Το γεγονός ότι τώρα μπαίνει σε προτεραιότητα ο εκλογικός νόμος, προαναγγέλλει μια νέα τετραετία διευθετήσεων με στόχο τις επόμενες εκλογές.
Tο επιχείρημα ότι «ο τόπος χρειάζεται αυτοδύναμες και ισχυρές κυβερνήσεις» θα ακουγόταν λογικό αν δεν υπήρχε η προηγούμενη τετραετία. Τότε που η κυβέρνηση ήταν αυτοδύναμη και ο πρωθυπουργός πανίσχυρος. Θα ήταν προφανής η ανάγκη αυτοδυναμίας και ισχύος, αν αυτές εχρησιμοποιούντο για να προωθηθούν αλλαγές οι οποίες δεν μπορούσαν να περάσουν αλλιώς.
Πραγματικά: ουδέποτε υπήρξε πιο ισχυρός πρωθυπουργός στη μεταπολίτευση. Ακόμη και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1974 ή ο Α. Παπανδρέου το 1981, παρά το γεγονός ότι ήταν πολιτικά κυρίαρχοι, περιορίζονταν από ένα διοικητικό μηχανισμό που ήταν (ή οι ίδιοι ένιωθαν ότι ήταν) εχθρικός απέναντί τους. Ο κ. Κ. Σημίτης είχε απέναντι στην πολιτική του το μεγαλύτερο μέρος του κόμματός του και μια κοινοβουλευτική ομάδα που τον ψήφιζε, αλλά δεν τον στήριζε.
Αντιθέτως, η κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του 2004 είχε ευρύτατη λαϊκή εντολή, 165 βουλευτές που έπιναν νερό στο όνομα του πρωθυπουργού, μια αξιωματική αντιπολίτευση αποδιαρθρωμένη, τον αρχηγό της πρόθυμο στην αρχή να στηρίξει ριζοσπαστικές τομές, και τα ΜΜΕ -παρά τον εγγενή κιτρινισμό τους- φίλια. Κυρίως παρέλαβε ένα εκλογικό σώμα αισιόδοξο για το μέλλον, που ένιωθε τα αδιέξοδα του υπαρκτού λαϊκισμού κι επιθυμούσε τον ευρύτερο εκσυγχρονισμό της χώρας αν κάποιος του εξηγούσε το πώς και το γιατί. Δεν είναι τυχαίο ότι η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που επιχείρησε στα πανεπιστήμια στηρίχτηκε από ένα μεγάλο μέτωπο πανεπιστημιακών που ήταν θέσει αντίπαλοί της, υπέρ της τροποποίησης του νόμου για το άσυλο συντάχθηκαν στελέχη σαν τον κ. Θεόδωρο Πάγκαλο.
Δυστυχώς αυτή η μεγάλη ευκαιρία πνίγηκε στο άγχος της «δεξιάς παρένθεσης». Η κυβέρνηση αναλώθηκε σε απλές διευθετήσεις, έχοντας τα μάτια καρφωμένα στις δημοσκοπήσεις. Θεώρησε τα παβλοφικού τύπου ανακλαστικά της κοινής γνώμης ως υπόγεια ρεύματα υπέρ της στασιμότητας. Ετσι, αντί να δημιουργήσει ένα ευρύτερο μεταρρυθμιστικό μέτωπο ενίσχυσε την αδράνεια, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για οπισθοχωρήσεις. Οι πολέμιοι του βιβλίου της Ιστορίας ήξεραν ότι αν πατούσαν τον κάλο εκεί που η κυβέρνηση με την αδράνειά της διαλαλούσε ότι πονάει -δηλαδή στην ψηφοθηρία- θα πετύχαιναν. Οπως κι έγινε.
Το γεγονός ότι τώρα μπαίνει σε προτεραιότητα ο εκλογικός νόμος, προαναγγέλλει μια νέα τετραετία διευθετήσεων με στόχο τις επόμενες εκλογές. Κι αυτό διότι δεν επιχειρήθηκε κάποια μεγάλη τομή η οποία καταψηφίστηκε στην Βουλή, ώστε να γεννηθεί η ανάγκη πλειοψηφίας άνω των δύο βουλευτών. Δεν έγινε καμιά μεταρρύθμιση για την οποία οι 152 βουλευτές είναι λίγοι.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2.10.2007