Οι σχέσεις οικονομίας και πολιτικής θα διαπιστώσουμε ότι εξελίσσονται διαρκώς σε μια σειρά από… «παρακάλια».
Για να πούμε και του κ. Αδάμ Ρεγκούζα το δίκιο, ο Θεσσαλονικιός υπουργός διατύπωσε με περισσή αφέλεια αυτό που αποτελεί πλέον κοινό τόπο στον πολιτικό στοχασμό. Η πολιτική, όλο και περισσότερο, σηκώνει τα χέρια μπροστά στα εκφυλιστικά οικονομικά φαινόμενα. Υποχωρεί όλο και περισσότερο στις επιταγές των οικονομικών υποκειμένων, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί ανά χώρα. Στην Ελλάδα οι οικονομικοί παίκτες διαμορφώθηκαν με τη μίζα και την αρπαχτή. Επομένως, οι πολιτικοί το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι τους παρακαλούν να μειώσουν την ταρίφα. Στον προτεσταντικό κόσμο διαμορφώθηκαν με futures και άλλα περίτεχνα κεφαλαιουχικά εργαλεία και το μόνο που μπορούν να κάνουν οι πολιτικοί είναι να παρακαλάνε μην τους ανέβει κι άλλο το πετρέλαιο.
Αν πάρουμε ως αφορμή τις ατυχείς δηλώσεις του κ. Ρεγκούζα και κοιτάξουμε τις σχέσεις οικονομίας και πολιτικής θα διαπιστώσουμε ότι αυτές έχουν εξελιχθεί σε μια σειρά από παρακλήσεις. Δηλαδή, δεν είναι η κεντροδεξιά και κεντροαριστερή πολιτική πρόταση-ικεσία στο κεφάλαιο να επενδύσει με λίγο… αίσθημα; Δεν είναι πονοκέφαλος όλης της πολιτικής, είναι η προσέλκυση επενδύσεων χωρίς τον πλήρη εκφυλισμό του κοινωνικού κράτους;
Από την άλλη, η Αριστερή πρόταση είναι κάτι περισσότερο από μια ιδιότυπη προσευχή για ένα άλλο κόσμο που τον θεωρούν «εφικτό»; Στον πυρήνα της υπάρχει ένα τεράστιο έλλειμμα κινήτρων που θα κινητοποιήσει τα άτομα προς την κατεύθυνση του «άλλου κόσμου» (που ως γνωστόν είναι εφικτός).
Αυτό το έλλειμμα επισήμανε, με γλαφυρό τρόπο, ο μεγάλος μαρξιστής φιλόσοφος Γκίοργκι Λούκατς, ο οποίος όταν ανέλαβε υπουργός στην κυβέρνηση που προέκυψε από την «Aνοιξη της Βουδαπέστης» (1956), έθεσε στον εαυτό του ένα ερώτημα: Ο καπιταλισμός κινητοποιεί τις παραγωγικές δυνάμεις διά του κέρδους, ο σοβιετικός κομμουνισμός διά της βίας, εμείς που πρεσβεύουμε τον «πραγματικό σοσιαλισμό» τι κίνητρα δίνουμε στους εργάτες να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους; Η αμήχανη απάντησή του ήταν «ότι θα καταλάβουν πως είναι για το καλό τους». (Σ.Σ.: Δεν πρόλαβε να τη δει στην πράξη γιατί τα σοβιετικά τανκ κατέστειλαν την εξέγερση).
Η Αριστερή πρόταση, λοιπόν, δεν είναι παρά παρακάλια «να καταλάβουν οι εργάτες το καλό τους» και να επιτύχουν οικονομικούς στόχους.
Η εγγενής δύναμη του καπιταλισμού είναι ότι δίνει στους παίκτες το κίνητρο του ατομικού πλούτου να μεγαλώσουν την παραγωγική βάση, πολλές φορές παραβαίνοντας τους κανόνες -θεσπισμένους και μη. Η εγγενής αδυναμία της πολιτικής είναι ότι θα τρέχει πάντα πίσω από τα νέα κόλπα που αυτό το κίνητρο παράγει. Σε καθεστώς κλειστών εθνικών συνόρων η, έστω εκ των υστέρων, δουλειά της πολιτικής ήταν εύκολη. Σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον γίνεται δύσκολη.
Η μόνη εφικτή απάντηση είναι η παγκοσμιοποίηση της πολιτικής στο μέγεθος που τα κατάφερε η οικονομία. Μόνον έτσι θα αντιμετωπιστούν τα εκφυλιστικά φαινόμενα του καπιταλισμού, είτε αυτά αφορούν τη διαφθορά είτε τα «ιδρωτομάγαζα» (στα αγγλικά «sweat shops»: Επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν φθηνή, πολύωρη και πολλές φορές παιδική εργασία), είτε την τιμή του πετρελαίου.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 2.10.2005