Οι βουλευτές δεν μπορούν και δεν πρέπει να συνδιοικούν τράπεζες ή επιχειρήσεις κοινής ωφελείας. Οι εθνικοί ή κοινωνικοί στόχοι πρέπει να εξυπηρετούνται αποκλειστικά από τον προϋπολογισμό.
Πράγματι, υπάρχει θεσμικό θέμα με την άρνηση του διοικητή της Εθνικής Τράπεζας κ. Τ. Αράπογλου να πάει στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, για να ενημερώσει σχετικά με την εξαγορά της τουρκικής «Finansbank». Μόνο που το θέμα αυτό είναι αντίστροφο του τρόπου που το έθεσαν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ. Εχει να κάνει με το πώς βλέπουν οι εθνοπατέρες τις επιχειρήσεις, στις οποίες έχει μικρή ή μεγάλη συμμετοχή το Δημόσιο.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που μετέχουν στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής κάλεσαν στις 13 Απριλίου τον κ. Αράπογλου να λογοδοτήσει για μια επιχειρηματική απόφαση που έλαβε. Ο διοικητής της μεγαλύτερης τράπεζας απέστειλε επιστολή με την οποία επιχειρηματολόγησε ότι «η Εθνική Τράπεζα δεν υπάγεται στον δημόσιο τομέα και η δραστηριότητά της δεν άπτεται του κυβερνητικού έργου. Υπόκειται μόνο στον έλεγχο των μετόχων της και των αρμόδιων εποπτικών αρχών». Εξηγώντας δε τη στάση του, επισήμανε ότι τυχόν προσέλευσή του στη Βουλή θα συνιστούσε «παραβίαση των υποχρεώσεων προς τους μετόχους και πληροφόρηση επί εταιρικών θεμάτων εκτός γενικής συνέλευσης».
Ορθά τα επιχειρήματα, αλλά ας πάμε μακρύτερα. Εάν η Εθνική Τράπεζα ανήκε καθ’ ολοκληρία στο Δημόσιο, όφειλε ο διοικητής της να πάει στην επιτροπή και να καταθέσει για μια επιχειρηματική απόφαση;
Σε κάθε συζήτηση για την κακοδαιμονία των δημόσιων επιχειρήσεων προβάλλεται και από το ΠΑΣΟΚ το επιχείρημα ότι αυτές βουλιάζουν επειδή δεν τις αφήνουν να λειτουργήσουν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Αυτό είναι αληθές, αλλά αντίθετα με την επικρατούσα οπτική, η ιδιωτικοοικονομική διαχείριση δεν αφορά μόνο τις αθρόες προσλήψεις ή τις σπατάλες που ΔΕΚΟ και κρατικές τράπεζες έκαναν και ελπίζουμε να σταμάτησαν σήμερα. Η κακοδαιμονία οφείλεται στο γεγονός ότι οι στόχοι τους δεν ήταν ποτέ αμιγώς επιχειρηματικοί. Αφ’ ενός φορτωνόταν το κόστος άλλων ευγενών ή μη σκοπών, όπως είναι κοινωνικές ή εθνικές πολιτικές, και αφ’ ετέρου ποτέ δεν υπήρχε μια συγκεκριμένη ιεραρχία που να λαμβάνει αποφάσεις, ώστε να επωμίζεται το κόστος ή το όφελος αυτών των αποφάσεων.
Με άλλα λόγια, δεν ξέρουμε σήμερα πόσα από τα χρέη, π.χ. της Ολυμπιακής, οφείλονται στην κακοδιοίκησή της και πόσα στο γεγονός ότι επιτελούσε «εθνικό έργο» πετώντας στα απομακρυσμένα νησιά του Αιγαίου. Δεν ξέρουμε επίσης αν για τα χρέη της ευθύνονται οι προηγούμενοι διοικητές της εταιρείας ή οι υπουργοί. Μέσα στο μείγμα επιχειρηματικών, κοινωνικών και εθνικών στρατηγικών άπαντες μπορούν να μεταθέσουν τις ευθύνες στους άλλους. Οι πολιτικοί στους διοικητές και οι διοικητές στους πολιτικούς.
Για να φτάσουμε λοιπόν στα σημερινά, η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας πήρε μια επιχειρηματική απόφαση. Καλή, κακή, θα φανεί στο μέλλον. Γι’ αυτή θα λογοδοτήσει στους μετόχους της εταιρείας, εις εκ των οποίων είναι το ελληνικό Δημόσιο. Ο μέτοχος αυτός εκπροσωπείται από το υπουργείο Οικονομικών. Αν λοιπόν οι βουλευτές θέλουν να ελέγξουν κάποιον σχετικά με την Εθνική, νομιμοποιούνται να καλέσουν μόνο τον κ. Γιώργο Αλογοσκούφη. Και όχι για τη συμφωνία εξαγοράς της τουρκικής τράπεζας καθ’ αυτή, αλλά για το αν διασφαλίζονται τα συμφέροντα των κοινόκτητων μετοχών μας.
Η διαφορά φαντάζει λεπτή μα δεν είναι. Εχει να κάνει με το γεγονός ότι το πολιτικό προσωπικό οφείλει να αντιληφθεί ένα απλό πράγμα: δεν μπορεί να συνδιοικεί τις επιχειρήσεις στις οποίες συμμετέχει το Δημόσιο, ακόμη και αν αυτή η συμμετοχή φτάνει το 100%. Το ελληνικό Δημόσιο οφείλει να συμπεριφέρεται όπως κάθε επενδυτής. Να προσλαμβάνει ένα μάνατζερ για να του κάνει τη δουλειά και μετά να τον αφήνει να δουλέψει. Αν τα αποτελέσματά του δεν είναι ικανοποιητικά πρέπει να κάνει ό,τι και οι υπόλοιποι κεφαλαιοκράτες. Τον απολύει ή στην περίπτωση που δεν μπορεί (επειδή έχει μειοψηφικό ποσοστό) πουλάει το μερίδιό του. Αυτό που πρέπει πάση θυσία να αποφευχθεί είναι η πολυαρχία στις επιχειρήσεις, διότι αφ’ ενός έτσι εξασφαλίζουμε ότι δεν θα διοικηθούν ορθά και αφ’ ετέρου θα ψάχνουμε γιατί προκύπτουν διαρκώς χρέη.
Κυβέρνηση και αντιπολίτευση πρέπει να κατανοήσουν αυτό που χρόνια προπαγανδίζουν. Η κακοδαιμονία των κρατικών επιχειρήσεων οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει διασαφηνισθεί ο χαρακτήρας τους. Ή θα λειτουργήσουν ως ιδιωτικές φροντίζοντας για κέρδη ή ως κρατικές ελπίζοντας σε λίγα χρέη.
Οι βουλευτές δεν μπορούν και δεν πρέπει να συνδιοικούν τράπεζες ή επιχειρήσεις κοινής ωφελείας. Οι εθνικοί ή κοινωνικοί στόχοι πρέπει να εξυπηρετούνται αποκλειστικά από τον προϋπολογισμό. Η κλήση του κ. Αράπογλου στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων ήταν μια απόπειρα συνδιοίκησης και ορθώς αποφεύχθηκε.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 7.5.2006