Η κυβέρνηση δυστυχώς ανοίγει και το κορυφαίο θέμα του ασφαλιστικού μόνο για επικοινωνιακούς σκοπούς. Θέλει απλώς να δείξει ότι κάτι κάνει.
Ο διάλογος είναι ένα πολύ ωραίο πράγμα. Κατά τι θεοποιημένος στην Ελλάδα -όπως όλα τα πράγματα που κατά καιρούς έρχονται στη μόδα- αλλά χρήσιμος. Μπορεί να λύσει παρεξηγήσεις, να διορθώσει με κοινή συναίνεση κακώς κείμενα, και τελικώς να επιμερίσει ευθύνες. Επειτα από έναν διάλογο όπου όλοι καταθέτουν τις προτάσεις τους βγαίνει ο λογαριασμός. Ο λαός κρίνει και τον ξεροκέφαλο και τον μπαγαπόντη.
Η κυβέρνηση αποφάσισε να κάνει διάλογο για το ασφαλιστικό και μπράβο της. Σε ολόκληρο τον κόσμο με διάλογο των κοινωνικών εταίρων αμβλύνθηκε το πρόβλημα. Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης, των επιχειρηματικών και των κοινωνικών εταίρων κάθισαν σε ένα τραπέζι, έβαλαν κάτω τα νούμερα, είδαν ότι το σύστημα οδεύει σε χρεοκοπία και αποφάσισαν τον ρεφενέ. Κάτι εγγυήθηκε το κράτος, κάτι έβαλαν οι επιχειρηματίες, κάτι προσέφεραν οι εργαζόμενοι και κάτι γίνεται. Πρώτα απ’ όλα όμως είδαν τα νούμερα, που για το δικό μας ασφαλιστικό ακόμη ψάχνουμε. Επί συγκεκριμένων αριθμών συζήτησαν και επί αυτών αποφάσισαν.
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση κάλεσε τα κόμματα και τους κοινωνικούς εταίρους σε ένα ραντεβού στα τυφλά. Ζήτησε να γίνει διάλογος για το ασφαλιστικό χωρίς να καταθέσει στοιχεία και χωρίς να αρθρώσει πρόταση. Με άλλα λόγια τους κάλεσε να αερολογήσουν: «πω-πω, τι πρόβλημα έχει το ασφαλιστικό!». «Ναι, βρε παιδάκι μου! Μάλλον θα καταρρεύσουν τα Ταμεία!».
Μόνο που έτσι ο διάλογος τελειώνει αυθημερόν. Δεν έχει νόημα να συζητούν για κάτι που όλοι συμφωνούν. Κι έτσι ακριβώς έγινε. Η συζήτηση τελείωσε άμα τη ενάρξει: Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έφυγαν και εντός ολίγου θα αποχωρήσει η ΓΣΕΕ. Πολύ καλά κάνουν: δεν έχει νόημα σοβαροί άνθρωποι να πηγαίνουν στη Βουλή για να κοιτάζονται στις επιτροπές.
Η κυβέρνηση δυστυχώς ανοίγει και το κορυφαίο θέμα του ασφαλιστικού μόνο για επικοινωνιακούς σκοπούς. Θέλει απλώς να δείξει ότι κάτι κάνει. Χωρίς να είναι έτοιμη με στοιχεία και χωρίς να πάρει το ρίσκο της πρότασης καλεί σε διάλογο στα τυφλά.
Τι θα μπορούσε να γίνει; Από το 2003, με τον νόμο Ρέππα, θεσπίστηκε μια Εθνική Αναλογιστική Αρχή. Σκοπός της είναι να συνεισφέρει τα χαμένα στοιχεία του διαλόγου. Δούλεψε; Κανείς δεν ξέρει. Από την άλλη υπάρχουν οι αναλογιστικές μελέτες από την εποχή Γιαννίτση. Ανθρωποι που γνωρίζουν καλά το ασφαλιστικό λένε ότι τα στοιχεία από τότε δεν έχουν αλλάξει δραματικά. Από τη στιγμή που δεν υπάρχουν νέες αναλογιστικές μελέτες θα μπορούσε να ξεκινήσει η συζήτηση με βάση αυτά τα στοιχεία.
Υπάρχει ένας νόμος που υποχρεώνει τα Ταμεία να δημοσιεύουν κατ’ έτος ισολογισμούς. Δεν εφαρμόστηκε ποτέ παρόλο που προβλέπει αυτόματη παύση των διοικήσεων όταν δεν δημοσιεύουν ισολογισμούς. Δεν έπρεπε ο αρμόδιος υπουργός -έστω τώρα- να υποχρεώσει τα Ταμεία να του παραδώσουν ισολογισμούς για να τους καταθέσει στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής; Αφού δεν μπορεί ελλείψει μελετών να συζητηθεί το μέλλον του ασφαλιστικού, να μη μάθουμε τουλάχιστον τι συμβαίνει στο παρόν;
Δυστυχώς, μια ακόμη μεταρρύθμιση βυθίζεται στην προχειρότητα και τον «επικοινωνισμό». Σε βάρος, φυσικά, της χώρας και των επόμενων γενεών…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 21.10.2007