που δεν διορθώνονται.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 3.8.2008