Το σύμπτωμα του ακραίου λόγου της Αριστεράς, μπορεί να οφείλεται σε αυτό που είχε πει κάποτε ο Γκαίτε: «Όταν αποτυγχάνουν οι ιδέες, οι λέξεις έρχονται πολύ βολικά».
ποτε, ο Βρετανός θεατρικός συγγραφέας, Ντένις Πότερ, είχε γράψει πως «το πρόβλημα με τις λέξεις είναι πως ποτέ δεν ξέρεις από τι στόματα πέρασαν». Αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση του κ. Αλέκου Αλαβάνου. Ξέρουμε πολύ καλά από πού προέρχεται το λεξιλόγιό του. Τα περί «φασιστικής κατοχής» και «χημικού πολέμου» στο λιμάνι του Πειραιά, που εκστόμισε στη Βουλή, έχουν τη γνωστή υπερβολή που χαρακτηρίζει το λόγο του ΚΚΕ. Όχι του «ΚΚΕ Εσωτερικού», μετεξέλιξη του οποίου είναι το κόμμα που ηγείται τώρα ο κ. Αλαβάνος. Ο λόγος του νυν προέδρου του Συνασπισμού ήταν χαρακτηριστικό του άλλου ΚΚΕ, του κόμματος που απαίτησε και κατέκτησε το μονοπώλιο της κομμουνιστικής ιδεολογίας στη χώρα και στο οποίο ο κ. Αλαβάνος ανδρώθηκε πολιτικά.
Μιλώντας, λοιπόν, χθες, στη Βουλή, ο πρόεδρος του Συνασπισμού χαρακτήρισε την παρουσία αστυνομικών δυνάμεων «φασιστική κατοχή στο λιμάνι του Πειραιά». Χαρακτήρισε την επίθεση που έκαναν προχθές βράδυ (και, μάλιστα, την ώρα ακριβώς που ξεκινούσαν τα δελτία ειδήσεων) οι διαδηλωτές στα ΜΑΤ, «ακραία επίθεση ενάντια στους εργαζομένους». Κατηγόρησε, μάλιστα, την κυβέρνηση ότι εκτρέπεται σε μία «κυβέρνηση βίας χημικού πολέμου και κοινωνικής διάλυσης» και ζήτησε άρση της επιστράτευσης και επιστροφή στο διάλογο για την επίλυση των προβλημάτων των ναυτεργατών.
Εντάξει! Να συμφωνήσουμε στο αίτημα περί επιστροφής στο διάλογο και άρσης της επιστράτευσης. Από την άλλη, η παρουσία αστυνομικών με πλήρη εξάρτυση δεν είναι το καλύτερο θέαμα που μπορεί να αντικρίσει κανείς. Αλλά «φασιστική κατοχή» δεν υπήρξε. Ούτε χθες, στο λιμάνι, ούτε πουθενά αλλού στην Ελλάδα, τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Φυσικά, δεν είναι ευχάριστη η, έστω, μικρή χρήση δακρυγόνων που έκαναν προχθές, οι αστυνομικοί. Αλλά πάλι αυτή απέχει πολύ από το «χημικό πόλεμο» που χρησιμοποίησε ο κ. Αλαβάνος.
Να μην ξέρει τι είναι χημικός πόλεμος; Πιθανόν, αν κρίνουμε από τη στάση του Συνασπισμού απέναντι στον τελευταίο χρήστη χημικών όπλων, τον κ. Σαντάμ Χουσεΐν. Αλλά πάλι, ολόκληρη η ρητορεία της έξαλλης Αριστεράς παρεκτρέπεται σε φραστικές ακρότητες που έχουν όλο και λιγότερη σχέση με τον πραγματικό κόσμο. Γράφαμε, πρόσφατα, πως η επιχείρηση εξάρθρωσης της τρομοκρατίας, ονομάστηκε «λαγνεία της τρομοκρατίας», οι φυλακές του Κορυδαλλού «Γκουαντάναμο», τα κελιά του «λευκά κελιά», ή «κελιά F» όπως αυτά της Τουρκίας.
Το σύμπτωμα του ακραίου λόγου μπορεί να οφείλεται σε αυτό που είχε πει κάποτε ο Γκαίτε: «Όταν αποτυγχάνουν οι ιδέες, οι λέξεις έρχονται πολύ βολικά». Υπάρχει, όμως, και κάτι βαθύτερο. Ο στερεοτυπικός λόγος που εκφέρει πλέον, η Αριστερά χρειάζεται όλο και περισσότερα και όλο πιο βαρύτερα επίθετα για να έχει κάποιο ενδιαφέρον. Όταν κάθε πολιτικό μέτρο της κυβέρνησης χαρακτηρίζεται ελαφρά τη καρδία «αντιδημοκρατικό», η επιστράτευση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι. Ο όρος έχει καεί από την προηγούμενη αλόγιστη χρήση. Πρέπει να βαφτιστεί τουλάχιστον «φασιστικό». Και αν -ω μη γένοιτο- υπάρξει ποτέ κυβέρνηση στη χώρα, που θα πάρει φασιστικού τύπου μέτρα, δεν θα μας έχουν απομείνει λέξεις να χρησιμοποιήσουμε…
Υ.Γ. Περιττό να πούμε πως ο Συνασπισμός πάντρεψε και την επιστράτευση των απεργών ναυτικών με το «νεοφιλελευθερισμό». Άσχετα αν ένας από τους δύο βουλευτές, που νυχθημερόν υβρίζονται ως ανάλγητοι νεοφιλελεύθεροι, ο κ. Στέφανος Μάνος, δήλωσε τη ρητή αντίθεσή του στο μέτρο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 24.2.2006