Το σοσιαλιστικό μοντέλο ανάλυσης χρειάζεται λίγους πλούσιους κερδοσκόπους και πολλούς πένητες καταναλωτές. Οταν η ζήτηση διαψεύδει το μοντέλο εφευρίσκεται η «καταναλωτική συνείδηση».
Στο πλαίσιο της ίδιας σοσιαλιστικής παράδοσης κινείται και η κυβέρνηση. Ετσι, η κυβερνητική επιτροπή αποφάσισε να ιδρύσει Υπηρεσία Εποπτείας της Αγοράς, «ένα σώμα 120 ράμπο», όπως γράφουν και οι εφημερίδες. Λες και δεν υπάρχει η προηγούμενη εμπειρία των «ράμπο», που τελικά έγιναν μέρος του προβλήματος που κλήθηκαν να λύσουν. Αλλά η σοσιαλιστική παράδοση της χώρας επιβάλλει να υπάρχει διοικητική ρύθμιση, ακόμη και αν αυτή είναι ατελέσφορη.
Αλλά και ολόκληρη η συζήτηση για την αγορά στην Ελλάδα γίνεται με σοσιαλιστικούς όρους. Δεν αναφερόμαστε μόνο στους «κερδοσκόπους» και στην «αισχροκέρδεια», όροι που χρησιμοποιούνται συνεχώς χωρίς κανείς να τους προσδιορίζει επακριβώς, αλλά και στην καινοφανή έκφραση «καταναλωτική συνείδηση».
Ας το σκεφτούμε λιγάκι: τι ακριβώς σημαίνει αυτός ο όρος; Οταν κάποιος βρίσκει στο ίδιο ράφι το ένα γάλα προς 0,90 ευρώ και το άλλο προς 1,4 ευρώ, χρειάζεται «καταναλωτική συνείδηση» για να πάρει το φθηνό; Πρέπει να κάνει κοινωνιολογική ανάλυση για να εξυπηρετήσει το προσωπικό του συμφέρον; Στην αγορά οι άνθρωποι βγαίνουν με κοινή λογική ή πολλά λεφτά. Αν έχουν το πρώτο αγοράζουν τα πιο φθηνά. Αν τους περισσεύουν τα δεύτερα, τα ακριβά.
Βεβαίως η ακρίβεια είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Οι αντιδράσεις πανευρωπαϊκές. Μόνο που στην Ελλάδα ο επίσημος πληθωρισμός είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος στην Ευρωπαϊκή Ενωση και αυτό το φαινόμενο δεν εξηγείται μόνο από την κερδοσκοπία των επιχειρήσεων. Εξάλλου, σε κάθε γωνιά του πλανήτη, άπαντες -άτομα και επιχειρήσεις- κερδοσκοπούν. Στην Ευρώπη μάλιστα είναι οι ίδιες εταιρείες που κερδοσκοπούν: οι πολυεθνικές δραστηριοποιούνται και στο Μόναχο και στην Αθήνα. Το γεγονός ότι εδώ η ίδια μαγιονέζα πωλείται 30% ακριβότερα από ό,τι στη Γερμανία σημαίνει ότι υπάρχει πλεονάζουσα ζήτηση που εξασφαλίζει τις υψηλότερες τιμές. Σημαίνει επίσης ότι -τουλάχιστον μέχρι τώρα- υπάρχει ευρύτερη της καταγραφόμενης μεσαία τάξη που μπορεί να στηρίξει αυτή την πλεονάζουσα ζήτηση. Γι’ αυτό εφευρέθηκε ο όρος της «καταναλωτικής συνείδησης». Το σοσιαλιστικό μοντέλο ανάλυσης χρειάζεται λίγους πλούσιους κερδοσκόπους και πολλούς πένητες καταναλωτές. Οταν η ζήτηση διαψεύδει το μοντέλο εφευρίσκεται η «καταναλωτική συνείδηση». Οι άνθρωποι πεινάνε μεν, αλλά τους λείπει η «συνείδηση» για να αγοράσουν το φθηνό γάλα. Εξ ου και η διαφοροποίηση των αιτημάτων εδώ και στην Εσπερία. Στην υπόλοιπη Ευρώπη ζητούν μείωση των μονοπωλιακών επιβαρύνσεων, δηλαδή των φόρων. Εδώ πολεμάμε την ακρίβεια. Γενικώς και αορίστως. Οπως γενικώς και αορίστως την αναλύουμε.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 19.6.2008