Σε ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού τύπου, πρέπει πλέον να αναγράφεται πάνω από άρθρα ή συνεντεύξεις «Προσοχή, ποίηση».
Eίναι πολλοί εκείνοι που πιστεύουν ότι αναπτύξαμε τη γλώσσα για να συνεννοούμαστε. Είναι κι άλλοι που πιστεύουν το αντίθετο. Αν κοιτάξουμε τον ελληνικό δημόσιο διάλογο, μάλλον οι δεύτεροι δικαιώνονται. Διότι, είτε διά της μεταφοράς είτε διά της έμφασης ο δημόσιος λόγος κινείται στο κενό. Εχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα. Είναι απλώς λέξεις αραδιασμένες που κάνουν εντύπωση.
Αφορμή για τα παραπάνω δίνει η απόφανση του πανεπιστημιακού και ποιητή κ. Γ. Βέλτσου, ο οποίος απορρίπτει την τηλεόραση «γιατί μπροστά της η Στάζι ωχριά. Σήμερα έχουμε τον “φόβο του Μάκη” και τον “άνκορμαν των οκτώ”. Το μάτι που μας παρακολουθεί, η κάμερα-μεγάλος αδελφός που λένε και ξαναλένε, είναι η συσκευή που ενώ νομίζουμε οι αδαείς ότι εμείς την παρακολουθούμε, στην πραγματικότητα εκείνη μας παρακολουθεί: η τηλεόραση». («Ελευθεροτυπία», 18/2/2007)
Τα παραπάνω μπορεί να είναι πολύ καλή ποίηση, αλλά τι σχέση έχουν με την πραγματικότητα; Ναι, η τηλεόραση κάνει επί το πλείστον άθλια Δημοσιογραφία (το δέλτα κεφαλαίο) και ο Μάκης τις περισσότερες φορές χειρότερη. Αλλά ο «άνκορμαν των οκτώ» απέχει από τον πράκτορα της Στάζι όσο η εξουσία (μονοπώλιο άσκησης φυσικής βίας) από την «τέταρτη εξουσία».
Σε ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού Τύπου, πρέπει πλέον να αναγράφεται πάνω από άρθρα ή συνεντεύξεις «Προσοχή, ποίηση», όπως προειδοποιείται ο αναγνώστης με το «Ξένη Δημοσίευση». Κι αυτό διότι τέτοιου τύπου μεταφορές δημιουργούν πραγματικά πολιτικά γεγονότα. Κάθε λίγο και λιγάκι, κάποια ευαίσθητη ψυχή του Υπουργικού Συμβουλίου συγκινείται και ανακοινώνει μέτρα περιορισμού της ελευθερολογίας, νόμοι που εφαρμόζονται επιλεκτικά επί των αδυνάτων. Τέλος, το τσουβάλιασμα δεν διορθώνει τα (πολλά) κακά της τηλεόρασης, αλλά απενεργοποιεί και τα δημοκρατικά ανακλαστικά απέναντι σε κάποια μελλοντική «Στάζι».
Αλλο παράδειγμα: ενίσταται για το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ? Δημοτικού ο κ. Μάνος Στεφανίδης («Ελευθεροτυπία», 17/2/2007): «Διάβολε! Πρόκειται για την Ιστορία μας και για την αλήθεια της, η οποία συχνά καθιστά ακόμη και τον μύθο κρουστή πραγματικότητα. Φερ’ ειπείν γύρω από το, ιστορικά εσφαλμένο, “Κρυφό Σχολειό”, έχει αναπτυχθεί ένας κύκλος πραγματολογικών γεγονότων, ο πίνακας του Γύζη, το ποίημα του Πολέμη, τα οποία συγκροτούν αφεαυτών πλέον “ιστορία”. Εστω κι αν η αφετηρία τους είναι ένα παραμύθι. Γιατί, μερικές φορές, τα παραμύθια είναι πιο ψυχωφελή για τις ζωές των εθνών από τις γραμμικές ανορεξικές αφηγήσεις.»
Βεβαίως, και τα παραμύθια είναι ψυχωφελή στις ζωές των ανθρώπων, αλλά η ιστορία που είναι αλήθεια και ταυτοχρόνως παραμύθι, μόνο ποιητικά μπορεί να τεκμηριωθεί.
Οι μεταφορικές αποφάνσεις των διανοούμενων δεν είναι η μόνος σουρεαλιστικός λόγος που συναντάμε στον ελληνικό δημόσιο διάλογο. Οι εβδομήντα περίπου σπουδαστές του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης που επί τρίωρο κλείδωσαν στα γραφεία τους τον πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου της σχολής (επειδή οι τελευταίοι λόγω των καταλήψεων περιέκοψαν μια εξεταστική) φώναζαν το σύνθημα «η τρομοκρατία δεν θα περάσει»! Εξάλλου υπάρχει καλύτερη ποιητική συλλογή από τα συνθήματα που ακούγονται σε κάθε πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο; Μετά το «Πτυχία για δουλειά και όχι ανεργία» ακολουθεί το «Οχι στη σύνδεση Πανεπιστημίου-Αγοράς εργασίας».
Να μην παρεξηγηθούμε: καλή είναι η ποίηση και ψυχωφελής. Οταν συζητάμε όμως για πραγματικά ζητήματα πρέπει να υπάρχει μια πραγματολογική βάση. Αλλιώς κάνουμε διαγωνισμό καλής χρήσης της γλώσσας. Χρήσιμο είναι κι αυτό, αλλά λύσεις δεν βρίσκει. Εξάλλου για την ποίηση και τις παρομοιώσεις υπάρχουν μια σειρά λογοτεχνικά στέκια. Στα οποία υπονοείται το «Προσοχή, ποίηση»…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 22.2.2007