Κάθε κόμμα έχει σημαντικό ρόλο μέσα στην κοινωνία. Είναι η συλλογική έκφραση μιας ομάδας ανθρώπων. Διαμορφώνεται και διαμορφώνει ιδεολογικά την κοινωνία φτιάχνει πολιτικές. Δεν είναι μεσάζων αιτημάτων της βάσης του, είτε της κομματικής είτε της κοινωνικής.
Μεσαίο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ αναρωτιόταν φωναχτά για τον κλαυθμό και σπαραγμό που έχει πέσει στο κόμμα του μετά το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του Μαρτίου. «Καλά γιατί οδύρονται όλοι αυτοί; Χάσαμε την κυβέρνηση, αλλά η πολιτική δεν είναι μόνο το κράτος. Όσοι θέλουν πραγματικά να προσφέρουν υπάρχουν διάφοροι χώροι άσκησης πολιτικής. Υπάρχει η Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα συνδικάτα, οι συνεταιρισμοί. Πολιτική δεν είναι μόνο το γκουβέρνο…»
Το πρόβλημα όμως είναι ότι την άποψή του δεν την ασπάζεται κανείς. Ούτε στο ΠΑΣΟΚ, ούτε στη Νέα Δημοκρατία. Όλοι θεωρούν ότι το άπαν της πολιτικής διεργασίας είναι η διαχείριση του κράτους. Θεωρούν ότι από κει ξεκινούν όλα κι εκεί άπαντες πρέπει να ρίξουν το βάρος τους.
Αυτό φυσικά έχει να κάνει με το μέγεθος του κράτους και με την ευρύτητα των αρμοδιοτήτων που έχει. Όταν σε μια χώρα το 50% του Ακαθάριστου Εθνικού προϊόντος παράγεται από το κράτος, όταν μισός πληθυσμός ζει ή εργάζεται στο κράτος, επόμενο είναι τα μάτια όλων να είναι στραμμένα στην κυβέρνηση. Το ίδιο ισχύει και για τους πολιτικούς οι οποίοι πάντα αποζητούν μεγαλύτερο μερίδιο της διαχείρισης των κρατικών υποθέσεων. Θεωρούν ότι το κράτος είναι όρος πολιτικής επιβίωσης. Σε πρώτη ανάγνωση έχουν δίκιο, μόνο που η υγεία της πολιτικής θέλει πλέον τις συστημικές της εκφράσεις να ξεκολλάνε από το γκουβέρνο
Το πολιτικό σύστημα μετά τον Εμφύλιο αναπτύχθηκε στρεβλά. Επειδή ακριβώς το κράτος άπλωνε τα πλοκάμια του σε πολλές και παράταιρες δραστηριότητες χρειαζόταν πάντα ενδιάμεσους για να επιτελεί το έργο του. Τα πρώτα χρόνια είχε τους κομματάρχες, που ήταν παρατρεχάμενοι συγκεκριμένων πολιτικών (τα κόμματα δεν ήταν σταθερά δομημένα γύρω από ιδεολογικούς άξονες). Κατόπιν το ρόλο του ενδιάμεσου πολίτη – κράτους τον πήραν οι βουλευτές (τραυματίζοντας σοβαρά το την θεσμική τους υπόσταση) και το ΠΑΣΟΚ ανέθεσε αυτό το ρόλο στο κόμμα. Η Αριστερά, και ειδικά οι σταλινικές της εκφράσεις, είχε πάντα αυτόν τον ομφάλιο λώρο μεταξύ κόμματος και κυβέρνησης (βλέπε Σοβιετική Ένωση). Το αστείο όμως είναι ότι ακόμη και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου που εισήγαγε στην πολιτική ζωή του τόπου αυτή την άρρωστη σύνδεση, είδε τα αδιέξοδα της και την …κατήγγειλε χωρίς ποτέ να σπάσει αυτή τη σύνδεση.
Η «Νέα Δημοκρατία» πρέπει να διδαχθεί από την αποτυχία του ΠΑΣΟΚ στο συγκεκριμένο τομέα. Ο ομφάλιος λώρος που ποτέ δεν έσπασε είχε τραγικά αποτελέσματα και για την κυβέρνηση αλλά και για το κόμμα του ΠΑΣΟΚ. Κάθε κυβερνητική αποτυχία απαξίωνε και το κόμμα, αλλά και όλες οι θλιβερές πρακτικές των στελεχών του κόμματος έπλητταν άμεσα την κυβέρνηση.
Έτσι στις 7 Μαρτίου αντί να χάσει απλώς μια κυβέρνηση τις εκλογές, απαξιώθηκε ένας ολόκληρος χώρος. Και αντί να απομείνει στον τόπο ένα ρωμαλέο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα το οποίο θα είναι παρών στην κοινωνία, θα συζητά με τους πολίτες, θα προτείνει λύσεις θα παράγει πολιτική, απέμεινε ένας εσμός κρατικο-καταφερτζήδων να κλαίει και να οδύρεται για το «κακό» που τους βρήκε.
Κάθε κόμμα έχει σημαντικό ρόλο μέσα στην κοινωνία. Είναι η συλλογική έκφραση μιας ομάδας ανθρώπων. Διαμορφώνεται και διαμορφώνει ιδεολογικά την κοινωνία φτιάχνει πολιτικές. Δεν είναι μεσάζων αιτημάτων της βάσης του, είτε της κομματικής είτε της κοινωνικής. Παρεμβαίνει διαρκώς στο κυβερνητικό έργο δια της διαρκούς παρουσίας του στην κοινωνία και όχι σε κυβερνητικά όργανα. Δεν ασκεί εξουσία, είναι η ιδεολογική συνείδηση της κυβέρνησης. Κι αυτόν τον πολύ σημαντικό ρόλο πρέπει να τον παίξουν τα κόμματα. Δεν πρέπει ούτε να γίνονται μέρος των προβλημάτων που (αναγκαστικά) δημιουργεί η κυβερνητική πρακτική, αλλά ούτε και μεσάζοντες αιτημάτων. Τα κόμματα είναι πολύ σημαντικά για να συρρικνωθούν στον άχαρο ρόλο της διακυβέρνησης…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 26.9.2004