Πού οφείλεται το γεγονός ότι ο παλιός καιρός φαντάζει καλός;
Πολλές φορές σκοντάφτουμε σε κείμενα ή συζητήσεις που μεταφέρουν μια απέραντη νοσταλγία για τα παλιά. Τότε που όλα ήταν πιο καθαρά (σε ό, τι αφορά το περιβάλλον), πιο μελωδικά (σε ό, τι αφορά τα τραγούδια), πιο στοχαστικά (σε ό, τι αφορά τα βιβλία) και πιο αγνά (σε ό, τι αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις) κ. λπ.
Αν πάρουμε τοις μετρητοίς όλα όσα λέγονται και γράφονται πρέπει να βλασφημάμε τους ανθρώπους εκείνης της εποχής που δεν υπήρξαν αρκούντως συντηρητικοί, ώστε να κρατήσουν εκείνη την τέλεια -σε όλες τις εκφάνσεις της- κοινωνία ανέπαφη. Βέβαια, εδώ μπορεί να συναντήσουμε ένα μικρό πρόβλημα: συνήθως εκείνοι που νοσταλγούν τον «παλιό καλό καιρό», είναι οι νέοι εκείνου του παρελθόντος, δηλαδή οι άνθρωποι που τότε ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο. Με άλλα λόγια, οι περισσότεροι από εκείνους που νοσταλγούν τα παλιά, μουτζώνουν τη νιότη που νοσταλγούν, και τη μικρή ή μεγάλη επανάσταση που τότε ήθελαν ή έκαναν.
Πού οφείλεται όμως το γεγονός ότι ο παλιός καιρός φαντάζει καλός; Κατ’ αρχήν στην ασθενή μνήμη. Οπως και να το δει κάποιος, τα τελευταία τετρακόσια χρόνια η υλική ευημερία των ανθρώπων διαρκώς αυξάνεται. Μπορεί να υπάρχουν καθυστερήσεις, ή ανισότητες, αλλά το γεγονός είναι ένα: οι σημερινοί άνθρωποι ζουν περισσότερο και ζουν -τουλάχιστον από άποψη υλικών απολαβών- καλύτερα. Το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε (υπερδιπλασιάστηκε στον δυτικό κόσμο) και σήμερα δεν πεθαίνουν παιδιά από ένα απλό κρυολόγημα. Αν, λοιπόν, συγκρίνει κάποιος την υλική βάση του «παλιού καλού καιρού» με τα σημερινό, σίγουρα δεν πρέπει να νοσταλγεί τις πολλές κακουχίες του παρελθόντος.
Βεβαίως, κάποιος μπορεί να αντιτείνει ότι «ουκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος» και ότι η πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία του παρελθόντος ήταν πιο σημαντική από τη σημερινή, που κατακλύζεται από βιβλία της σειράς και σκυλοτράγουδα. Απόδειξη, ότι ακόμη τραγουδάμε Τσιτσάνη, αλλά θα ξεχάσουμε (αμήν και πότε…) τα τραγούδια του κ. Νίκου Καρβέλα.
Μόνο που η μέθοδος σύγκρισης αδικεί το παρόν. Στην ουσία συγκρίνουμε τα αριστουργήματα μιας παρελθούσας περιόδου, δηλαδή εκείνα που επιβίωσαν σε μια δαρβινικού τύπου εξελικτική διαδικασία, με τον σημερινό σωρό. Μέσα, όμως, από τον σημερινό σωρό κάποια -τα περισσότερα- έργα θα πεταχτούν εκεί που βρίσκονται πολλοί σύγχρονοι του Τσιτσάνη. Κάποια άλλα θα μείνουν για να γίνουν κλασικά, αλλά και σημεία αναφοράς των σημερινών νέων. Αυτοί μετά σαράντα-πενήντα χρόνια θα αποφαίνονται στα σοβαρά: «δεν γράφονται πια βιβλία σαν κι αυτό» ή «κάποτε τα τραγούδια ήταν μελωδικά. Σήμερα είναι απλός θόρυβος». Επιπλέον: σήμερα, εξαιτίας της μεγαλύτερης ευημερίας και την ανάπτυξη της τεχνολογίας δίνεται σε πολλούς περισσότερους ανθρώπους η δυνατότητα να ασχοληθούν με τα γράμματα και τις τέχνες. Αυτό θα παράγει μεν περισσότερη σαβούρα, αλλά και περισσότερα καλά έργα.
Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι δεν νοσταλγούν τον «παλιό καλό καιρό», αλλά τη νιότη τους. Κυρίως νοσταλγούν τις αντοχές που είχαν για να αντεπεξέλθουν στις πολλές κακουχίες του παρελθόντος. Αντοχές που δεν έχουν σήμερα για να αντιμετωπίσουν τα λιγότερα σε σχέση με τον «παλιό καλό καιρό» προβλήματα του παρόντος.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 19.1.2008