Η μακρά ανασχηματισμολογία ακυρώνει διττά τα επικοινωνιακά θετικά του ανασχηματισμού.
Η μόνιμη αριστερή επωδός οποιασδήποτε συζήτησης για την πολιτική σκηνή είναι ότι «αυτά λέγονται για να αποπροσανατολίσουν τους εργαζόμενους από τα μεγάλα προβλήματα». Σαν να είναι οι πολίτες αυτής της χώρας μικρά παιδιά και διά της υποβολής ξεχνούν τα προβλήματά τους μόλις προκύψουν πληροφορίες για τις χ ή ψ πολιτικές κινήσεις. Αν κρίνουμε μάλιστα, και από τις κυκλοφορίες των εφημερίδων, οι οποίες εσχάτως εξειδικεύονται μόνο σ’ αυτό το σπορ, στο κουτσομπολιό δηλαδή της πολιτικής, θα δούμε ότι οι πολίτες όχι μόνο δεν αποπροσανατολίζονται, αλλά στρέφουν και την πλάτη τους στην παραπολιτική.
Τελευταία, οι υποψίες περί αποπροσανατολισμού έπεσαν και στη συζήτηση περί ανασχηματισμού. Διάφοροι περιφέρονται δεξιά κι αριστερά διατυπώνοντας την άποψη πως η κυβέρνηση συντηρεί αυτή τη κουβέντα για να μην ακουστεί πόσο «κακός», «ανάλγητος» και «φορομπηχτικός» είναι ο νέος προϋπολογισμός λες κι αν δεν υπήρχε η ανασχηματισμολογία όλοι μας θα ήμασταν με το πολυσέλιδο πόνημα του κ. Αλογοσκούφη στα καφενεία και το μόνο θέμα συζήτησής μας θα ήταν ο τάδε κωδικός του προϋπολογισμού και η δείνα δαπάνη που περικόπτεται.
Είναι δεδομένο, βέβαια, πως η επιλογή της χρονικής στιγμής του ανασχηματισμού λαμβάνει υπόψη της και τις επικοινωνιακές ανάγκες της κυβέρνησης. Πάντα έτσι γινόταν. Είναι άλλο, όμως, να αποτελεί η επικοινωνία παράγοντα για τη λήψη των αποφάσεων κι άλλο να θεωρούμε τα πάντα επικοινωνιακή τακτική.
Έτσι κι αλλιώς, η μακρά συζήτηση περί ανασχηματισμού τελικά, τραυματίζει και το έργο που παράγει η νυν κυβέρνηση και το νέο (μετά τον ανασχηματισμό) ξεκίνημά της.
Το πρώτο είναι αυτονόητο. Επειδή άνθρωποι είναι και τα στελέχη της κυβέρνησης αποτελεί φυσική συνέπεια της ανασχηματισμολογίας η απόσπαση των υπουργών από τη δουλειά τους. Αυτή τη στιγμή το μυαλό, οι κινήσεις και οι συζητήσεις τους είναι προσανατολισμένα στον ανασχηματισμό εις βάρος του κυβερνητικού έργου. Υπ’ αυτήν την έννοια η συζήτηση περί ανασχηματισμού γίνεται αυτοεκπληρούμενη προφητεία: Συζητείται ο ανασχηματισμός, πέφτουν οι ρυθμοί απόδοσης των υπουργών, δεν κάνουν όσο καλά θέλει ο πρωθυπουργός τη δουλειά τους, τους αντικαθιστά…
Το δεύτερο πρόβλημα που δημιουργείται στην κυβέρνηση από τη μακρά ανασχηματισμολογία, είναι αυτό που θα ονομάζαμε «πρόβλημα Σημίτη». Στην ουσία ακυρώνονται τα όποια επικοινωνιακά θετικά του ανασχηματισμού. Κακά τα ψέματα. Αυτή τη στιγμή όλοι όσοι ασχολούνται με τα κοινά έχουν μετατραπεί -κατά την επιτυχή έκφραση του κ. Γ. Ορφανού- σε «προπονητές της κερκίδας». Φτιάχνουν με το μυαλό τους σχήματα που τα θεωρούν ιδανικά για το μέλλον της κυβερνώσας παράταξης και της χώρας. Αυτά τα σχήματα είναι χιλιάδες ή και εκατομμύρια, όσοι ακριβώς οι «εκτός χορού». Επειδή δε είναι τόσο πολλά και πληθαίνουν γεωμετρικά όσο η ανασχηματισμολογία συνεχίζεται, είναι στατιστικώς απίθανο να συμπέσουν με τις επιλογές του πρωθυπουργού. Το αποτέλεσμα; Θα γίνει ο ανασχηματισμός και αφενός, ουδείς δεν θα μείνει ευχαριστημένος (αφού το δικό του «ιδανικό» σχήμα δεν θα συμπέσει με τη νέα κυβερνητική σύνθεση) και αφετέρου, δεν θα υπάρξει η έκπληξη, αφού όλα τα πιθανά ονόματα θα έχουν ακουστεί. Θυμάστε ποτέ να εξέπληξε ή να είχε θετικό αντίκτυπο οποιοσδήποτε ανασχηματισμός του πρώην πρωθυπουργού;
Αφού συζητήθηκε τόσο πολύ, ο ανασχηματισμός πρέπει πλέον να γίνει. Το ζήτημα δυστυχώς, πλέον είναι ότι δεν πρέπει να αργήσει…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 28.12.2005