Η Αριστερά -των χορτάτων της Δύσης- μας προειδοποιεί πλέον για τα πάντα και για τα αντίθετά τους.
Ενα είναι σίγουρο: αν ποτέ προχωρήσει η τεχνολογία του υδρογόνου για να αντικαταστήσει τα ορυκτά καύσιμα, κάποιοι θα θρηνήσουν για τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού. Θα μιλούν για «τη συμπαθή τάξη των βενζινάδων που ο ανάλγητος νεοφιλελευθερισμός τούς κλείνει τα πρατήρια» και για τους χιλιάδες εργαζομένους στα διυλιστήρια που θα μείνουν χωρίς δουλειά. Είναι σίγουρο πως θα έχουμε και θρήνους για την αναπόφευκτη φτώχεια στον Περσικό Κόλπο.
Ο αριστερός αρθρογράφος, George Monbiot, θα είναι η πιο προβεβλημένη μοιρολογίστρα της εποχής του υδρογόνου. Για την ακρίβεια η εβδομαδιαία στήλη του στον Guardian, είναι η επιτομή του αριστερού θρήνου. Θα μπορούσε κάλλιστα να έχει τίτλο: «Πάει, χάλασε ο κόσμος!». Τις προάλλες μοιρολογούσε για τα βιοκαύσιμα που θα καταδικάσουν τον -χορτάτο;- Τρίτο Κόσμο στην πείνα (6/11/2007). Ακριβώς μια εβδομάδα πριν μοιρολογούσε για τα ορυκτά καύσιμα που καταστρέφουν το περιβάλλον (30/10/2007). Τον Ιούλιο επιχειρηματολογούσε ότι η στροφή των καταναλωτών σε «οικολογικά προϊόντα» δεν θα σώσει τον πλανήτη κ.ο.κ. Το πρόβλημά του είναι θεολογικό: ότι και να καταναλώσει κάποιος είναι αμαρτία. Παραφράζοντας τον Χένρι Λούις Μέκνεν θα λέγαμε ότι «η σύγχρονη αριστερά χαρακτηρίζεται από τη φριχτή υποψία, ότι κάποιος, κάπου, μπορεί να περνάει καλά». Οτιδήποτε κι αν γίνει, οτιδήποτε νέο κι αν δοκιμαστεί ο Monbiot θα είναι εδώ για να θρηνήσει. Και δεν είναι ο μόνος.
Η Αριστερά -των χορτάτων της Δύσης- μας προειδοποιεί πλέον για τα πάντα και για τα αντίθετά τους. Για τη φτώχεια στις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά και για την αυξημένη ζήτηση που φέρνει η άνοδος του βιοτικού επιπέδου στην Κίνα και στην Ινδία. Για την καταδίκη των αγροτών του Τρίτου Κόσμου -οι οποίοι δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τους πλούσια επιδοτούμενους αγρότες της Ε.Ε. και των ΗΠΑ- αλλά και για το τέλος των επιδοτήσεων στη Θεσσαλία. Το πρόβλημά τους είναι βαθιά ψυχολογικό. Είναι πεπεισμένοι, ότι μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού δεν υπάρχει καμιά ελπίδα για τον κόσμο. Αφού δεν τα κατάφερε η ΕΣΣΔ, κανείς άλλος δεν μπορεί να τα καταφέρει.
Δεν ήταν πάντα εχθροί της προόδου: χειροκροτούσαν τα πενταετή σοσιαλιστικά πλάνα αύξησης της παραγωγής, που επέφεραν τις μεγαλύτερες οικολογικές καταστροφές στην ιστορία του πλανήτη. Κάποιοι απ’ αυτούς, μάλιστα, έτρωγαν φράουλες την άνοιξη του 1986, για να αποδείξουν ότι η σοσιαλιστική ραδιενέργεια του Τσερνόμπιλ ήταν ευεργετική για τον άνθρωπο.
Τη Πρωτοχρονιά του 2003 ο πολύς George Monbiot αποφάνθηκε ότι «κάθε χρόνο η ζωή μας, πάει προς το χειρότερο». «Αν συνυπολογίσουμε παράγοντες όπως η ρύπανση και η σπατάλη των φυσικών πόρων», έγραψε, «βλέπουμε ότι η ποιότητα ζωής στις ΗΠΑ έφθασε στο υψηλότερο σημείο της το 1968. Πηγαίνουμε προς τα πίσω.»
Δεν γνωρίζουμε τον αλγόριθμο του Guardian που μετρά την ποιότητα ζωής, αλλά μόνο τον αντικειμενικό που μετρά το μάκρος της. Το 1970 το προσδόκιμο ζωής στις ΗΠΑ ήταν 70,8 έτη και το 2003 έφτασε τα 77,5 έτη. Δηλαδή από την εποχή που «οι ΗΠΑ άρχιζαν να πηγαίνουν προς τα πίσω» οι άνθρωποι ζουν επτά χρόνια περισσότερο. Και το πιθανότερο είναι να ζουν καλύτερα, αφού δεν διαβάζουν την καταστροφολογία του Monbiot για να αυτοκτονούν μαζικώς…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 1.12.2007