Η ευημερία είναι σύνθεση και του ιδιωτικού εισοδήματος και των δημόσιων παροχών. Μπορεί το πρώτο να είναι υψηλότερο απ’ ότι εμφανίζεται στις στατιστικές, το δεύτερο όμως είναι πραγματικό πρόβλημα της χώρας.
Τον 16ο αιώνα οι καθολικοί μοναχοί -κύριοι θεράποντες του αριστοτελικής φυσικής και του Πτολεμαϊκού συστήματος της κίνησης των πλανητών- είχαν τεράστια προβλήματα. Οι κινήσεις των άστρων δεν επιβεβαίωναν την υπερχιλιετή θεωρία που ασπαζόταν. Το 1573, ένας κομήτης που εμφανίσθηκε από το πουθενά, ανέτρεπε την δοξασία περί αμετάβλητου των ουρανών. Το αριστοτελικό «παράδειγμα» (κατά την θεωρία του Τόμας Κουν) κατέρρεε. Η θεωρία ήταν σε αντίθεση με την πραγματικότητα, αλλά οι μοναχοί επέμεναν. Κράτησαν την θεωρία κι έβαλαν υποτροχιές στις τροχιές των πλανητών. Έτσι πλανήτες διατήρησαν την Πτολεμαϊκή τους κίνηση, μόνο που αυτή η κίνηση κατέληξε σε …ζικ-ζακ.
Κάπως έτσι χειριζόμαστε κι εμείς την οικονομική πραγματικότητα στην Ελλάδα. Υπάρχει το καθιερωθέν «παράδειγμα» που θέλει τον κόσμο να υποφέρει και να πεινά, αλλά υπάρχουν κι εκείνες οι ενοχλητικές για το «παράδειγμα» στατιστικές: Είναι κατ’ αρχήν το παράδοξο της εκτεταμένης ανεργίας με ταυτόχρονη εισαγωγή αλλοδαπών εργαζομένων. Αυτό σημαίνει ότι η ανεργία για τους Έλληνες είναι αγκάθι, αλλά όχι βασικό πρόβλημα. Αλλιώς δεν θα άφηναν θέσεις ελεύθερες για να τις καταλάβουν 1,5 εκατομμύρια μετανάστες. Οι Αλβανοί βρίσκουν και δουλεύουν.
Μια άλλη έρευνα της Eurostat εμφανίζει τους Έλληνες να ξοδεύουν ποσοστιαία πολλά σε ρούχα. Από το εισόδημα οι Έλληνες εμφανίζουν να ξοδεύουν το 11% για ρούχα και υποδήματα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό είναι 6,4% για τους Γερμανούς. Η επιφανειακή εξήγηση (ότι, δηλαδή, οι Έλληνες είναι …κοκέτες. σε σχέση με τους Γερμανούς) είναι ανεπαρκής για την αναλογία 2/1 που εμφανίζουν η έρευνα της Eurtostat. Ούτε μπορεί να εξηγήσει το γεγονός ότι ξοδεύουμε ποσοστιαία υπερτριπλάσια από τους Γερμανούς στα εστιατόρια (4,9% στη Γερμανία, 15,6% στην Ελλάδα).
Εδώ χρειάζεται αλλαγή «παραδείγματος». Η ιδιωτική φτώχεια δεν είναι το βασικό οικονομικό χαρακτηριστικό μας. Οι περισσότεροι «βρίσκουμε τον τρόπο μας» και φυσικά δεν τον δηλώνουμε στις δημόσιες στατιστικές. Το βασικό πρόβλημα της χώρας, είναι η «δημόσια φτώχεια», αυτή που εμφανίζεται ως ανύπαρκτο οδικό δίκτυο, ως άθλιες υπηρεσίες υγείας, ως μηδαμινές υπηρεσίες του δημόσιου τομέα. Η ευημερία όμως είναι σύνθεση και του ιδιωτικού εισοδήματος και των δημόσιων παροχών. Σε μια ευημερούσα χώρα οι πολίτες ζουν σε ευπρεπές περιβάλλον, έχουν συγκοινωνίες, έχουν παροχές υγείας. Η Ελλάδα δεν ευημερεί. Ακόμη και αν προσθέσουμε στους εθνικούς λογαριασμούς την τεράστια παραοικονομία της.
Γι’ αυτό οι παροχές δεν μπορούν να ανατρέψουν το κλίμα. Η κυβέρνηση λύνει λάθος πρόβλημα. Η οριακή ικανοποίηση που θα δώσει η αύξηση του ενός ευρώ ημερησίως είναι ελάχιστη μπροστά στη δυσαρέσκεια που υπάρχει για τα Κέντρα Υγείας που δεν λειτουργούν, για τους δρόμους είναι στα μαύρα τους χάλια, για την «Ολυμπιακή» που δεν πετάει, για τις πλημμύρες που θα έρθουν.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 7.9.2003