Το βιβλίο του κ. Σημίτη «Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα 1996-2004» είναι σαν τον ίδιο. Αυστηρό, ιεραρχημένο, προσεκτικό.
Όσοι ήλπιζαν ότι το νέο βιβλίο του κ. Κώστα Σημίτη θα είναι αποκαλυπτικό σε πολιτικά παρασκήνια και στις λεπτομέρειες των πεπραγμένων του, δυστυχώς, θα απογοητευτούν. Το «Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα 1996-2004» έχει πολλή πολιτική και λίγη παραπολιτική. Όχι πως δεν θα τροφοδοτήσει την παραπολιτική κουβεντούλα που έχουμε στήσει χρόνια τώρα, για να αποφύγουμε την πολιτική.
Εδώ μια απλή δήλωση ενός πολιτικού γεννά τουλάχιστον τρεις σελίδες παραπολιτικής την ημέρα (ξέρετε τώρα: «αιχμές άφησε ο τάδε υπουργός εναντίον του δείνα…» κ.λπ.) , πόσω μάλλον οι 670 σελίδες ενός πρώην πρωθυπουργού. Μόνον που τα σημαντικότερα κεφάλαια δεν είναι αυτά που εξιστορούν εκτενώς τη δραματική νύχτα των Ιμίων και την αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. Είναι τα πολιτικά συμπεράσματα ενός ανθρώπου, που ηγήθηκε της χώρας σε κρίσιμες στιγμές, πέτυχε σημαντικά και απέτυχε σε άλλα.
Το βιβλίο του κ. Σημίτη είναι σαν τον ίδιο. Αυστηρό, ιεραρχημένο, προσεκτικό. Ακόμη και τα ονόματα των συνεργατών του, που συμμετείχαν σε διάφορες φάσεις του κυβερνητικού έργου, αναφέρονται είτε κατά την τάξη του υπουργικού συμβουλίου είτε αλφαβητικά. Σε κάποια σημεία γίνεται εξαιρετικά λεπτομερειακό (ειδικά στην αναφορά του έργου του) και σε κάποια σημεία, σχεδόν, τηλεγραφικό. Η αναφορά του έργου του καταλαμβάνει 400 σελίδες, ενώ η περίοδος από την 7η Ιανουαρίου του 2004, μέχρι την ήττα του ΠΑΣΟΚ, μισή. Μπορεί να αναλύει τα αίτια της ήττας σε δέκα σελίδες, αλλά είναι προφανές ότι δεν θέλει να αφήσει το παραμικρό που θα μεταφραστεί στις παραπολιτικές στήλες των εφημερίδων ως αιχμή στο διάδοχό του. Το μόνο που πιθανώς μπορεί να τροφοδοτήσει τέτοια σενάρια είναι η ακροτελεύτια παράγραφος του κεφαλαίου υπό τον τίτλο «Τερματισμός»: «Η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές κατά την διάρκεια του προεκλογικού αγώνα», γράφει ο κ. Σημίτης. «Διάφοροι λόγοι συνέβαλαν σ’ αυτό. Από την τροπολογία για το ξενοδοχειακό συγκρότημα ‘‘Πόρτο Καρράς” έως την αποστασιοποίηση από το έργο της κυβέρνησης που επέλεξαν οι διαφημιστές του ΠΑΣΟΚ. Τα τηλεοπτικά σποτ, για παράδειγμα, αγνόησαν επιδεικτικά ό,τι είχε γίνει και πρόβαλλαν ένα “ειδυλλιακό νέο ξεκίνημα”. Θέλησαν να μεταδώσουν ένα μήνυμα ασυνέχειας. Γέννησαν με τον τρόπο αυτό αμφιβολίες για το έργο του ΠΑΣΟΚ και εξασθένησαν συνολικά την εικόνα του ως μιας παράταξης ικανής για τη διακυβέρνηση της χώρας. Ανέκοψαν την ορμή που είχε δώσει ο ίδιος ο νέος πρόεδρος τις πρώτες εβδομάδες μετά την ανάδειξή του. Υπό αυτές τις συνθήκες ένα τμήμα των ψηφοφόρων προτίμησε να ψηφίσει μια στέρεη επιλογή, όπως είχε φροντίσει να πλασάρει την πολιτική της η Νέα Δημοκρατία.» (σελ. 605-606)
Μέχρι και για τη μεγάλη τροχοπέδη της διακυβέρνήσης του, που ήταν φυσικά το ΠΑΣΟΚ, είναι εξαιρετικά επιεικής. Η μεγάλη ιδεολογική σύγκρουση (που μάλιστα πήρε χυδαίες μορφές από το «παλαιοΠΑΣΟΚ» στο Συνέδριο του 1996) εμφανίζεται ως σωρεία απλών αντιρρήσεων σε στρατηγικούς και τακτικούς στόχους. Για παράδειγμα, εξωραΐζει τη λυσσαλέα αντίδραση (που συνάντησε από τους συνήθεις ευαίσθητους «Αριστερούς» του ΠΑΣΟΚ) για το βασικό του επίτευγμα: «Ακόμα και σε στελέχη του ΠΑΣΟΚ υπήρχε η άποψη ότι η προσπάθεια να ενταχθούμε στην ΟΝΕ σήμαινε συνεχή λιτότητα» (σελ. 170). Για τις δύο παραιτήσεις του, που οφειλόταν στην αλλοπρόσαλλη και βαθιά λαϊκιστική πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου, είναι εξίσου επιεικής: Την αποδίδει στην «παραδοσιακή πτέρυγα [που είχε] ανησυχίες είτε για το πολιτικό κόστος της οικονομικής πολιτικής είτε για την απήχηση των απόψεων που η ίδια δεν ενέκρινε». (σελ. 26). «Η λεγόμενη εσωκομματική αντιπολίτευση», κατά τον κ. Σημίτη, «δεν ήταν παρά μια ομάδα δυσαρεστημένων για διάφορους λόγους, κυρίως προσωπικούς, της παραδοσιακής πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ, χωρίς βαρύνουσα πολιτική εμβέλεια. Όμως, παρ’ όλο που ο πυρήνας της ήταν αμελητέος οι διάφορες παραφυάδες των δυσαρεστημένων βουλευτών, μελών της Κεντρικής Επιτροπής και περιφερειακών στελεχών, δημιουργούσαν προβλήματα..» (σελ. 503). Για τους «πράσινους» εθνικοπαράφρονες, που γέμιζαν τα «τηλεοπτικά παραθύρια» και προέβλεπαν… λιμούς, σεισμούς καταποντισμούς από την πολιτική της βαθμιαίας προσέγγισης με την Τουρκία, δεν αναφέρει λέξη. Με άλλα λόγια, τη ρήξη που δεν τόλμησε ή δεν μπορούσε να κάνει με τα στίφη των κρατικοδίαιτων αφισοκολλητών, δεν την επιχείρησε ούτε με το βιβλίο του.
Ο ίδιος, βέβαια, αναφέρεται ότι υπήρχαν άλλες προτεραιότητες: «Η ανασυγκρότηση προϋπέθετε την ισχυρή προσωπική μου παρέμβαση στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του κόμματος, όπως και την εντατική ενασχόληση των κύριων στελεχών της κυβέρνησης. Χρόνος όμως, δεν υπήρχε. Οι προτεραιότητες ήταν άλλες. Η ένταξη στην ΟΝΕ, η εισαγωγή του ευρώ, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης και τα έργα, η αναβάθμιση της θέσης της χώρας στην Ε.Ε., πριν από τα ανοίγματα της Ένωσης προς την Τουρκία, η ένταξη της Κύπρου στην Ένωση, όλα αυτά δεν έπρεπε να γίνουν κάποτε, αλλά μέσα στην οκταετία. Και δεν θα πραγματοποιούνταν μόνα τους αν η κυβέρνηση ασχολείτο με το κόμμα. Δεν ετίθετο καν θέμα επιλογής. Η ανασυγκρότηση έπρεπε να περιμένει.» (σελ. 510). Το τυπικό καφέ μπλοκάκι του κ. Σημίτη…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 6.11.2005