Ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών είδε τις θερμές ελληνικές εκδηλώσεις στο στάδιο «υπέρ Κέντερη» και κατά των Αμερικανών αθλητών και αποφάσισε να μην διακινδυνεύσει ένα γιουχάισμα σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση προς όλο τον κόσμο.
Το λαϊκό κίνημα επέτυχε χθες μια ακόμη περήφανη νίκη. Αντιγράφω την ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών. «Ο Υπουργός των Εξωτερικών των Η.Π.Α., κ. Κόλιν Πάουελ επικοινώνησε με τον Υπουργό των Εξωτερικών, κ. Πέτρο Μολυβιάτη προκειμένου να τον ενημερώσει ότι δεν θα καταστεί δυνατό, λόγω εκτάκτων υποχρεώσεων, να πραγματοποιήσει την επίσκεψή του στην Αθήνα για να παραστεί στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων.»
Αυτό με λίγα λόγια μεταφράζεται ότι ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών είδε τις θερμές ελληνικές εκδηλώσεις στο στάδιο «υπέρ Κέντερη» και κατά των Αμερικανών αθλητών και αποφάσισε να μην διακινδυνεύσει ένα γιουχάισμα από κάποια μειοψηφία ή πλειοψηφία θεατών κατά την τελετή λήξης. Κανείς δεν πάει επίσκεψη για να τον γιουχάρουν, και μάλιστα σε ένα παγκόσμιας εμβέλειας γεγονός το οποίο σημειωτέον θα δουν 4 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση. Αυτό θα ήταν πολιτική αυτοκτονία.
Το ερώτημα όμως είναι άλλο: θέλαμε την επίσκεψη Πάουελ ή όχι; Η μία απάντηση είναι το ηρωικό «όχι». Δεν φτάνει που είναι «γεράκι» και «φονιάς των λαών» -όπως αναγράφηκε στο πανό που κρέμασε το ΚΚΕ στην Ακρόπολη- μας κλέβει και στο ντόπινγκ. Κι εντάξει! Το πρώτο να το καταπιούμε. Το δεύτερο όμως πώς να το χωνέψουμε;
Από την άλλη μεριά όμως αποζητούσαμε εναγωνίως την επίσκεψη ενός υψηλά ιστάμενου Αμερικανού. Όχι, για λόγους ψυχοθεραπείας -για να ξεδώσουν δηλαδή κάποιοι εντός κι εκτός γηπέδων. Θέλαμε την επίσκεψη Πάουελ ως ένα μήνυμα στην εσωτερική αγορά των ΗΠΑ ότι η Ελλάδα είναι μια ασφαλής και ωραία χώρα. Μια χώρα που αξίζει να επισκεφθούν οι συμπατριώτες του και να ξοδέψουν τα δολάριά τους. Φυσικά αυτοί είναι οικονομίστικοι υπολογισμοί. Λίγοι μπορούν να τους κάνουν εκ των προτέρων και σίγουρα όχι εκείνοι που έβγαζαν το υπό τη σημαία Κεντέρη γινάτι τους στους αμερικανούς δρομείς των 200 μέτρων. (Σ.Σ.: εκ των υστέρων το λογαριασμό θα κάνουν πολλοί ξενοδόχοι, ταβερνιάρηδες και άλλοι της τουριστικής βιομηχανίας του χρόνου το καλοκαίρι)
Αυτοί βέβαια που μπορούσαν κι έπρεπε να το σκεφτούν -μιας και είναι δουλειά τους να προβλέπουν- ήταν η πολιτική ηγεσία του τόπου. Δεν μιλάμε για τους κατ’ επάγγελμα και καθ’ έξη αντι-ιμπεριαλιστές αλλά τα δύο μεγάλα κόμματα τα οποία κράτησαν την στάση των «τριών σοφών μαϊμούδων» (δεν άκουσαν, δεν είδαν, δεν είπαν) σχετικά με το θέμα. Δεν υπήρξε ούτε μία φωνή καταδίκης για τον τελικό των 200 μέτρων στο ΟΑΚΚΑ. Ούτε από το ΠΑΣΟΚ, ούτε από την Ν.Δ.
Η σιωπή τους έχει να κάνει με μια μεγάλη παρεξήγηση που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία. Δυστυχώς στα δύο μεγάλα κόμματα η φραστική καταδίκη κάποιας δράκας φωνασκούντων λογίζεται ως αντιδημοκρατική συμπεριφορά. Δεν είναι όμως έτσι. Το γεγονός ότι κάποιοι έχουν την ελευθερία της γνώμης τους δεν απαγορεύει και στους άλλους να έχουν επίσης την ελευθερία της άποψής τους. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση. Καθένας έχει το δικαίωμα της άποψης. Και αυτοί που φωνασκούν και εκείνοι που τους βλέπουν. Το να επιτρέπεις σε κάποιον να λέει την άποψή του για ένα θέμα, δεν σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να του απαντήσεις. Ή αλλιώς: το να λέει ελευθέρα κάποιος την γνώμη του είναι δημοκρατία. Αν δεν του απαντάς όταν διαφωνείς είναι λαϊκισμός. Ή εκτός αν συμφωνείς, οπότε προς τι η πρόσκληση προς τον κ. Μπους και το επιτελείο του;
Υ.Γ.: Η χθεσινή ακύρωση της επίσκεψης Πάουελ πρέπει να βάλει σε σκέψη και την Αριστερά. Αυτό που δεν κατάφερε τόσα χρόνια με τόσες διαδηλώσεις -να αποτρέψει δηλαδή την επίσκεψη κάποιου αμερικανού υψηλά ιστάμενου- το κατάφερε το «κίνημα υπέρ Κεντέρη». Αυτό πρέπει να λέει πολλά για την διεισδυτικότητα του αντι-ιμπεριαλιστικού μετώπου στις μάζες…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 29.8.2004