Τα δελτία «ειδήσεων» μετατρέπουν την μεγάλη γιορτή του Δεκαπενταυγούστου σε μια πρώτης τάξεως εμποροπανήγυρη.
Xρόνο με τον χρόνο και υπό το διαστρεβλωτικό μάτι της τηλεοπτικής κάμερας η μεγάλη γιορτή του Δεκαπενταυγούστου μετατρέπεται σε μια πρώτης τάξεως εμποροπανήγυρη. Δεν εννοούμε μόνο τα τραπεζάκια έξωθεν των ναών, τα τσικνισμένα σουβλάκια και το «μαλλί της γριάς», αλλά όσα πωλούνται εντός των ναών. Οι πολιτικοί έχουν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να δείξουν στο πανελλήνιο την ευλάβειά τους, ο Aρχιεπίσκοπος την ευσυγκίνητη πλευρά της προσωπικότητάς του (δάκρυσε για πολλοστή φορά μπροστά στις κάμερες) και τα κανάλια αναδεικνύουν αναρίθμητα «θαύματα της Παναγιάς». Σε ένα μόνο ωριαίο τηλεοπτικό δελτίο, προχθές, μετρήσαμε περισσότερα θαύματα απ’ όσα αναφέρουν και οι τέσσερις ευαγγελιστές στην Καινή Διαθήκη. Ο τηλεοπτικός μπαχτσές είχε απ’ όλα: τυφλούς που είδαν το φως τους, χωλούς που περπάτησαν, ασθενείς που έγιαναν. Μόνο αναστάσεις εκ νεκρών δεν αναφέρθηκαν, αλλά έτσι που πάει ο τηλεοπτικός ανταγωνισμός κάποιος θα το σκεφθεί για τον επόμενο Δεκαπενταύγουστο.
Υποτίθεται ότι το μισό και σημαντικότερο κομμάτι της δημοσιογραφίας είναι η διασταύρωση των ειδήσεων. «Νέο» που δεν μπορεί να διασταυρωθεί δεν είναι προς δημοσιοποίηση. Μάλιστα, όσο πιο εξωπραγματική ακούγεται μια είδηση, τόσο πιο ενδελεχής πρέπει να είναι η διασταύρωση, για την προστασία του κύρους και των δημοσιογράφων, αλλά και των Μέσων όπου αυτοί εργάζονται.
Για παράδειγμα: Οποιοσδήποτε «δημοσιογράφος» μπορεί να βρει κάποιον που θα του μιλήσει για ή την απαγωγή του από εξωγήινους. Και πολλοί το κάνουν: υπάρχουν αμερικανικά «ταμπλόιντ» (πωλούνται στα σούπερ μάρκετ) τα οποία έχουν ως μοναδικό θέμα τις στενές επαφές τρίτου τύπου. Αυτή δεν θεωρείται δημοσιογραφία, είναι μυθοπλασία – άσχετα αν όσοι διηγούνται το συναπάντημά με τα πράσινα ανθρωπάκια πιστεύουν ακράδαντα ότι είδαν τους ιπτάμενους δίσκους να κατεβαίνουν στο χωράφι τους. Η σοβαρή δημοσιογραφία προσπερνά αυτές τις «ειδήσεις», τις αφήνει να γίνουν «X-files».
Ποιος όμως έχασε τη σοβαρότητά του για να τη βρει η ελληνική τηλεοπτική δημοσιογραφία; Οι επιτελείς των καναλιών δεν ψάχνουν πλέον για ειδήσεις, απλώς κυνηγούν καλό βαθμό από την AGB. Ετσι, για να θυμηθούμε και τα παλιότερα, «αποκαλύπτει» ότι παιδιά απήχθησαν σε σούπερ μάρκετ, εταιρείες που πουλούν κλουβιά για μωρά, σκηνώματα μοναχών που δεν έλιωσαν (αλήθεια: τι απέγινε αυτό το «θαύμα»;), για να μην πάμε και στα σοβαρότερα, που είναι η κάλυψη πολέμων και κρίσεων. Στο πλαίσιο αυτής της εντυπωσιοθηρίας ενέταξαν κατ’ έτος και τα «θαύματα της Παναγιάς». Εκμεταλλεύονται την πίστη των απλών ανθρώπων για να πουλήσουν τηλεοπτικό σόου, μετατρέπουν μια μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης σε δεισιδαιμονικό παζάρι. Ο,τι κάποτε κυκλοφορούσε από στόμα σε στόμα ως αστικός μύθος, το μετατρέπουν πλέον πρώτη είδηση στο δελτίο – το οποίο κατ’ ευφημισμόν πλέον συνοδεύεται από τον όρο «ειδήσεων»).
Το κάνουν μάλιστα ανεμπόδιστα. Ούτε οι Ενώσεις Συντακτών παρεμβαίνουν για την κατάφωρη παραβίαση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, αλλά ούτε και η επίσημη Εκκλησία, η οποία έχει εξαιρετικά αυστηρούς κανόνες για την ανακήρυξη κάποιου φαινομένου ως θαύμα. Αν θυμηθούμε μάλιστα και τη στάση που κράτησε η Ιερά Σύνοδος στην υπόθεση του «σκηνώματος» στη Φθιώτιδα, η επίσημη Εκκλησία μάλλον ενισχύει την περιρρέουσα τηλεοπτική δεισιδαιμονία.
Δεν γνωρίζουμε αν γίνονται θαύματα στην εποχή μας. Σίγουρα δεν γίνονται τόσα, όσα μας αραδιάζουν τα δελτία ειδήσεων. Το ανησυχητικό είναι πως όλη αυτή η θαυματογονία περνά ασχολίαστη. Θεωρείται πλέον κάτι σαν φυσικό φαινόμενο: τα κανάλια μεταδίδουν την είδηση ενός «θαύματος», όπως θα μετέδιδαν έναν σεισμό στην Καλιφόρνια ή μια πλημμύρα στις Φιλιππίνες. Οι ρεπόρτερ δεν έχουν καν τη λιγωμένη φωνή που συνοδεύει τις «ειδήσεις» σχετικά με τον πόλεμο στον Λίβανο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.8.2006