Το άσχημο στην Ελλάδα δεν είναι ότι υπάρχει αυτή η υποκριτική σεμνοτυφία σε ένα κομμάτι των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Το βασικό πρόβλημα είναι πως οι αντιστάσεις εκείνων, που λαμβάνουν τις αποφάσεις για να λογοκρίνουν, είναι μηδαμινές.
Είναι εκπληκτικό, αλλά όσο περισσότερο προωθούν την τσόντα διάφορες εφημερίδες τόσο περισσότερο κόπτονται για τα πατροπαράδοτα ήθη, που κατά την άποψή τους μπορεί να αλλοιωθούν από την ερωτική τέχνη. Μια πρώτη εξήγηση μπορεί να είναι ότι όπως όλοι στην Ελλάδα, έτσι και οι κήνσορες και θεράποντες της τσόντας, φοβούνται τον επάρατο ανταγωνισμό. Έτσι, η εφημερίδα των μεγάλων σεξουαλικών αποκαλύψεων και των μικρών ερωτικών ταινιών «Espresso», εθίχθη προχθές γιατί η όπερα που σκηνοθέτησε ο κ. Πίτερ Γκρίναγουεϊ «Ρόζα, ο θάνατος ενός συνθέτη» και εμπεριείχε γυμνές σκηνές, παρουσιάστηκε από το κανάλι της Βουλής. «Σκληρό πορνό στο κανάλι της Βουλής. Σοκ από ταινία με σεξουαλικά όργια σε ζώνη υψηλής τηλεθέασης», ήταν οι βαθύτατα «κίτρινοι» πρωτοσέλιδοι τίτλοι. Και το κερασάκι: «Να παρέμβει το ΕΣΡ». Μέσα, βέβαια, η ίδια εφημερίδα διαφήμιζε τις ταινίες υψηλής τέχνης που θα μοιράσει την ερχόμενη Κυριακή: «Καπρίτσια στη Βενετία» και «Έκφυλη ανιψιά».
Η αντίδραση της εφημερίδας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία από τις γραφικές παραδοξότητες που κυριαρχούν σε αυτόν τον τόπο, αν δεν υπήρχε μια θλιβερή προϊστορία με αυτού του τύπου τις «αποκαλύψεις». Δημοσίευμα της ίδιας εφημερίδας οδήγησε προ καιρού στην πρωτόδικη απαγόρευση του βιβλίου «Η ζωή του Ιησού» (εκδόσεις «Οξύ»). Η ίδια εφημερίδα συντήρησε επί μακρόν μια πολεμική κατά της έκθεσης «Outlook» που κατέληξε τελικά στη λογοκρισία της πριν από δύο χρόνια. Γράφαμε τότε: «Περιβόλι ήταν το Σάββατο, ο Τύπος. Ειδικά οι αποκαλούμενες λαϊκές φυλλάδες. Έτσι η “Εspresso” αφού εξέθεσε φόρα-παρτίδα στην πρώτη σελίδα τα γυμνά οπίσθια κάποιας Δεββώρας, στις εσωτερικές σελίδες ανησυχούσε για την έκπτωση των αξιών. Μας πληροφόρησε ότι “νέα προκλητικά έργα παρουσιάζονται στη Διεθνή Εκθεση Outlook”. Φυσικά έχει και τις φωτογραφίες αυτών των “προκλητικών έργων” μη τυχόν και χάσει κανείς την …πρόκληση». (Απογραφές 15.12.2003)
Βέβαια, η εφημερίδα δεν μπορεί να χρεωθεί τη λογοκρισία, που στην πρώτη περίπτωση έκανε (πρωτοδίκως) ελληνικό δικαστήριο και στη δεύτερη, ο τότε υπουργός Πολιτισμού κ. Ευάγγελος Βενιζέλος. Τη δουλειά της κάνει. Την τσόντα προωθεί και μπορεί -φευ!- να θεωρεί την ερωτική τέχνη ως ανταγωνιστή της δικής της πραμάτειας. Το πρόβλημα είναι ότι οι λειτουργοί των θεσμών στην Ελλάδα είναι τόσο ελαστικοί κι ευθυνόφοβοι, που ακόμη και τέτοια δημοσιεύματα μπορούν να πυροδοτήσουν λογοκρισία.
Το άσχημο στην Ελλάδα δεν είναι ότι υπάρχει αυτή η υποκριτική σεμνοτυφία σε ένα κομμάτι των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Αυτή είναι υπαρκτή σε κάθε γωνιά της Γης. Το βασικό πρόβλημα της χώρας είναι πως οι αντιστάσεις εκείνων, που λαμβάνουν τις αποφάσεις για να λογοκρίνουν, είναι μηδαμινές. Το είδαμε σε μύριες ανελεύθερες αποφάσεις της Δικαιοσύνης και της Πολιτείας. Όταν οι κραυγές είναι γοερές, δικαστές και πολιτικοί που κόπτονται για τη Δημοκρατία και την ελευθερολογία, κρύβονται πίσω από το γράμμα παρωχημένων νόμων ώστε να μην επιτελέσουν το έργο τους που είναι πρώτα απ’ όλα η υπεράσπιση της ελεύθερης έκφρασης. Γι’ αυτό αξίζουν συγχαρητήρια στο διευθυντή του καναλιού της Βουλής κ. Κώστα Αλαβάνο που θαρρετά υπερασπίστηκε το αυτονόητο: «Οι χαρακτηρισμοί για πορνό είναι απαράδεκτοι», είπε. «Ο νεοπουριτανισμός στη χώρα, που πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια χειροκροτούσε Βάκχες και Λυσιστράτη, είναι κάτι το τρομακτικό».
Η απάντηση της εφημερίδας είναι χάρμα: «Απαντάμε στον κ. Αλαβάνο ότι το κανάλι της Βουλής δεν παρουσίασε Βάκχες και Λυσιστράτη. Δυστυχώς και ατυχώς…».
Λες και αν το κανάλι της Βουλής παρουσίαζε Βάκχες ή Λυσιστράτη η εφημερίδα θα μπορούσε να διακρίνει τη διαφορά…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 19.5.2005