«Η καλύτερη κυβέρνηση είναι εκείνη που κυβερνά λιγότερο», είχε πει ο Τόμας Τζέφερσον(Περισσότερες ρήσεις στο βιβλίο «Είπαν», εκδόσεις Καστανιώτη) κι εκεί θα κριθεί το μπόι του προγράμματος που θα κληθεί να εφαρμόσει η Νέα Δημοκρατία.
Την 19η Οκτωβρίου του 1981 οι τοπικές οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ γέμισαν με νέα πρόσωπα, τα οποία αφενός πανηγύριζαν γιατί έφυγε η «επάρατος», και αφετέρου είχαν και μερικές «ιδέες» για την ορθή και σοσιαλιστική διακυβέρνηση του τόπου. Οι ιδέες αυτές δεν αφορούσαν τα μεγάλα που θα υποψιαζόταν κανείς σε ένα σοσιαλιστικό περίγυρο (π.χ. εθνικοποίηση βιομηχανιών) αλλά κάποια μικρά: π.χ. νομιμοποίηση αυθαιρέτων ή πρόσληψη στο δημόσιο.
– Γι’ αυτό διώξαμε τη Δεξιά;» αναρωτιόταν μεγαλόφωνα πολλοί. «Για να μην έχουμε ένα νόμιμο κεραμίδι πάνω μας;» (Το γεγονός ότι κάτω τους ήταν ένα μπαζωμένο ρέμα δεν είχε σημασία. Προφανώς ήταν… δεξιό)
– «Γι’ αυτό αγωνιστήκαμε να ‘ρθει το ΠΑΣΟΚ;», έλεγε ο άλλος. «Για να αλωνίζουν οι Δεξιοί στις δημόσιες υπηρεσίες;»
Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Οι δημόσιες υπηρεσίες πλημμύρισαν, όπως και τα μπαζωμένα ρέματα. Το κράτος διογκώθηκε, μαζί με την αναποτελεσματικότητα της οικονομίας και τη διαφθορά. Η χώρα έκτοτε πασχίζει να συνέλθει με απανωτά προγράμματα σταθεροποίησης.
Προς την ίδια κατεύθυνση θα κινηθούν και οι πιέσεις στις Τοπικές Οργανώσεις της Ν.Δ. μετά τις εκλογές. Η λογική του κράτους – κορβανά που μπορεί να βολέψει τους πάντες, διατρέχει πλέον οριζόντια την πολιτική σκηνή. Η γκρίνια θα γίνει αφόρητη, αλλά εκεί θα βρίσκεται και το πρώτο μεγάλο τεστ της νέας κυβέρνησης και των στελεχών της Ν.Δ.: να πεισθεί ο μέσος ψηφοφόρος ότι το κράτος δεν είναι κάτι ξέχωρο απ’ αυτόν (ένας μηχανισμός που παράγει χρήμα για να επιδοτεί αντιπαραγωγικές πρακτικές) αλλά κάτι που το χρηματοδοτεί αφανώς ο ίδιος.
Το πρόβλημα της χώρας σήμερα δεν είναι κατεξοχήν πολιτικό, αλλά ιδεολογικό -ή καλύτερα- ιδεοληπτικό. Τα στερεότυπα που κυριαρχούν στη μεγάλη μάζα του πληθυσμού, και αναπαράγονται από κατεστημένα συμφέροντα (μικρά ή μεγάλα) υπαγορεύουν πολιτικές. Δεν ήταν κακή η σύλληψη του σημιτικού εκσυγχρονισμού της χώρας (και γι’ αυτό ίσως πολλοί στο ΠΑΣΟΚ την αποκαλούν δεξιά πολιτική): ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας, αποκρατικοποιήσεις, αποκέντρωση εξουσίας (με τη δημιουργία ανεξάρτητων αρχών, Τοπική Αυτοδιοίκηση), αντίσταση στο λαϊκισμό. Το πρόβλημα ήταν πως αυτές οι πολιτικές στηρίχθηκαν ακριβώς πάνω σε εκείνους που έπλητταν. Ποιος αργόμισθος συνδικαλιστής, ο οποίος εξέλεξε τον κ. Σημίτη στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, θα συνηγορούσε σε συρρίκνωση του τομέα που βασιλεύει; Ποιο κρατικοδίαιτο στέλεχος θα ήθελε να χάσει προνομίες κι εξουσίες που έχει (διαφεντεύοντας ένα κομμάτι του κράτους) με την αποκρατικοποίηση; Το σχέδιο ήταν σωστό, αλλά δεν υπήρξε η πολιτική βούληση για την εφαρμογή του. Το εκσυγχρονιστικό κομμάτι του ΠΑΣΟΚ υπέκυψε στις πιέσεις, τα προβλήματα διογκώθηκαν και η ατολμία για επί της ουσίας συγκρούσεις θα πληρωθεί στις επόμενες εκλογές. Χειρότερα: ο τόπος ήδη καταβάλλει μεγάλο τίμημα.
«Η καλύτερη κυβέρνηση είναι εκείνη που κυβερνά λιγότερο», είχε πει ο Τόμας Τζέφερσον(Περισσότερες ρήσεις στο βιβλίο «Είπαν», εκδόσεις Καστανιώτη) κι εκεί θα κριθεί το μπόι του προγράμματος που θα κληθεί να εφαρμόσει η Νέα Δημοκρατία. Αν προσπαθήσει να τα κάνει όλα, θα αποτύχει. Αν απελευθερώσει δυνάμεις, αν αποκεντρώσει το παιγνίδι στην τοπική αυτοδιοίκηση και την αγορά θα επιτύχει. Το κόστος αυτής της αποκέντρωσης φαντάζει μεγάλο, αλλά θα είναι βραχυχρόνιο. Το όφελος για την ίδια και τον τόπο φαντάζει μικρό, αλλά θα είναι μακροχρόνια μεγάλο…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Aπογευματινή» στις 26.5.2002