Τα κινήματα στην Ελλάδα παλεύουν για όσα έχουν επιλυθεί. Απαντούν ακόμη στις προκλήσεις της μεταδικτατορικής εποχής.
Αν το συνδικαλιστικό κίνημα έβλεπε μπροστά, η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ θα είχαν ήδη εκδώσει ένα κανονισμό του «ευπρεπώς συνέρχεσθαι». Κάτι σαν δεοντολογικό εργαλείο για τις διαδηλώσεις. Αντί να συζητάμε τώρα αν πρέπει να υπάρξει μια (έτσι κι αλλιώς αντισυνταγματική) ρύθμιση για τις συγκεντρώσεις και αντί να υπάρχει η κοινωνική κατακραυγή για τις διαδηλώσεις οι ίδιες οι συλλογικές οργανώσεις θα έπρεπε να προχωρήσουν ένα βήμα μπροστά. Να περιφρουρήσουν το δικαίωμα στη διαμαρτυρία και να το κάνουν πιο αποτελεσματικό. Διότι, κακά τα ψέματα: οι περίπατοι που κάνουν στο κέντρο μερικές παρέες εργατοπατέρων υπό τη σκιά των πανό υπονομεύει τα αιτήματα των εργαζομένων. Στρέφει άλλες κοινωνικές τάξεις εναντίον τους και ακυρώνει όποιο μήνυμα θέλει το εργατικό κίνημα να περάσει.
Αν υπήρχε ένα σοβαρό φοιτητικό κίνημα, θα περιφρουρούσε κατ’ αρχάς τους χώρους μάθησης. Και από τους «γνωστούς-αγνώστους» (οι οποίοι κάθε λίγο και λιγάκι καίνε τα ΑΕΙ) αλλά και από την κουρελαρία που είναι σήμα κατατεθέν των ελληνικών πανεπιστημίων. Οι αφίσες τα γκράφιτι κ.λπ. μπορεί να θεωρήθηκαν κάποτε αναγκαία για να μεταδοθούν μηνύματα ομάδων που δεν είχαν πρόσβαση στον δημόσιο διάλογο, αλλά στην εποχή του διαδικτύου όλα τα μηνύματα απέχουν εξίσου από τον αποδέκτη. Οι παρατάξεις και οι φοιτητικές οργανώσεις μπορούν να προπαγανδίσουν ηλεκτρονικά ό,τι θέλουν (και μάλιστα το κάνουν με αρκετή επιτυχία) χωρίς να καταστρέφουν τους χώρους διδασκαλίας και κυρίως: χωρίς να πατάνε πάνω στις δικές τους κατακτήσεις διάφοροι εμποράκοι που πουλάνε στους φοιτητές την πραμάτεια τους. Αν δει κάποιος τα πανεπιστήμια σήμερα θα βρει λιγότερες πολιτικές αφίσες από χαρτούρα ταξιδιωτικών γραφείων, αθλητικά παρά πολιτικά συνθήματα.
Αν είχαμε ένα ώριμο αυτοδιοικητικό κίνημα θα πάλευε για την τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος που υπαγορεύει το κρατικό μονοπώλιο στην Ανώτατη Παιδεία. Αντί οι δήμαρχοι να πιέζουν ή να εκλιπαρούν τον κάθε υπουργό για να δημιουργήσει ένα ΤΕΙ ή ένα πανεπιστημιακό τμήμα, θα ζητούσαν να τους δοθεί η ευκαιρία να αναπτύξουν (φυσικά σε συνέργεια με άλλους φορείς) ανώτατη παιδεία στην περιοχή τους. Είναι γνωστό ότι η εκπαίδευση αποτελεί την καλύτερη επένδυση στο μέλλον. Οχι μόνο για τους ανθρώπους, αλλά και για ολόκληρες περιοχές. Ενα σωστό πανεπιστήμιο σε κάποια περιοχή έχει πολλαπλά θετικά υποπροϊόντα και όχι μόνο οικονομικά. Ανεβάζει το πολιτιστικό επίπεδο μιας περιοχής και είναι φυτώριο για επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας. Ετσι γίνεται σε όλο τον κόσμο. Εκεί όπου υπάρχει σοβαρή πολιτική παιδείας και όχι στην Ελλάδα όπου βασιλεύει ο κεντρικός σχεδιασμός.
Αν είχαμε ένα σοβαρό κίνημα εκπαιδευτικών θα ξεκινούσε διάλογο και θα όριζε τις παραμέτρους της αξιολόγησης. Θα διαμόρφωναν από μόνοι τους κανόνες απελευθέρωσης της Παιδείας, απελευθέρωση που είναι αναπόφευκτη διότι οι πιέσεις της αγοράς είναι τρομακτικές. Αντί να σκιαμαχούν, όπως έκανε ο αείμνηστος Δημήτρης Μαρούδας με τους δορυφόρους, θα διαμόρφωναν από τώρα το τοπίο έτσι ώστε και να ιδρυθούν σωστά μη κρατικά ΑΕΙ και τα δημόσια να μην καταρρεύσουν.
Δυστυχώς και τα κινήματα στην Ελλάδα, αντί να διαμορφώνουν το μέλλον είναι κολλημένα στο παρελθόν. Αυτό είναι εν μέρει φυσικό γιατί τα περισσότερα κινήματα στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν μετά τη δικτατορία και απαντούσαν στις προκλήσεις της μεταδικτατορικής εποχής.
Μόνο που η κοινωνία τους έχει ένα μαντάτο: Η Δημοκρατία εδραιώθηκε και οι προκλήσεις είναι άλλες. Μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών ή θα τους επιβληθούν πράγματα που δεν θα βλάψουν μόνο τα κινήματα, αλλά και τον τόπο;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2.9.2006