Όταν ιεράρχες πιπιλίζουν ότι στόχος είναι η «αυτοκάθαρση» και ταυτόχρονα ψεύδονται ασυστόλως ενώπιον Θεού κι ανθρώπων πρέπει να είμαστε σίγουροι πως και η «αυτοκάθαρση» ψέμα θα είναι.
Έχει δίκιο η Αρχιεπισκοπή όταν δηλώνει δια του χθεσινού Δελτίου Τύπου ότι «οι ποιμαντικού χαρακτήρα ενέργειες δεν πρέπει να ερμηνεύονται με κοσμικά και μόνο κριτήρια». Το ερώτημα όμως είναι αν και κατά πόσο οι προηγούμενες ενέργειες του Αρχιεπισκόπου ήταν ποιμαντικού χαρακτήρα. Ή μήπως αντιθέτως ήταν κοσμικού χαρακτήρα, οπότε εμπίπτουν στα «κοσμικά κριτήρια» Διότι, όπως και να το δούμε, ένας επίσκοπος-ποιμήν δεν μοιράζει πιστοποιητικά «ελληνοπρέπειας», όπως έκανε στην περίπτωση του κ. Βαβύλη ο κ. Χριστόδουλος. Δεν μοιράζει καν πιστοποιητικά ηθικής. Προσπαθεί να φέρει στον ορθό δρόμο εκείνους που ξεστράτισαν, αλλά δεν αναμειγνύεται στο κοσμικό έργο της δικαιοσύνης, που πρέπει να κάνει την δική της δουλειά με εκείνους που ξεστράτισαν.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι ότι κάποιοι θέλουν να κρίνουν με κοσμικά κριτήρια το πιθανό ποιμαντικό έργο του Αρχιεπισκόπου. Είναι ότι ο ίδιος εκκοσμίκευσε το ποιμαντικό του έργο κατά τέτοιο τρόπο που να μην μπορεί να βρει κανείς που βρίσκεται η αλήθεια και που το ψέμα. Είναι πως άλλα έλεγε πριν μια εβδομάδα, άλλα πριν τρεις μέρες και άλλα σήμερα. Είναι πως το Γραφείο Τύπου της Αρχιεπισκοπής ψεύδεται ασυστόλως. Δήλωνε στα κανάλια πως είναι αδύνατον να γνωρίζε ο Δημητριάδος την στιγμή που υπέγραφε τη συστατική επιστολή ότι ο κ. Βαβύλης θα έχει την πορεία που είχε και σήμερα αποκαλύπτεται, ότι παρά την πορεία που είχε ο κ. Βαβύλης το 1998, ο Αρχιεπίσκοπος συνέχιζε την καθοδήγησή του. Και προς το Άγιον Όρος, και προς τα Ιεροσόλυμα.
Την περασμένη Κυριακή έγραψε σε τούτη εδώ την εφημερίδα μια υπέροχη «Ανοιχτή επιστολή» προς τον μακαριότατο η κ. Μαριάνα Πυργιώτη. Αποτύπωσε τον πόνο της μάνας που βλέπει το παιδί της να χάνεται στην άβυσσο των ναρκωτικών. Χιλιάδες νέα παιδιά, ναρκομανείς, στοιβάζονται σήμερα στις ελληνικές φυλακές, αγγελούδια που διδάσκονται όλες τις τέχνες του Εωσφόρου. Περίμενα να διαβάσω στις επιστολές που έδωσε προ ημερών στη δημοσιότητα η Αρχιεπισκοπή, μία παράκληση να σεβαστεί το ποινικό μας δίκαιο κάποιον άρρωστο ναρκομανή. Δεν υπήρξε ούτε μία. Αντιθέτως η δημοσιογραφική έρευνα έφερε στο φως δύο επιστολές για δυο εμπόρους ναρκωτικών. Αυτή η επιλεκτική ποιμαντική προβληματίζει. Όπως προβλημάτισε τους συγγενείς των θυμάτων στην «υπόθεση των Σατανιστών», η επιστολή του κ. Χριστόδουλου στην πολύκροτη δίκη. Ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους μπορεί βάσιμα να ισχυριστεί ότι παραπλανήθηκε από τον κ. Απόστολο Βαβύλη. Έδωσε συστατική επιστολή μετά από τέσσερα χρόνια εξομολογήσεων. Όχι με βάση τα ρεπορτάζ των εφημερίδων.
Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα που αναδεικνύεται από αυτή την ιστορία είναι ότι ιερωμένοι προσπαθούν να καλύψουν τα σκάνδαλά τους με πολλά ψεύδη. Ασύστολα ψεύδη που γίνονται γελοία. Όσοι είδαν το συγκλονιστικό δελτίο ειδήσεων του Alpha χθες βράδυ και τα θλιβερά ψέματα του Μητροπολίτη Ησύχιου κατάλαβαν ότι η σήψη στην εκκλησία έχει βαθύνει κι έχει απλωθεί πολύ. Τα της «αυτοκάθαρσης» δεν πείθουν πλέον, διότι μοιάζουν ως προκάλυμα ψευδών. Όταν ιεράρχες πιπιλίζουν ότι στόχος είναι η «αυτοκάθαρση» και ταυτόχρονα ψεύδονται ασυστόλως ενώπιον Θεού κι ανθρώπων, πρέπει να είμαστε σίγουροι πως και η «αυτοκάθαρση» ψέμα θα είναι.
ΤΑ ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ
Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, μετά απ’ όσα αποκαλύφθηκαν για την εκκλησία και τη Δικαιοσύνη η πολιτική δεν είναι το πλέον βρώμικος χώρος εξουσίας στην Ελλάδα. Μπορεί μάλιστα να είναι σχετικά και ο πιο καθαρός. Κι αυτό όχι γιατί οι πολιτικοί είναι καλύτεροι άνθρωποι, αλλά γιατί οι περισσότερες τους πράξεις περνούν από την βάσανο της πολιτικής διαδικασίας και της δημοσιότητας.
Το πρόβλημα και με την εκκλησία και με την Δικαιοσύνη είναι πως αποτελούν «κλειστά συστήματα εξουσίας» με την πρώτη να μην ελέγχεται από πουθενά και με την δεύτερη να έχει θεσμοθετημένη την απαγόρευση της κριτικής των αποφάσεών της. Το έλλειμμα στη δημοσιότητα όσων γίνονται σ’ αυτούς τους χώρους, δημιουργεί θερμοκήπιο για την δημιουργία σκανδάλων. Γι’ αυτό ακόμη κι αν υπάρχει μαζί με την καλή και κακή δημοσιογραφία, είναι προτιμότερη από τη μη-δημοσιογραφία.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 11.2.2005