Αντί να περιμένουμε το δίκτυο σχολικών βιβλιοθηκών, μήπως πρέπει να κάνουμε μία μεγάλη ηλεκτρονική βιβλιοθήκη που θα έχουν πρόσβαση όλοι οι μαθητές και όλοι οι πολίτες;
Οι σχολικές βιβλιοθήκες είναι πραγματικότητα σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, αλλά παραμένουν αίτημα για την Ελλάδα. Από τη δεκαετία του 1980 ολημερίς τις σχεδιάζουμε, αλλά το βράδυ πάντα κάτι συμβαίνει και γκρεμίζονται. Μόνο που, αναβολή στην αναβολή, ο κόσμος άλλαξε κρυφά το αίτημα. Νέες τεχνολογίες μετάδοσης της γνώσης κάνουν πλέον τις βιβλιοθήκες παρωχημένες.
Μια σχολική βιβλιοθήκη χρειάζεται βιβλία, χώρο να στεγαστεί, οργάνωση να λειτουργήσει και έχει κόστος να συντηρηθεί. Με δεδομένο, μάλιστα, τον σεβασμό που διδάξαμε στα παιδιά να δείχνουν στα βιβλία, είναι σίγουρο ότι αν υπάρξει θαύμα, αυτό θα κρατήσει τρεις μέρες. Αν τελικά δημιουργηθεί ένα τεράστιο δίκτυο βιβλιοθηκών (μιλάμε για χιλιάδες σχολεία σε κάθε γωνιά της επικράτειας), σε λίγο καιρό θα δούμε ρεπορτάζ στα κανάλια για την «άθλια κατάσταση στην οποία βρίσκεται η βιβλιοθήκη της ψ κωμοπόλεως» και θα ακούμε διαμαρτυρίες διότι «στις ακριτικές περιοχές τάδε και δείνα δεν έχουν πάει ακόμη τα νέα βιβλία».
Από κει και πέρα θα έχουμε στοιβαγμένο χαρτί σε κάποιους χώρους που πρέπει να φτιαχτούν, σε μια χώρα που τα σχολεία δεν έχουν ακόμη τις απαιτούμενες αίθουσες διδασκαλίας. Θα έχουμε κεντρική και περιφερειακή γραφειοκρατία στη διακίνηση των βιβλίων. Θα υπάρξουν γκρίνιες και καταγγελίες των εκδοτών «γιατί επιλέχθηκαν τα χ βιβλία και όχι τα δικά μας, που είναι και καλύτερα». Να μην μιλήσουμε για τοπικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας «πώς μπορεί στη δική μας βιβλιοθήκη να υπάρχει το βιβλίο π.χ. της Ερσης Σωτηροπούλου».
Υπάρχει ένας καλύτερος τρόπος για να φτάσουν τα βιβλία σε κάθε σχολειό της χώρας. Απαιτεί μια κεντρική ηλεκτρονική σχολική βιβλιοθήκη, στην οποία θα έχουν πρόσβαση όχι μόνο οι μαθητές, αλλά όλοι οι Ελληνες πολίτες. Ολα τα σχολεία έχουν πλέον πρόσβαση στο Διαδίκτυο και τα χρήματα που θα διατεθούν (έχοντας πικρή εμπειρία απ’ οτιδήποτε οργανώνει το ελληνικό κράτος, καλύτερο ρήμα είναι το «θα σπαταληθούν») για να διακινηθεί το χαρτί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αγορά δικαιωμάτων και την ψηφιοποίηση βιβλίων. Αυτά δεν θα φθείρονται και κυρίως: δεν θα διακινούνται αιτήσεις του στιλ «παρακαλούμε όπως μας προμηθεύσετε δύο αντίτυπα της “Φόνισσας” υπό Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, ίνα αντικαταστήσουμε τα παλαιά που έχουν φθαρεί, χαθεί κ.λπ.» και απαντήσεις του στιλ «μελετήσαμε προσεκτικά το αίτημά σας, αλλά στην παρούσα συγκυρία δεν μπορούμε να το κάνουμε αποδεκτό διότι το υπουργείο Οικονομικών δεν παρέχει επιπλέον κονδύλια για την αντικατάσταση φθαρμένων βιβλίων ή ο εκδοτικός οίκος δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη ζήτηση. Παρακαλούμε υποβάλλετε το ίδιο αίτημα του χρόνου».
Σίγουρα κάποιοι θα πουν ότι άλλο το βιβλίο και άλλο η ηλεκτρονική του έκδοση. Θα ακουστούν τα ρομαντικά για την οσμή της τυπωμένης μελάνης, για τα παιδιά που θα έχουν στο προσκέφαλό τους ένα βιβλίο. Σωστά κι άγια μπορεί να είναι όλα αυτά, αλλά τα κονδύλια δεν είναι απεριόριστα για να ικανοποιηθεί και η όσφρηση των μαθητών. Ας εξασφαλίσουμε ότι κάποια κείμενα θα είναι προσβάσιμα από κάθε μαθητή κι από κει και πέρα με τοπικές πρωτοβουλίες, μπορούν να δημιουργηθούν κατά τόπους βιβλιοθήκες.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 14.11.2008