Το βιβλίο του δημοσιογράφου κ. Τάκη Μίχα για της σχέσεις της Ελλάδας με το καθεστώς Μιλόσεβιτς κυκλοφορεί και στα ελληνικά.
Δεν συμβαίνει συχνά βιβλίο Έλληνα να περιλαμβάνεται στη λίστα των καλύτερων βιβλίων της χρονιάς του Times Literary Supplement και να αποσπά διθυραμβικά σχόλια από έντυπα όπως το Economist, το New York Review of Books, την Wall Street Journal κ.ά. Πρόκειται για το βιβλίο του κ. Τάκη Μίχα που μεταφράστηκε τώρα στα ελληνικά και κυκλοφορεί με τίτλο «Ανίερη Συμμαχία: H Ελλάδα και η Σερβία του Μιλόσεβιτς» (στα αγγλικά: «Unholy Alliance :Greece and Milosevic’s Serbia») .Την εισαγωγή έχει γράψει ο Μιχάλης Παπακωνσταντίνου ενώ το βιβλίο σχολιάζουν διεθνείς και ελληνικές προσωπικότητες όπως ο Σάμιουελ Χάντινγτον, ο Κρίστοφερ Χίτσενς, ο Νίκος Μουζέλης, ο Ρόι Γκούτμαν κ.α.
Από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα το βιβλίο είναι μια ανηλεής πολεμική («ένα ανατριχιαστικό αφήγημα» όπως έγραψε η Washington Monthly) τόσο της στάσης που τήρησε η Ελλάδα στην κρίση της πρώην Γιουγκοσλαβίας όσο και των πολιτισμικών προϋποθέσεων που την οδήγησαν σε αυτή τη στάση. «Αυτό που ήταν ακατανόητο στην διάρκεια των πόλεμων στη Βοσνία και στο Κόσοβο» γράφει o κ. Μίχας «δεν ήταν τόσο ότι η Ελλάδα συντάχθηκε με τη Σερβία αλλά ότι συντάχθηκε με τη σκοτεινότερη πλευρά της Σερβίας. Αυτό που ήταν παράλογο στις αντιδράσεις της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινής γνώμης, των ΜΜΕ, της πολιτικής τάξης της χώρας δεν ήταν τόσο ότι επέκριναν τις αεροπορικές επιδρομές του ΝΑΤΟ αλλά ότι δεν έδειχναν να ενδιαφέρονται για τα εγκλήματα που διέπρατταν οι Σέρβοι σε βάρος αθώων Βοσνίων και Αλβανών Κοσοβάρων». Ονόματα-μνημεία της Σερβικής θηριωδίας όπως Σρεμπρένιτσα, Φότσα, Ομάρσκα, Ράτσεκ Πριεντόρ, Ζβόρνικ, Βούκοβαρ παραμένουν περίπου άγνωστα στη χώρα μας.
Καρέ – καρέ ο συγγραφέας καταγράφει εξαντλητικά την εικόνα της ολοκληρωτικής ταύτισης της ελληνικής κοινωνίας με την πολιτική Μιλόσεβιτς: Τις σε σχεδόν καθημερινή βάση δηλώσεις υποστήριξης κορυφαίων Ελλήνων πολιτικών και κληρικών για τον «δίκαιο αγώνα» των Σέρβων, τις συναυλίες Ελλήνων καλλιτεχνών στο Βελιγράδι ,τις εκδηλώσεις λατρείας του πολιτικού, συνδικαλιστικού, πνευματικού και δημοσιογραφικού κόσμου για τους σίριαλ κίλερς Κάραζιτς, Αρκάν και Μλάντιτς, την αδιαφορία για την σερβική δημοκρατική αντιπολίτευση και την προσπάθεια υπονόμευσης των σερβικών ανεξάρτητων ΜΜΕ, τις «αδελφοποιήσεις» ελληνικών πόλεων με πόλεις στη Βοσνία και στην Κροατία που είχαν «εκκαθαριστεί» από Βόσνιους και Κροάτες, την ηρωποίηση από ΜΜΕ της χώρας των Ελλήνων εθελοντών που έλαβαν μέρος στη σφαγή 7.000 άμαχων Βοσνίων στη Σρεμπρένιτσα και την ανοιχτή στρατολόγηση Ελλήνων πολιτών για να πολεμήσουν εναντίον της νόμιμης κυβέρνησης της Βοσνίας, την συμμετοχή ελλήνων κληρικών σε εθνικές εκκαθαρίσεις στη Βοσνία (και την παρασημοφόρηση τους από την εγκληματία πόλεμου Πλάβσιτς), την εγκατάσταση στην Ελλάδα του οικονομικού μηχανισμού χρηματοδότησης της πολεμικής προσπάθειας των Σέρβων, την βοήθεια που προσέφεραν οι ελληνικές αρχές στις σέρβικες μυστικές υπηρεσίες… Ο κατάλογος είναι ατελείωτος και καταθλιπτικός.
Και από την άλλη πλευρά: Δεν υπήρξε ούτε ένα κύριο άρθρο ελληνικής εφημερίδας σε όλη τη διάρκεια του πολέμου που να καταδικάζει την πολιτική Μιλόσεβιτς-Κάραζιτς που σύμφωνα με όλες τις εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών ευθύνονταν για την συντριπτική πλειοψηφία των εγκλημάτων πολέμου, ούτε μια συναυλία στο μαρτυρικό Σεράγεβο…
Ο συγγραφέας παραθέτει πολλά επεισόδια που δείχνουν το κλίμα της εποχής. Αλλά είναι τραγικά όπως όταν οι Έλληνες οργανωτές (πιθανότατα συνδικαλιστές του ΟΤΕ) μιας ανθρωπιστικής αποστολής σε περιοχές της Βοσνία απ’ όπου είχαν διωχθεί οι Μουσουλμάνοι εμπόδισαν βίαια μια Ολλανδή δημοσιογράφο να μιλήσει με μια οικογένεια Μουσουλμάνων προσφύγων. Aλλοτε είναι ευτράπελα όπως η αμηχανία του Κάραζιτς μετά από συναντήσεις του με την Αλέκα Παπαρήγα και τον Ανδρέα Παπανδρέου: «Γιατί με αποκαλούν “σύντροφο”;» ρώταγε με παράπονο τους συνεργάτες του. «Μήπως νομίζουν ότι είμαι κομμουνιστής;»
Το βιβλίο περιέχει πολλά στοιχεία που ανατρέπουν την κρατούσα άποψη σύμφωνα με την οποία ο Μητσοτάκης είναι εκείνος ο οποίος ευθύνεται για την πολιτική ταύτισης με την πολιτική Μιλόσεβιτς και ότι ο Παπανδρέου δεν είχε άλλη επιλογή παρά να την συνεχίσει. Η υποστήριξη Μητσοτάκη προς τον Μιλόσεβιτς στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 ήταν κοινή με εκείνη των περισσότερων Δυτικών χωρών (συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ) που τότε υπεστήριζαν μια ενωμένη Σερβία. Με αλλά λόγια ο Μητσοτάκης έβλεπε στον Μιλόσεβιτς, όπως στην αρχή και πολλοί άλλοι Δυτικοί ηγέτες τον καλύτερο εγγυητή της σταθερότητας στα Βαλκάνια που εξυπηρετούσε την Δύση.
Αντίθετα η ταύτιση του Παπανδρέου με την Σερβική πολιτική είχε εντελώς διαφορετικά κίνητρα. Ο Παπανδρέου δεν εμπιστευόταν ιδιαίτερα τον Μιλόσεβιτς όμως ήταν πολιτικά ερωτευμένος με τον Κάραζιτς και τους Σερβοβόσνιους. Ο Παπανδρέου έβλεπε στις πολεμικές επιχειρήσεις των Σερβοβόσνιων ένα αντιιμπεριαλιστικό αγώνα στρεφόμενο εναντίον της Νέας Τάξης κάτι που τον ενθουσίαζε. Είναι πολύ ενδιαφέρουσες εδώ οι πληροφορίες που περιέχονται στο βιβλίο του κ. Μίχα σχετικά με τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε ο Πάμπλο και ένας κύκλος Μαρξιστών συμβουλών στην διαμόρφωση της πολιτικής του Ανδρέα στο Βοσνιακό.
Είναι αλήθεια ότι στις ΗΠΑ, αλλά και στη Δύση γενικότερα, οι κυβερνήσεις στην αρχή είχαν κάθε διάθεση να αφήσουν τον Μιλόσεβιτς στο όνομα της σταθερότητας να υλοποιήσει το πρόγραμμα του για μια Σέρβικη Γιουγκοσλαβία. Όταν όμως τα ΜΜΕ των διάφορων δυτικών χωρών (ιδιαίτερα των ΗΠΑ) άρχισαν να μεταδίδουν ειδήσεις για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τις εθνικές εκκαθαρίσεις και τα εγκλήματα τα οποία διέπρατταν οι Σέρβοι παρακρατικοί ευαισθητοποιήθηκε η κοινή γνώμη και λειτούργησε η Κοινωνία των Πολιτών. Οι κυβερνήσεις αναγκάσθηκαν να αλλάξουν πολιτική υπό την πίεση των πολιτών. Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ μια τέτοια κριτική από τα ΜΜΕ και συνεπώς και οι κυβερνήσεις δεν είχαν κανένα απολύτως λόγο να αλλάξουν την πολιτική τους.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 11.5.2003