Το κράτος αντί μοιράζει όλα τα λεφτά στους δημιουργούς πρέπει να δημιουργήσει υποδομές για την αγορά της τέχνης.
Αθόρυβα σχεδόν πέρασε από τα ελληνικά Μέσα Mαζικής Ενημέρωσης μια σημαντική πρωτοβουλία του υπουργείου Πολιτισμού. Σημαντική και ως προς το μέγεθος, αλλά και ως ιδέα. Πριν από δύο βδομάδες λοιπόν συγκεντρώθηκαν στη Θεσσαλονίκη περί τα 200 καλλιτεχνικά σχήματα (θεατρικά, χορευτικά κ.λπ.) για να εκθέσουν τη δουλειά τους. Σε μια μεγάλη αγορά που έστησε ο Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού, είχαν το περίπτερό τους γνώρισαν και γνωρίστηκαν με συναδέλφους και πελάτες τους κι έκλεισαν κάποιες δουλειές. Το «1st Balkan Performing Arts Market» όμως ήταν πολύ περισσότερα από τις 170 παραστάσεις που δόθηκαν στη Θεσσαλονίκη και τους 60.000 περίπου θεατές που πέρασαν. Hταν κυρίως μια ιδέα για το τι μπορεί να κάνει το κράτος για τον πολιτισμό, πέρα από το να ταΐζει (με εξ ορισμού υποκειμενικά κριτήρια) κάποιους δημιουργούς. ηταν η πρώτη φορά που ξεπήδησε μια στρατηγική για τη δημιουργία αγοράς σε ένα χώρο που πολλοί πιστεύουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει αγορά.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα συνηθίσαμε τους καλλιτέχνες επαίτες κάποιου κονδυλίου από τον κρατικό προϋπολογισμό. Aνθρωποι που κατά κανόνα θα πρέπει να είναι περήφανοι, στριμώχνονται στους διαδρόμους της εξουσίας και όσοι εξ αυτών έχουν τις περισσότερες πολιτικές διασυνδέσεις ή μπορούν να εξυπηρετήσουν περισσότερο αλλότριους του πολιτισμού στόχους (υπουργών, βουλευτών, κομμάτων κ.λπ.) παίρνουν δουλειές. Eτσι κι αλλιώς η τέχνη δεν αποτιμάται με ποσοτικούς όρους. Οποιοσδήποτε μπορεί να πάρει κάποια δουλειά, παρουσιάζοντας κάτι που φαντάζει ως τέχνη και μπορεί να είναι ή να μην είναι. Το κυριότερο, οποιοσδήποτε πολιτικός μπορεί να μοιράσει δουλειές χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανένα. Η τέχνη δεν έχει να κάνει με λογαριασμούς και γι’ αυτό πολλάκις χρησιμοποιείται για να μοιράζονται χρήματα σε φίλους ή ημέτερους καλλιτέχνες.
Είναι προτιμότερο λοιπόν να έχουμε να κράτος το οποίο αντί να μοιράζει λεφτά (αυτά, ακόμη κι αν δίνονται με τις καλύτερες δυνατές προθέσεις δημιουργούν υποψίες καλλιτεχνικής διαπλοκής και βέβαιες αντιπαλότητες) να φτιάξει κάποιους θεσμούς. Να δημιουργήσει υποδομές για την αγορά της τέχνης. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάψει η απευθείας επιδότηση (τα κλασικά έργα, για παράδειγμα, είναι μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας και πρέπει να χρηματοδοτούνται, όπως χρηματοδοτείται η Παιδεία, από τον κρατικό προϋπολογισμό) αλλά ένα σημαντικό κονδύλι πρέπει να δοθεί ώστε να φύγουν οι καλλιτέχνες από τους διαδρόμους των υπουργείων να βγουν στον κόσμο, να εκθέσουν την πραμάτεια τους, να κλείσουν δουλειές και με άλλους πέραν του στενού κρατικού μηχανισμού φορείς. Αυτοί μπορεί να ανήκουν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, φεστιβάλ εγχώρια ή της αλλοδαπής, ακόμη και μεγάλες επιχειρήσεις. Στο εξωτερικό κάθε επιχείρηση ή φορέας που κάνει μια συνάντηση π.χ. πωλητών προσφέρει και μια αποκλειστική θεατρική παράσταση ή μια συναυλία. Είναι μια αγορά που δεν έχει ακόμη επαρκώς αναπτυχθεί στη χώρα.
Η σύναξη της Θεσσαλονίκης είναι το πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Η βασική του συμβολή όμως είναι ιδεολογική. Δείχνει σε χιλιάδες απασχολούμενους με τον πολιτισμό ότι υπάρχουν κι άλλοι πέραν της οδού Μπουμπουλίνας δρόμοι για να ζήσει κάποιος από την τέχνη. Αποδεικνύει τοις πράγμασι ότι ο κρατικός προϋπολογισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί με έξυπνους τρόπους, ώστε να μείνει κάτι μετά τις δαπάνες. Είναι τέλος πάντων ένα έξυπνο και φιλελεύθερο μέτρο της κυβέρνησης, από κείνα που δυστυχώς δεν είδαμε πολλά.
Το «Balkan Performing Arts Market» είναι ένας θεσμός είναι σημαντικός. Μακάρι να ζήσει, να μεγαλώσει και κάποια στιγμή να ιδιωτικοποιηθεί.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.6.2006