Φυσικά και «δεν υπάρχουν τελευταίες ευκαιρίες για το Κυπριακό». Αλλά το ίδιο ισχύει και για τους Τούρκους. Εξάλλου, στη ζωή ποτέ δεν υπάρχουν τελευταίες ευκαιρίες. Μόνο χαμένες…
Ένα ερώτημα απομένει απ’ όλη αυτή τη συζήτηση για το Κυπριακό. Πως είναι μια «δίκαιη, βιώσιμη, λειτουργική» (κι εσχάτως προστέθηκε το «δημοκρατική») λύση για το μέλλον της μεγαλονήσου; Ποιο μοντέλο επόμενης μέρας προασπίζεται το «όχι» των ελληνοκυπρίων, πέρα από την άρνηση της πραγματικότητας Ανάν; Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, όχι μόνο για τους Κυπρίους, αλλά για τον ελληνισμό συνολικά. Έχουμε στρατηγική για την Κύπρο, ή αγόμαστε από ιδεοληψίες τύπου «ένας άλλος κόσμος (γενικώς και αορίστως) είναι εφικτός»;
Κακά τα ψέματα. Η άρνηση του σχεδίου Ανάν στις 24 Απριλίου πρέπει να συνοδευτεί και από κάποια θέση. Για το καλό μας. Δεν μπορούμε να περιφερόμαστε στη διεθνή σκηνή την 25η Απριλίου ισχυριζόμενοι ότι «δεν υπάρχουν τελευταίες ευκαιρίες για το Κυπριακό» και ότι «μια άλλη λύση είναι εφικτή». Πρέπει να υποδείξουμε κάποια κι αυτή πρέπει να είναι συγκεκριμένη και πειστική.
Αφού την προτείνουμε πρέπει να βρούμε συμμάχους να τη στηρίζουν. Διότι κινδυνεύουμε τον επόμενο μήνα να τριγυρνάμε στα διεθνή φόρα μονολογούντες, ως τρελοί του χωριού, «για μια εύμορφη που χάθηκε». Κι αφού βρούμε συμμάχους πρέπει να αναλογιστούμε τι θα τους δώσουμε για να στηρίξουν τη λύση που θα προκρίνουμε. Ας μην απατώμεθα: η διεθνής σκηνή δεν θα δει το φως το αληθινόν την 25η Απριλίου ακόμη κι αν το «όχι» φτάσει το 99%. Κάτι θα ζητήσουν, αν και όσοι μας στηρίξουν.
Μετά πρέπει να αναλογιστούμε τι θα δώσουμε στην Τουρκία για να προκριθεί η λειτουργικο-βιώσιμο-δημοκρατική λύση μας. Για να μετακινηθεί η Τουρκία από το δόγμα «το Κυπριακό λύθηκε το 1974» ξεμπλοκάραμε τις διαδικασίες ένταξης της στην Ε.Ε. Για να μετακινηθεί από την μέλλουσα θέση της ότι «το Κυπριακό λύθηκε στις 24 Απριλίου του 2004» τι θα πρέπει να δώσουμε; Με δεδομένο, μάλιστα, ότι διαμορφώνεται στην Ευρώπη ισχυρή τάση κατά της ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. οι απειλές τύπου «Κύπρος κι Ελλάδα θα χρησιμοποιήσουν το βέτο στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας», μάλλον θα βολεύουν τους εταίρους παρά θα τους θορυβούν.
Δεν υπάρχει στρατηγική για την διαχείριση του «όχι», κι ας διαρρέουν από το υπουργείο Εξωτερικών τα αντίθετα. Περισσότερο μοιάζει με τακτική του «βλέποντας και κάνοντας». Υπάρχει απλώς μια αδιόρατη ελπίδα ότι εβρισκόμενη εντός της Ε.Ε. η Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι σε πλεονεκτική θέση. Ας υποθέσουμε ότι θα είναι. Σε τι ακριβώς θα χρησιμεύσει το υποτιθέμενο πλεονέκτημα, όταν δεν έχουμε διαμορφώσει άποψη για το τι ακριβώς θέλουμε, ώστε να το ζητήσουμε;
Κάποιοι υποβαθμίζουν τους κινδύνους του «όχι» επιχειρηματολογώντας: «το πολύ-πολύ να γίνει η Βόρειος Κύπρος μια μεσογειακή Ταϊβάν. Όλοι θα έχουν εμπορικές συναλλαγές μαζί της, αλλά κανείς δεν θα την αναγνωρίζει διπλωματικά». Πιθανό σενάριο κι αυτό, αλλά σκέφθηκαν ποτέ ότι η επιθυμία των Τουρκοκυπρίων για επανένωση της νήσου οφείλεται στην προσδοκία για οικονομική ανάπτυξη όπως του Νότου; Αν αποκτήσουν ευημερία τύπου Ταϊβάν, θα θέλουν ομοσπονδία; Κι αν η μηδέποτε αναγνωρισθείσα «ΤΔΒΚ» γίνει Ταϊβάν δεν θα αποτελέσει πόλο έλξης νέων εποίκων από τους φτωχομαχαλάδες της Ανατολίας;
Φυσικά και «δεν υπάρχουν τελευταίες ευκαιρίες για το Κυπριακό». Αλλά το ίδιο ισχύει και για τους Τούρκους. Το ίδιο πιθανώς να είπε και ο (μακαρίτης πλέον) ηγέτης της Χαμάς Αμπντέλ Αζίζ αλ Ραντίσι, μετά την κατάρρευση της συμφωνίας του Όσλο. Ποτέ στην ζωή δεν υπάρχουν τελευταίες ευκαιρίες. Μόνο χαμένες…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 19.4.2004