Πριν από τα δίδακτρα υπάρχει ένας καλύτερος τρόπος για να εισαχθεί ο ανταγωνισμός στην ανώτατη εκπαίδευση. Τα κουπόνια…
Δύο προβλήματα έχει η δωρεάν παιδεία στην Ελλάδα. Δεν είναι ούτε δωρεάν ούτε παιδεία. Όλοι ξέρουμε πόσο κοστίζει η είσοδος και η έξοδος από ένα ελληνικό Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα που έχει ως προϊόν ένα αμφίβολης αξίας πανεπιστημιακό τίτλο. Αν αθροίσουμε φοιτητές και υποψηφίους, θα δούμε ότι περί τις οκτακόσιες χιλιάδες ελληνικές οικογένειες ξοδεύουν ένα μισθό, είτε σε φροντιστήρια για να «μπει το παιδί στο Πανεπιστήμιο» είτε σε άλλου τύπου δαπάνες «για να βγει το παιδί από το Πανεπιστήμιο». Είναι αναγκασμένοι. Ξέρουν ότι η Παιδεία είναι η καλύτερη επένδυση για τα βλαστάρια τους. Έστω κι αυτή η Παιδεία που παρέχεται από τα ελληνικά ΑΕΙ και ΤΕΙ…
Δεδομένης της συζήτησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος και της πλειοψηφίας που συγκροτήθηκε για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, πρέπει να δούμε την παράμετρο της προσφερόμενης Παιδείας από τα νυν εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά κι από κείνα που θα έρθουν ή θα ιδρυθούν στη χώρα. Πώς θα φτιάξουμε δηλαδή ένα μηχανισμό που θα βελτιώνει τις παρεχόμενες υπηρεσίες Παιδείας, γιατί είναι υπαρκτός ο κίνδυνος, αντί ο ανταγωνισμός να βελτιώσει τα κρατικά να μπούμε σε μια σπειροειδή μείωση της προσφερόμενης ποιότητας εκπαιδευτικών υπηρεσιών.
Δυστυχώς αυτό που προτάσσεται από όλους είναι μια θολή και κατά τα φαινόμενα πολύπλοκη διαδικασία αξιολόγησης των νυν και μελλοντικών ακαδημαϊκών ιδρυμάτων. Η αξιολόγηση, βέβαια, είναι αναγκαία. Γίνεται παντού στο εξωτερικό και υπάρχουν διαδικασίες που μπορούμε να αντιγράψουμε για να μην ανακαλύψουμε εκ νέου τον τροχό. Η προηγούμενη εμπειρία όμως του ελληνικού κράτους μας κάνει επιφυλακτικούς. Το πιθανότερο είναι να καταλήξουμε σε ένα πολύπλοκο και αδιαφανές σύστημα, που θα δημιουργεί εντάσεις και τελικά ούτε τα ΑΕΙ να αξιολογούνται, αλλά ούτε και να επιβραβεύονται διά αυξημένων χρηματοδοτήσεων εκείνοι που κάνουν καλή δουλειά και να τιμωρούνται διά μειωμένων χρηματοδοτήσεων όσοι μένουν πίσω.
Μια λύση που προτείνεται είναι η διά των διδάκτρων εισαγωγή στοιχείων ανταγωνισμού στο χώρο της Ανώτατης Παιδείας. Έχει νόημα διότι όταν πληρώνει κάποιος έχει απαιτήσεις. Το προϊόν που αγοράζεται αξιολογείται αυστηρότερα από εκείνο που του δίνεται οιονεί δωρεάν. Με τα δίδακτρα μπαίνει και αξιολόγηση σε σχολές κατώτερες των ΑΕΙ. Για τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα θα προβλεφθούν υποτροφίες και όλοι μας θα ζήσουμε καλά και η Παιδεία καλύτερα.
Τα δίδακτρα και οι υποτροφίες θα λειτουργούσαν σε μια χώρα που έχει αξιόπιστο φορολογικό σύστημα και μπορεί να αποτυπώσει με ακρίβεια την οικονομική διαστρωμάτωση του πληθυσμού. Στην Ελλάδα οι μόνοι αξιόπιστοι φορολογούμενοι είναι προς το παρόν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, διότι προφανώς δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Με τα δίδακτρα και τις υποτροφίες θα καταλήγαμε να πληρώνουν μόνο κάποια μεγαλοστελέχη εταιρειών ή του Δημοσίου και όλοι υπόλοιποι θα απολάμβαναν υποτροφίες, είτε τις χρειάζονταν είτε όχι.
Πριν από τα δίδακτρα υπάρχει ένας καλύτερος τρόπος για να εισαχθεί ο ανταγωνισμός στην ανώτατη εκπαίδευση. Τα κουπόνια. Γράφαμε παλιότερα: «Πέρασαν δεκαετίες από τότε που ο βραβευμένος με Nόμπελ Oικονομίας Milton Friedman διετύπωσε την ιδέα των “κουπονιών εκπαίδευσης”. H σκέψη του ήταν απλή: Αφού το κράτος πρέπει να επιδοτήσει την εκπαίδευση των χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων, τότε πρέπει να χρηματοδοτεί τους σπουδαστές και όχι τα σχολεία.
Oι μαθητές, φοιτητές κ.λπ., ή οι γονείς τους, παίρνουν ένα κουπόνι εκπαίδευσης που αντιστοιχεί σε χρηματικό ποσό αντίστοιχο με τα έξοδα που θα έκανε η Πολιτεία για ένα ακαδημαϊκό έτος. Aυτό το καταθέτουν στο σχολείο της αρεσκείας τους και το σχολείο εισπράττει από το κράτος το ποσόν που αντιστοιχεί ανά σπουδαστή.
Mε αυτό τον τρόπο, οι δικαιούχοι των κουπονιών έχουν την ελευθερία επιλογής. Mπορούν να διαλέξουν δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο. Aπό την άλλη μεριά, μπαίνει το στοιχείο του ανταγωνισμού στη Δημόσια Eκπαίδευση. Tα σχολεία θα αρχίσουν να λειτουργούν σαν επιχειρήσεις και όλοι αυτοί που απαρτίζουν τους μηχανισμούς μάθησης (διοικητικό προσωπικό, δάσκαλοι κ.λπ.) δεν θα επαναπαύονται με τις παγιωμένες κρατικές επιδοτήσεις, αλλά θα βελτιώνουν διαρκώς τις υπηρεσίες τους για να προσελκύσουν σπουδαστές. Aν κάποιοι δεν τα καταφέρνουν, τότε θα ισχύει ο σκληρός νόμος της αγοράς: Απλώς θα κλείνουν» («Τύπος της Κυριακής» 15.8.1999).
Με αυτόν τον τρόπο, τα ΑΕΙ θα προσπαθούν προσφέροντας καλύτερες εκπαιδευτικές υπηρεσίες να προσελκύσουν περισσότερους σπουδαστές, θα μπει ο ανταγωνισμός στην Παιδεία. Είναι μια ιδέα που, αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι διατυπώθηκε από ένα … νεοφιλελεύθερο στοχαστή, αξίζει να συζητηθεί…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 29.1.2006