Η συντηρητική αντίδραση ποτέ δεν σέβεται τη Δημοκρατία. Μήπως δεν είναι η δημοκρατία, έτσι κι αλλιώς, προϊόν της Γαλλικής Επανάστασης και του «άθεου Διαφωτισμού»;
John Weiss, «Συντηρητισμός και Ριζοσπαστική Δεξιά. Παραδοσιοκρατία, αντίδραση και αντεπανάσταση στην Ευρώπη 1770-1945», Εκδόσεις Θύραθεν, 2009
Η αλήθεια είναι ότι μπορείς να είσαι προοδευτικός με πολλούς τρόπους, αλλά συντηρητικός μόνο με ένα. Η συνταγή είναι απλή. Χρειάζεται κατ’ αρχήν ο εκφοβισμός για κάθε νεωτερισμό. Ο εκφοβισμός συνοδεύεται από τη διόγκωση των προβλημάτων που αναγκαστικά αυτός επιφέρει. Κανένας καινούργιος θεσμός, καμιά νέα τεχνολογία δεν είναι καθ’ ολοκληρία αγαθή· στην αρχή τουλάχιστον τα προβλήματα είναι πάντα περισσότερα από τα οφέλη που φέρνει. Δεύτερον απαιτείται μια καλή δόση νοσταλγίας για το παρελθόν, το οποίο παρουσιάζεται «αρμονικό», «γλυκό» και προπαντός «σαφές», σε σχέση με την ανακατωσούρα που οι νεωτερισμοί επιφέρουν. Τρίτον: επειδή οι νεωτερισμοί στην ιστορία πάντα ενέχουν το αίτημα της βελτίωσης των υλικών συνθηκών προστίθεται η ρητορεία κατά του «οικονομισμού που κατατρώγει την αγνή ψυχή των πολιτών» και ο θρήνος για τη «χαμένη πνευματικότητα του κόσμου». Τέταρτον: χρειάζεται πάντοτε ένας εχθρός που βυσσοδομεί στο παρασκήνιο εναντίον της κοινωνικής ευταξίας. Αν δεν είναι εξωτερικός μπορεί να είναι εσωτερικός. Οι αστοί, οι κομμουνιστές, οι μετανάστες, οι Εβραίοι ταιριάζουν στον ρόλο του «εσωτερικού εχθρού». Κι αν όλα αυτά δεν πείθουν επιστρατεύεται ο Θεός. Αυτός εξάλλου δεν δημιούργησε την κοινωνική ευταξία όπως τη βιώνουμε σήμερα και διάφορα όργανα του διαβόλου (μεταρρυθμιστές, επαναστάτες, ή ακόμη χειρότερα: Εβραίοι) θέλουν να την καταλύσουν;
Η συνταγή αυτή είναι διαχρονική. Καταγράφεται με διάφορες δοσολογίες στο βιβλίο του John Weiss «Συντηρητισμός και Ριζοσπαστική Δεξιά. Παραδοσιοκρατία, αντίδραση και αντεπανάσταση στην Ευρώπη 1770-1945» (εκδόσεις Θύραθεν). Για τον Weiss η συντηρητική αντίδραση ξεκινά πριν από την Γαλλική Επανάσταση, με την αντίδραση των αριστοκρατών στη δημιουργία εθνικών κρατών που επιχειρούσαν (φυσικά για ίδιον όφελος) οι βασιλείς. Ο Ιούστος Μόζερ, ένας ξεχασμένος σήμερα συντηρητικός στοχαστής, επιχειρηματολογούσε ότι ελεώ Θεού δεν ήταν μόνο η βασιλεία, αλλά ολόκληρη η κοινωνική τάξη πραγμάτων. Σύμφωνα με τον ίδιο «οι άνθρωποι δεν θα έπρεπε αν αναζητούν τα πρότυπά τους για την κοινωνία μέσα στις αφηρημένες και εξορθολογικευμένες έννοιες των λεγόμενων καθολικών φυσικών νόμων· αντίθετα, έπρεπε να παρατηρούν τα πραγματικά δημιουργήματα, μέσα στον χρόνο, του Θεού και των ανθρώπων».
Ο βαρόνος Μοντεσκιέ με τη σειρά του, μπορεί να είναι ο πατέρας της διάκρισης των εξουσιών ήθελε όμως τα αξιώματα κληρονομικά για να ισοσταθμίσουν την εξουσία του ηγεμόνα. Ο ριζοσπάστης Εντμουντ Μπεργκ, είχε μόνο θρήνους για την παράδοση της ιπποσύνης που χάνεται και εξαπέλυσε μύδρους για τους ηγέτες της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, η οποία «είχε κυριευτεί από τους χυδαίους εκπροσώπους των “οικονομικών συμφερόντων”, που εξ επαγγέλματος ασχολούνταν μόνο με το άμεσο ιδιωτικό τους κέρδος και γι’ αυτό δεν μπορούσαν να έχουν καμία αίσθηση των συμφερόντων ολόκληρης της κοινότητας μήτε των αιώνιων αξιών του μεγάλου έθνους». Αψύς στη γραφή ο Μπεργκ φιλεύει τις πιο «χοντροκομμένες βρισιές για τους “χρηματιστές” και τους “Εβραίους τοκογλύφους”».
Κατά τον Weiss ο συντηρητισμός των νεότερων χρόνων ξεκινά ως αντίδραση των αριστοκρατών στα σχέδια των ηγεμόνων για αλλαγή των φεουδαλικών θεσμών, αλλά γρήγορα με το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης κατανοούν ότι ο επαναστατικός αστικός φιλελευθερισμός είναι ο μεγάλος εχθρός. Σύμμαχοί τους -όσο παράδοξο κι αν φαίνεται αυτό- είναι τα καθυστερημένα τμήματα του αγροτικού πληθυσμού, αλλά και οι συντεχνίες, αφού «η ελεύθερη επιχείρηση των αστών ήταν απειλή για τους ειδικευμένους εργάτες… οι κλωστοϋφαντουργοί και άλλοι τεχνίτες είχαν εξεγερθεί εναντίον της εισαγωγής των νέων μηχανών, που καθιστούσαν τις δικές τους δεξιότητες -αποκτημένες με σκληρό αγώνα- παρωχημένες και την απασχόλησή τους αντιοικονομική». Η ελεύθερη αγορά κατέστρεφε ολόκληρες τάξεις ανθρώπων, άλλαζε τους όρους παραγωγής και συνεπώς τις κοινωνικές ιεραρχίες.
Η εξαγωγή της επανάστασης που κάνει ο Ναπολέων Βοναπάρτης ηττάται στρατιωτικά, αλλά τα ιδανικά της Γαλλικής Επανάστασης έχουν διαδοθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη και δεν αναχαιτίζονται από τη συντηρητική «Ιερά Συμμαχία» του Μέτερνιχ. Οι χώρες επαναστατούν και η ιδεολογική αντεπανάσταση του συντηρητισμού γίνεται με το κίνημα του ρομαντισμού. Είναι η δεξιά ουτοπία, η εξιδανίκευση του μεσαιωνικού παρελθόντος «σαν κάτι το ιερό, σαν ένα λεπτοδουλεμένο και εξισορροπημένο κοινωνικό σύστημα, σαν μια εναλλακτική λύση στην ισοπέδωση που επέβαλαν οι πόλεις και η βιομηχανία (οι “μαύροι μύλοι του Σατανά”), κλιμακώνοντας τη δυσαρέσκεια απέναντι στην υλιστική κοινωνία». Ο ποιητής Νόβαλις «υμνούσε τις “υπέροχες εκείνες μέρες”, όταν η Ευρώπη δεν ήταν ένα συνονθύλευμα κρατών που πολεμούσαν μεταξύ τους, αλλά μια απέραντη πολιτική και ηθική αυτοκρατορία του πνεύματος, ταγμένη υπό την ιερή ηγεσία του Πάπα: του σοφού εκείνου, ανιδιοτελούς συμβούλου των ηγεμόνων».
Αυτό το συνονθύλευμα γλυκερών ψευδών αναπαράγεται από τη συντηρητική δεξιά σε ολόκληρη την ιστορία. Κάποιες φορές ριζοσπαστικοποιείται και σέρνει τον κόσμο σε αιματοχυσίες. Η συντηρητική αντίδραση ποτέ δεν σέβεται τη Δημοκρατία. Μήπως δεν είναι η δημοκρατία, έτσι κι αλλιώς, προϊόν της Γαλλικής Επανάστασης και του «άθεου Διαφωτισμού»; Αυτός με τη σειρά του δεν είναι το καταχθόνιο σχέδιο των αστών, των Εβραίων, των αριστερών κ.ά. (όπως ο Τζορτζ Σόρος στις μέρες μας) που στόχο έχουν την αποηθικοποίηση του ατόμου (με υλικά ανταλλάγματα) και την καταστροφή της κατεστημένης τάξης, που τόσο γλυκερά παρουσιάζεται σε κάθε συντηρητική πραγματεία.
* Τα αποσπάσματα με πλάγια γραφη είναι από το βιβλίο του John Weiss.
Μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ: Γελοιογραφία από την αμερικανική επιθεώρηση «Judge» («Δικαστής») του 1892. Η λεζάντα γράφει «Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της άνευ διακρίσεων μετανάστευσης για τον αμερικανό εργαζόμενο». Να σημειώσουμε ότι την περίοδο 1880-1900 έφτασαν στις Ηνωμένες Πολιτείες οχτώ εκατομμύρια μετανάστες. Το 1880 ζούσαν στις ΗΠΑ 50 εκατομμύρια γηγενείς «Αμερικανοί». Εκείνη την εποχή έγινε μπεστ-σέλερ το βιβλίο του αιδεσιμότατου Γιοσάια Στρονγκ με τίτλο «Η χώρα μας» (1885) στο οποίο υποστήριζε ότι η προτεσταντική αγγλοσαξωνική «ράτσα» της Βορείου Αμερικής ήταν η καθαρότερη μορφή Χριστιανισμού. Αυτή η καθαρή μορφή «μολυνόταν» από τους καθολικούς Ιρλανδούς και Ιταλούς, και τους ορθόδοξους σλάβους που δεν είχαν καμιά ελπίδα ενσωμάτωσης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 26.1.2010