Εκτός της εξιστόρησης κάποιων ιστορικών γεγονότων στα οποία πρωταγωνίστησε ο τέως πρωθυπουργός, στο βιβλίο του υπάρχουν σημαντικά στοιχεία τα οποία, επειδή δεν εμπεριέχουν τόσο γαργαλιστικές λεπτομέρειες, κινδυνεύουν να μείνουν εκτός δημόσιου διαλόγου.
Δύο κεφάλαια έκλεψαν την προσοχή των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης από το πυκνό 670σέλιδο βιβλίου του τέως πρωθυπουργού, Κώστα Σημίτη («Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα 1996-2004», εκδόσεις «Πόλις»). Και τα δύο ήταν αφηγηματικά. Το ένα εξιστορούσε τη δραματική νύχτα των Ιμίων και το δεύτερο έδινε λεπτομέρειες για το πώς μεθοδεύτηκε η διαδοχή στο ΠΑΣΟΚ.
Ήταν σημαντικά και τα δύο, αλλά δεν ήταν τα σημαντικότερα. Αποκαλύπτουν πώς παίρνονται οι αποφάσεις στους μυθοποιημένους διαδρόμους της εξουσίας, πώς λειτουργεί το σύστημα υπό πίεση και ίσως εξ αντανακλάσεως να βγαίνουν συνολικότερα συμπεράσματα.
Πέρα όμως από την εξιστόρηση κάποιων ιστορικών γεγονότων στα οποία πρωταγωνίστησε ο τέως πρωθυπουργός, υπάρχουν σημαντικά στοιχεία τα οποία, δεν εμπεριέχουν γαργαλιστικές λεπτομέρειες (σου ‘πα, μου ‘πες), κινδυνεύουν να μείνουν εκτός του δημόσιου διαλόγου. Είναι δε σημαντικά γιατί προκύπτουν από την εμπειρία ενός ανθρώπου που κυβέρνησε επί οκταετία και πολλά απ’ αυτά δεν μπόρεσε να τα αντιμετωπίσει, με αποτέλεσμα να ταλανίζουν ακόμη τον τόπο και φυσικά την νυν κυβέρνηση.
Για παράδειγμα, σε ένα πολύ πυκνό και σημαντικό κεφάλαιο, που φέρει τον τίτλο «Παράπλευρες αντιθέσεις», περιγράφονται οι αγκυλώσεις του πολιτικού και κοινωνικού συστήματος, αγκυλώσεις τις οποίες και ο ίδιος ομολογεί ότι αντιμετώπισε με «περιορισμένη επιτυχία».
«Οι αναχρονιστικές νοοτροπίες και πρακτικές του πολιτικού μας πολιτισμού μας», γράφει, «αποτέλεσαν μια μεγάλη αλλά και υπόγεια δυσκολία, που είχε να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση την οκταετία. Η επιτυχία υπήρξε περιορισμένη. Οι κοινωνικές στάσεις αλλάζουν μόνο βαθμιαία και έπειτα από συνεχείς προσπάθειες των πολιτικών και κοινωνικών ηγεσιών επί πολλά χρόνια. Πριν από τις εκλογές του 2004, για παράδειγμα, μεσαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ από την περιφέρεια ανέφεραν ότι “χάνουμε ψήφους γιατί μας ζητάνε διορισμούς και δεν ανταποκρινόμαστε”». (σελ. 538). Θυμίζει κάτι το τελευταίο στα στελέχη και στους υπουργούς της Νέας Δημοκρατίας;
Καλή η καταγραφή και η απαρίθμηση των αγκυλώσεων μπορεί να σκεφτεί κάποιος. Πώς όμως αντιμετωπίζονται; «Ο εκσυγχρονισμός δεν προχωρεί με το ρυθμό που διατάσσεται» γράφει ο κ. Σημίτης. «Η κυβέρνηση μπορεί να επιβάλει μεταρρύθμιση σε μια δραστηριότητα που εξαρτάται άμεσα από την κρατική εξουσία… Δεν μπορεί όμως να αλλάξει νοοτροπίες και κοινωνικές στάσεις… Η αλλαγή σε εδραιωμένες νοοτροπίες απαιτεί κοινωνική κινητοποίηση, απαιτεί διάχυτες λειτουργικές και θεσμικές αλλαγές που θα επηρεάσουν στο χρόνο τις συμπεριφορές των πολιτών…» (σελ. 550).
Οι αναχρονιστικές αυτές αντιθέσεις, πολλές από τις οποίες καλλιέργησε και φούντωσε το πρότερο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου (εθνοκεντρισμός, λαϊκισμός, ισοπέδωση κ.λπ.), καταγράφονται λεπτομερώς από τον κ. Σημίτη. Μερικά αποσπάσματα μόνον:
Εθνοκεντρισμός: «Η αλαζονεία όλων εκείνων που πιστεύουν ότι εμείς κατέχουμε την αλήθεια και μπορούμε να αδιαφορήσουμε για τους άλλους λαούς δεν είναι παρά έκφραση ημιμάθειας και ανασφάλειας απέναντι στο καινούργιο…» (σελ. 527).
Λαϊκισμός: «Ο λαϊκισμός απλοποιεί. Απευθύνεται όχι στο λογικό επιχείρημα, αλλά στο πηγαίο συναίσθημα… Ενδιαφέρεται μόνο να προκαλέσει διαμαρτυρίες και να συγκεράσει απογοητεύσεις σε μια καθολική άρνηση. Ενδιαφέρεται να συσπειρωθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι, ασχέτως των πεποιθήσεών τους, κατά του εχθρού που υποδεικνύει. Ο λαϊκισμός με τον τρόπο αυτό μεταθέτει τα προβλήματα από το επίπεδο των κοινωνικών σχέσεων, της λειτουργίας της οικονομίας και των θεσμών σε ένα επίπεδο σχέσεων των πολιτών προς τους κυβερνώντες. Κατά το λαϊκιστικό λόγο, οι πολίτες δεν έχουν κανένα λόγο να προβληματίζονται με το πώς λειτουργεί η οικονομία και η κοινωνία. Οφείλουν να στρέφονται αδιαμεσολάβητα στους ηγέτες και να απαιτούν…» (σελ. 595).
Ισοπεδωτική μεταχείριση: «Οι ρυθμίσεις, οι οποίες είτε καθιερώνουν κρίσεις εκεί που άλλοτε αρκούσαν τυπικά προσόντα είτε συνεπάγονται προσπάθεια για καλύτερες επιδόσεις, προκαλούν αντιδράσεις… Η ποιότητα της εργασίας θεωρείται δεδομένη και κρίνεται για όλους ως περίπου η ίδια. Η ισοπεδωτική μεταχείριση αποτελεί ως εκ τούτου, κατά μια δεδομένη άποψη, προοδευτικό κεκτημένο…» (σελ. 530).
Τοπικισμός: «Δημιουργεί τον κίνδυνο να υπαχθεί η ανάπτυξη της περιφέρειας σε κριτήρια ανορθολογικά, με αρνητικές συνέπειες για τη χώρα…» (σελ. 531).
Πελατειακές νοοτροπίες: «Η αντίληψη του “δικού μας κράτους”, που οφείλει να “διορίζει τα δικά μας παιδιά” και να εξυπηρετεί τους “δικούς μας”, παραμένει ισχυρή… Η πρακτική να χρησιμοποιούνται στη διοίκηση μόνον εκείνοι που έχουν τα προσόντα δεν είναι ούτε απλή ούτε αυτονόητη. Είναι όμως προϋπόθεση για μια ευνομούμενη πολιτεία…» (σελ. 532).
Συντεχνιακές νοοτροπίες: «Οι ομάδες πίεσης… έχουν ενσωματωθεί στη ζωή του κράτους και δεν υπόκεινται σε ελέγχους, δημόσια κριτική και αποτίμηση της συμπεριφοράς τους. Το αποτέλεσμα είναι οι συνδικαλιστικές και συντεχνιακές εκπροσωπήσεις να επηρεάζουν υπέρμετρα τις κυβερνητικές και κομματικές επιλογές. Τα συμφέροντα των καταναλωτών, των πολιτών ή της πολιτείας υποχωρούν… Αλλά και στον επιχειρηματικό κόσμο υπάρχουν αντίστοιχες συμπεριφορές. Τα αναπτυξιακά κίνητρα δεν θεωρούνται ποτέ επαρκή, οι φορολογικές μειώσεις ποτέ ικανοποιητικές… Όμως οι βασικές προϋποθέσεις της ανταγωνιστικότητας, δηλαδή η καλύτερη οργάνωση των επιχειρήσεων, η εκπαίδευση του προσωπικού, η εφαρμογή νέων τεχνολογιών, θεωρούνται πάντα ευθύνη “των άλλων”, της κυβέρνησης…» (σελ. 534).
Περιορισμός της κοινωνικής ευθύνης: «Μια ανασφαλής κοινωνία… συντηρεί στάσεις και απόψεις που οδηγούν στον περιορισμό της κοινωνικής ευθύνης του πολίτη εκεί που η σύγχρονη ζωή απαιτεί αυξημένη υπευθυνότητα και συμμετοχή… Στην κοινωνική μας ζωή η αποφυγή της υπευθυνότητας παίρνει την μορφή μετάθεσης ευθυνών σε άλλους. Όσο ψηλότερα ευρίσκονται οι υποτιθέμενοι υπεύθυνοι τόσο πιο πειστική είναι στην κοινή γνώμη η ένσταση “φταίει ο άλλος”…» (σελ. 535).
Οι διαχωριστικές γραμμές: «Οι γραμμές αντιπαράθεσης διαπερνούν οριζόντια τα κόμματα. Σε κάθε κόμμα οι οπαδοί του υποστηρίζουν διαφορετικές και αντίθετες αποφάσεις…» (σελ. 537).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 7.11.2005