…για το Κυπριακό και τα εθνικά μας θέματα.
Ατάκτως ερριμμένοι οι εθνικοί μας μύθοι εμποτίζουν τις σελίδες των εφημερίδων, τα παράθυρα των τηλεσταθμών και κυρίως το θυμικό των Ελλήνων μην επιτρέποντας να δούμε το δάσος που κρύβεται πίσω από τα πεσμένα δένδρα των ξυλοσχιστών-αναλυτών της διεθνούς πολιτικής. Οι μύθοι είναι πολλοί και κυρίως ανέγγιχτοι. Όσοι τολμήσουν να τους αμφισβητήσουν εξοστρακίζονται στο πυρ της μειοδοσίας, έτσι για να μπορούν οι μονόφθαλμοι να παίρνουν ανεξέλεγκτα τα μερίσματα των «εθνικών τους επενδύσεων». Ας δούμε λοιπόν κάποιους απ’ αυτούς τους μύθους οι οποίοι είναι εξόφθαλμα ανόητοι, αλλά η συστηματική τους επανάληψη τους κάνει να μοιάζουν αυτονόητοι.
Τα εθνικά μας δίκαια. Μύρια, αλλά άντε να τα βρούμε. Αν ο κόσμος ήταν δίκαιος, ο Αραφάτ θα ήταν πρόεδρος του Παλαιστινιακού κράτους, ο κ. Σαντάμ Χουσεϊν λοχαγός (άντε το πολύ ταγματάρχης) του στρατού της Δημοκρατίας του Ιράκ, ο κ. Χένρι Κίσιγκερ στη φυλακή και ο κ Πάγκαλος στον αμπελώνα των Κυθήρων. Δυστυχώς ζούμε σ’ ένα κόσμο που η μόνη υπερδύναμη έχει πρόεδρο κάποιον που δεν ξέρει τις διαφορές Πακιστάν – Ινδίας, τον κ. Κίμωνα Κουλούρη «πατέρα του ελληνικού έθνους» κι ένα Ιράν που καταδικάζει συγγραφείς σε θάνατο. Δεν είναι ανάγκη να συμφωνούμε με την πραγματικότητα, ούτε καν να την ευλογούμε. Όταν όμως λαμβάνουμε αποφάσεις για διεθνή θέματα καλά είναι να τον παίρνουμε υπόψη μας.
Οι μεγάλες δυνάμεις. Υπάρχουν όσο κι αν τις εξορκίζουμε. Μπορούν να πιέσουν για πολλά, αλλά δεν μπορούν να κάνουν τα πάντα. Καίγονται για λύση του Κυπριακού, θέλουν να κλείσει μια χρόνια πληγή στα πλευρά της Ατλαντικής Συμμαχίας. (Πέρα απ’ αυτό φαντάζομαι ότι θα είναι κι ανθρώπινο. Σκεφθείτε ένα επιτελικό στέλεχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ξεκίνησε νιος με φιλοδοξίες έχοντας ανοιχτό το Κυπριακό και βγαίνει στη σύνταξη (με 35ετία) έχοντας Έλληνες και Τούρκους στο κεφάλι του να τον «ζαλίζουν» για το δίκιο τους στο Κυπριακό. Η τελευταία του αναφορά προς τον υπουργό Εξωτερικών θα έχει τίτλο «αϊ σιχτίρ…» Ας μην ξεχνάμε ότι τις αποφάσεις στη διεθνή σκακιέρα τις παίρνουν άνθρωποι. Δεν υπάρχει μαθηματικός τύπος που να βγάζει λύσεις. Αυτές επηρεάζονται σε σημαντικό βαθμό κι από την ανθρώπινη στάση στα διεθνή προβλήματα.)
Οι μεγάλες δυνάμεις (αγγλοαμερικάνοι εν προκειμένω) δεν υπαγορεύουν σχέδια στον Γ.Γ. του ΟΗΕ. Υπάρχουν 30 χρόνια διαπραγματεύσεων από πίσω, συμφωνίες σε κάποια, διαφωνίες σε άλλα, ευαισθησίες εκατέρωθεν, χιλιάδες πράγματα που οποιοδήποτε σχέδιο δεν μπορεί να παραβλέψει.
Φοβάται ο Γιάννης το θεριό. Να δείτε όμως πως φοβούνται και οι Τούρκοι την Ελλάδα! Οι εκεί εθνικιστές αρέσκονται να υπενθυμίζουν το γεγονός ότι σε δύο μόλις αιώνες η Ελλάδα τριπλασίασε την έκτασή της σε βάρος της («δικής τους») Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ήταν Ελληνικός ο στρατός που μόλις πριν 80 χρόνια έχει φτάσει στα περίχωρα της Aγκυρας. Διάφοροι άλλοι πιο πραγματιστές υπενθυμίζουν ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που ανήκει στο «χριστιανικό κλαμπ» της Ευρώπης, με μια πολύ πιο εύρωστη οικονομία και χωρίς ανοιχτά μέτωπα όπως το Κουρδικό. Υπενθυμίζουν επίσης ότι ο οικονομικός δυναμισμός των ελληνοκυπρίων μπορεί να καταπιεί το τουρκοκυπριακό «state» σε λίγα χρόνια. Αφήστε δε το γεγονός ότι αν εκλείψει το «πρόβλημα Κύπρος» πολλοί θα χάσουν το μεροκάματο που βγάζουν από φανερά και μυστικά κονδύλια του εκεί στρατιωτικο-διπλωματικού κατεστημένου. Υποστηρίζουν λοιπόν ότι η μη λύση είναι πιο καλή από τη λύση. Ο δικηγόρος κ. Ραούφ Ντεκτάς, για παράδειγμα, έχει χτίσει καριέρα πάνω στα κατ’ αυτόν «δίκαια των Τουρκοκυπρίων». Δύσκολα μπορεί να φανταστεί Κύπρο χωρίς την «αποφασιστική του παρουσία».
Τούρκοι θύτες, Έλληνες θύματα. Δεν ήταν πάντα έτσι. Υπήρξαν απηνείς διωγμοί Τουρκοκυπρίων την δεκαετία του 1960. Με αφορμή αυτές τις διώξεις οι Τούρκοι ήταν έτοιμοι να εισβάλλουν στο νησί το 1964, αλλά το απέτρεψαν οι γνωστοί «φονιάδες των λαών», οι Αμερικάνοι. Ελληνοκύπριοι προσπάθησαν τον Δεκέμβριο του 1963 δια του Μακαρίου να καταργήσουν de facto τις συμφωνίες της Ζυρίχης – Λονδίνου σε βάρος των Τουρκοκυπρίων. Αυτό δεν εξυπονοεί βέβαια ότι οι Τούρκοι εθνικιστές του κ. Ντεκτάς ήταν ήσυχα αρνάκια, αλλά οι Ελληνοκύπριοι είχαν το πάνω χέρι.
Η μη-λύση είναι καλύτερη από αυτή τη λύση. Το Κυπριακό θα λυθεί. Είτε de facto με την ένταξη μόνο των ελευθέρων περιοχών και διχοτόμηση, είτε de jure με κάποια μορφή του σχεδίου Αναν που κατατέθηκε.
Βέτο, ξένη διαιτησία κ.λ.π. Δεν είναι νέα. Υπήρχαν και στις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου. Ο Τούρκος αντιπρόεδρος είχε δικαίωμα οριστικής αρνησικυρίας, οι διαφορές λυνόταν από το ανώτατο δικαστήριο που είχε ένα τρίτο επιδιαιτητή, το υπουργικό συμβούλιο αποτελούνταν από 7 ελληνοκύπριους και 3 τουρκοκύπριους. Πρόσφυγες υπάρχουν κι από τις δύο πλευρές. Απλώς οι ελληνοκύπριοι είναι συντριπτικά περισσότεροι, όπως και πληθυσμιακά ήταν συντριπτικά περισσότεροι.
Κακά τα ψέματα, το σχέδιο Αναν είναι οι συμφωνίες της Ζυρίχης που αποδεχτήκαμε το ’60, λαμβάνοντας υπόψη και την πραγματικότητα που διαμορφώθηκε την δεκαετία του ’70, άσχετα αν αυτή η πραγματικότητα είναι πικρή για μας τους Έλληνες.
Το ζήτημα είναι ότι αυτές οι πρώτες συμφωνίες απέτυχαν στην πράξη. Μπορούν άραγε να πετύχουν τώρα κάτω από την ομπρέλα της Ε.Ε.; Αυτό είναι κάτι που πρέπει τώρα να αποφασίσουμε παίρνοντας το ρίσκο του μέλλοντος είτε προς τη μία είτε προς την άλλη κατεύθυνση. Πέρα λοιπόν από τους μύθους, τους ευσεβείς πόθους («τι καλός θα ήταν ο κόσμος αν…») και την ρητορεία της πλειοδοσίας (που οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι μας στοίχισε «μια πολυκατοικία επειδή δεν θέλαμε να δώσουμε ένα διαμέρισμα») το πρώτο και βασικό ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι: Τι ακριβώς θέλουμε για την Κύπρο;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Απογευματινή στις 13.11.2002