Είναι καλός, άγιος και δημοκρατικός ο διάλογος. Με την προϋπόθεση ότι όλοι οι διαλεγόμενοι μιλούν την ίδια γλώσσα.
Δεν έχουν άδικο όσοι δυσπιστούν στα χρονοδιαγράμματα της κυβέρνησης σχετικά με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Μπορούν να δουν το άτοπον του φθινοπώρου από τον τίτλο του παρ’ ολίγον νομοσχεδίου. Το κείμενο των αλλαγών που κυκλοφόρησε το υπουργείο Παιδείας τιτλοφορείται «Προσχέδιο πρότασης για αλλαγές του θεσμικού πλαισίου για τη δομή και λειτουργία των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων». Δεν μιλάμε, δηλαδή, ούτε σχέδιο αλλαγών ούτε πρόταση. Είναι «προσχέδιο πρότασης», κάτι που σημαίνει ότι θα ακολουθήσει το «σχέδιο πρότασης», μετά θα έλθει η «πρόταση», για να καταλήξουμε (Κύριος οίδε πότε) σε σχέδιο νόμου.
Είναι καλός, άγιος και δημοκρατικός ο διάλογος που πρέπει να γίνεται πριν από κάθε μεταρρύθμιση. Χρειάζεται. Με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι όλοι οι διαλεγόμενοι μιλούν την ίδια γλώσσα. Δεν μπορεί να γίνει διάλογος όταν οι μεν συζητούν για τα σημερινά χάλια κι άλλοι αναφέρονται στο ιδανικό αύριο. Δυστυχώς αυτό που βλέπουμε σε κάθε μεταρρύθμιση είναι ότι κάποιοι αναφέρονται στην υπαρκτή πραγματικότητα, ενώ οι απέναντι αναφέρονται σε «ένα άλλο κόσμο», για τον οποίο ισχυρίζονται ότι «είναι εφικτός». Ενώ οι μεν ισχυρίζονται ότι χωρίς αξιολόγηση δεν αναβαθμίζονται τα ΑΕΙ, οι απέναντι μιλούν για τον κακό καπιταλισμό και την ανάλγητη παγκοσμιοποίηση. Εντάξει! Να συμφωνήσουμε ότι ο καπιταλισμός είναι κάκιστος και η παγκοσμιοποίηση κατάρα, αλλά αυτό τι σχέση έχει με τους αποφοίτους του Παντείου που τα μόνα εργασιακά δικαιώματα είναι στον κλάδο «ντιλίβερι»; Πώς μπορεί να καρποφορήσει ένας διάλογος όταν οι μεν μιλάνε για προγράμματα σπουδών και οι άλλοι για τον σοσιαλισμό;
Καμιά πρόταση δεν μπορεί να συζητηθεί επαρκώς όταν κάποιοι τα έχουν βάλει γενικώς με το «σύστημα. Ισχυρίζονται ότι η Παιδεία μας φτιάχνεται στα μέτρα του κεφαλαίου για να παράγει ειδικότητες που οι επιχειρήσεις θέλουν. Αυτό θα ήταν καλό αν ήταν αληθινό. Δυστυχώς, τα ξένα μονοπώλια μας αποφεύγουν. Πατώσαμε στις ξένες επενδύσεις. Αλλά ούτε οι επιχειρήσεις που μας απέμειναν δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στους αποφοίτους των σχολών μας. Το γεγονός πως 58,3% των πτυχιούχων ψάχνει για δουλειά δύο με πέντε χρόνια σημαίνει ότι η εκπαιδευτική μας διαδικασία δεν παράγει ούτε καν «κρέας για τον αιμοβόρο καπιταλισμό».
Το πρόβλημα στην Παιδεία είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει συνολικά ο τόπος. Είναι δέσμια των μεταπολιτευτικών ρητορειών που θέλει οποιοδήποτε μέτρο εξορθολογισμού να βαφτίζεται «νεοφιλελεύθερο» και να απορρίπτεται χωρίς κουβέντα. Δεν θα απολυθεί ποτέ κανείς ως ανεπαρκής από τη δημόσια παιδεία, διότι οι απολύσεις είναι εξ ορισμού «νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα». Ουδείς θα αξιολογηθεί για το έργο του, γιατί η αξιολόγηση είναι «επιταγή της Μπολόνια». Δεν πρόκειται να μπουν χρήσιμα γνωστικά αντικείμενα στα ΑΕΙ, διότι αυτά εξυπηρετούν τον καπιταλισμό. Παλιότερα, τα ερευνητικά προγράμματα απορρίπτονταν διότι μπορεί να εξυπηρετούσαν το ΝΑΤΟ, ή ακόμη χειρότερα: τον ιδιωτικό τομέα.
Μεγαλύτερο, και από την αναταραχή, πρόβλημα της παιδείας είναι οι ιδεολογικές αγκυλώσεις εκείνων που τη διαφεντεύουν. Αν δεν ηττηθεί αυτό το σύστημα του αριστερού ανορθολογισμού που κυριαρχεί στη χώρα, διάλογος δεν μπορεί να γίνει.
Γι’ αυτό καλύτερο θα ήταν το υπουργείο Παιδείας, αντί του «προσχεδίου πρότασης», να κατεβάσει το πλαίσιο του διαλόγου. Να δώσουμε μερικές ιδέες: Αρθρο 1: Συζητάμε για την πραγματικότητα. Αρθρο 2: Το ιδανικό αύριο μπορεί να περιμένει. Τώρα πρέπει να βρούμε λύση για το τραγικό σήμερα. Αρθρο 3: Οσοι θέλουν απλώς να ανατρέψουν τον καπιταλισμό βρίσκονται σε λάθος μέρος. Αρθρο 4: Το αυτό ισχύει και για όσους μισούν την παγκοσμιοποίηση.
Αν δεν τεθούν αυτά (έστω ως «προοίμιο του προσχεδίου πρότασης του διαλόγου»), άκρη δεν πρόκειται να βρούμε…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 23.6.2006