Τις χειροπέδες τις είδαμε. Την εφαρμογή των νόμων να δούμε πότε θα ζήσουμε.
Νοέμβριος του 2001 στο Μόναχο. Οι γερμανικές αρχές προχωρούν σε συλλήψεις ισλαμιστών που κατηγορούνται για συμμετοχή στις επιθέσεις της Αλ Κάιντα κατά των ΗΠΑ. Παρά το γεγονός ότι οι προσαγωγές γίνονται βράδυ, τα κανάλια βρίσκονται έξω από το δικαστικό μέγαρο. Μάταια όμως περιμένουν ένα καλό πλάνο. Οι αστυνομικοί έχουν σηκώσει ένα μεγάλο πανί για να κρύψουν τους κατηγορούμενους.
Σεπτέμβριος του 2006 στην Αθήνα. Οι ελληνικές αρχές προσάγουν μέρα μεσημέρι στις ανακριτικές αρχές όσους κατηγορούνται για εκβίαση και χρηματισμό. Η προσαγωγή γίνεται μπροστά από τις κάμερες. Κανείς δεν προσπαθεί να προστατεύσει τους κατηγορούμενους από το (κατά τα κλισέ) «αδηφάγο μάτι της τηλεόρασης». Αντιθέτως, ο γραμματέας του κυβερνώντος κόμματος επαίρεται γι’ αυτό: «Τις χειροπέδες τις είδατε;» ρωτά τους δημοσιογράφους.
Τραγελαφική λεπτομέρεια: στη Γερμανία δεν υπάρχει νόμος που να απαγορεύει τη βιντεοσκόπηση των κατηγορουμένων και τη δημοσιοποίηση του υλικού. Και ορθώς. Αντιθέτως, στην Ελλάδα είναι εν ισχύι ο νόμος που απαγορεύει ακόμη και τη φωτογράφιση σε δημόσιο χώρο. Απλώς και αυτός ο νόμος δεν εφαρμόζεται.
Στη χώρα λοιπόν του ακατάσχετου νομοθετισμού ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης κ. Πετσάλνικος είχε το 2003 μια φαεινή ιδέα για να αποκτήσει λίγη δημοσιότητα. Αποφάσισε να απαγορεύσει διά νόμου τη φωτογράφιση των κατηγορουμένων και φυσικά τη δημοσίευση των φωτογραφιών. Το νομοσχέδιο κατατέθηκε, ο υπουργός έδωσε τις κλασικές συνεντεύξεις Τύπου (ξέρετε τώρα: «Λύνουμε ένα χρόνιο πρόβλημα…» κ.λπ.), ο νόμος ψηφίστηκε «δόξη και τιμή» από το ελληνικό Κοινοβούλιο και φυσικά μπήκε στο ράφι για να χρησιμοποιηθεί επιλεκτικά μόνο μία φορά εναντίον ενός περιφερειακού (και ως εκ τούτου αδύναμου) καναλιού στην Πάτρα. (Σ.Σ.: Το αστείο είναι ότι σε εκείνη την περίπτωση -για την οποία μάλιστα οι υπεύθυνοι του καναλιού καταδικάστηκαν σε 8μηνη φυλάκιση- ο κατηγορούμενος συναίνεσε στην προβολή του προσώπου του δίνοντας συνέντευξη.)
Ο νόμος Πετσάλνικου είναι χειρότερος από κακός. Είναι παράλογος. Δεν απαγορεύει απλώς τη δημοσίευση. Απαγορεύει και τη φωτογράφιση δημοσίων προσώπων (όπως είναι οι κατηγορούμενοι) σε δημόσιο χώρο! Παρά τις όποιες ενστάσεις μπορεί να έχει κάποιος, ο νόμος ισχύει και θα έπρεπε να εφαρμόζεται. Παραφράζοντας τους Ρωμαίους, θα λέγαμε «absurda lex sed lex», δηλαδή «παράλογος νόμος, αλλά νόμος».
Ετσι τώρα έχουμε την κατάφωρη παραβίαση ενός νόμου και κάποιοι επαίρονται γι’ αυτό. Το αστείο μάλιστα είναι πως ουδείς -ούτε οι ενώσεις συντακτών- αντέδρασε στην ψήφιση ενός λογοκριτικού νόμου και τώρα ουδείς αντιδρά για τη μαζική παραβίασή του! Προφανώς οι νόμοι υπάρχουν για να κοσμούν τις βιβλιοθήκες των νομικών.
Από αυτήν την κατάσταση πρέπει να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα για το «πνεύμα των νόμων» στη χώρα. Ψηφίζονται νόμοι που εκτός από αντισυνταγματικοί είναι γραμμένοι στο πόδι. Εχουν πολλές δευτερογενείς επιπτώσεις τις οποίες δεν ελέγχει κανείς. Δεύτερον, οι νόμοι χρησιμεύουν για τις επικοινωνιακές ανάγκες της στιγμής και μετά λειτουργούν ως νάρκες στην ομαλή δημοκρατική λειτουργία. Χρησιμοποιούνται επιλεκτικά και μόνο κατά των αδυνάμων. Τρίτον, κανείς δεν νοιάζεται ούτε για τους νόμους που ψηφίζονται ούτε για εκείνους που δεν εφαρμόζονται.
Ο νόμος πρέπει να καταργηθεί. Λογοκρίνει και ως εκ τούτου είναι αντισυνταγματικός. Τα ΜΜΕ έχουν κάθε δικαίωμα να δείχνουν τις χειροπέδες (τηρώντας βεβαίως τους κανόνες αυτορρύθμισης και δεοντολογίας) και οι Ελληνες πολίτες έχουν κάθε δικαίωμα να τις δουν. Μέχρι όμως να καταργηθεί ο νόμος, πρέπει να εφαρμόζεται. Διότι η εφαρμογή των νόμων έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα. Το ίδιο και η μη εφαρμογή τους. Παιδαγωγεί στην ανομία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 19.9.2006