Οι εξειδικευμένες επιχειρήσεις σίτισης, καθαριότητας κ.λπ. επιτυγχάνουν οικονομίες κλίμακας και σίγουρα έχουν καλύτερα αποτελέσματα από το να προσλάβει το ΑΠΘ καθαρίστριες, μάγειρες, ελαιοχρωματιστές ή υδραυλικούς.
Δικαιολογημένα οργισθήκαμε όλοι με την απόπειρα δολοφονίας της κ. Κωνσταντίνας Κούνεβα. Ηταν ένα έγκλημα πρωτόγνωρο στην εκτέλεση, αλλά και μια πράξη που θύμιζε την εποχή του πρώιμου καπιταλισμού, τότε που οι εργοδότες έβαζαν μπράβους για να «τακτοποιήσουν» ενοχλητικούς εργαζόμενους.
Ορθώς ολόκληρη η ελληνική κοινωνία στηλίτευσε την αδιαφορία των διωκτικών αρχών, καθώς και τις διαρροές περί «προσωπικής υπόθεσης». Η ελληνική αστυνομία δεν κατέχει ρεκόρ στις εξιχνιάσεις εγκλημάτων, αλλά και από μόνη της η αγριότητα του εγκλήματος όφειλε να ρίξει τις αρχές στο φιλότιμο: Δεν γίνονται τέτοια εγκλήματα κάθε μέρα και η αμέλεια είναι πράσινο φως σε κάθε μαφία για ακόμη αγριότερα εγκλήματα.
Από την άλλη, ορθώς αντέδρασαν πολλοί στην απόπειρα πολιτικής εκμετάλλευσης του εγκλήματος από τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν επιχειρήθηκε να πεισθεί το θύμα να ηγηθεί του ψηφοδελτίου του κόμματος στις ευρωεκλογές. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η πολιτική σπέκουλα γι’ αυτό το έγκλημα δεν λέει να τελειώσει. Με αφορμή τη φριχτή αυτή πράξη έχει ξεκινήσει η συνήθης «εργολαβία της ευαισθησίας και της προόδου». Κάθε πικραμένος με τον καπιταλισμό βάλλει κατά των επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν καθαρισμούς δημόσιων κτιρίων, ζητώντας ταυτόχρονα την επιστροφή στο παρελθόν -εκείνου των πολλών προσλήψεων στο Δημόσιο και του μηδενικού αποτελέσματος.
Τελευταίοι στον κατάλογο των «εργολάβων της ευαισθησίας» δεν είναι οι καταληψίες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, αλλά οι διδάσκοντές του. Σε ανακοίνωση του Ενιαίου Συλλόγου Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΕΣΔΕΠ) διαβάζουμε ότι η απόπειρα δολοφονίας της κ. Κούνεβα «επανέφερε εκ νέου στη δημοσιότητα τις εργολαβίες που τα πανεπιστήμια… αναθέτουν και τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, που εκτός των άλλων επιτρέπουν συνθήκες απαξίωσης των εργαζομένων και ανοίγουν τον δρόμο για την επέκταση του σύγχρονου δουλεμπορίου». Ετσι ο σύλλογος διδασκόντων ζητά από τις πρυτανικές αρχές την κατάργηση των εργολαβιών «στην καθαριότητα, στη φύλαξη, στη σίτιση, στη διοικητική υποστήριξη κ.ά.» και την αντικατάστασή τους «με προσλήψεις υπό το καθεστώς μόνιμης, σταθερής και αξιοπρεπούς εργασίας»· δηλαδή, δημοσιοϋπαλληλίας, αφού στην Ελλάδα «μόνιμη, σταθερή και αξιοπρεπής εργασία» θεωρείται μόνο εκείνη του δημοσίου υπαλλήλου.
Να μην παρεξηγηθούμε: είναι θλιβερό το γεγονός ότι παραβιάζεται η εργατική νομοθεσία από κάποιες ή πιθανώς όλες τις επιχειρήσεις στον τομέα της καθαριότητας. Είναι φριχτό αν αποδειχθεί ότι κάποιοι εργοδότες έφτασαν στην ηθική αυτουργία αυτής της φριχτής απόπειρας. Η παραβίαση όμως της εργατικής και της ποινικής νομοθεσίας είναι ένα θέμα που πρέπει οι αρχές να πατάξουν και ο καταμερισμός της εργασίας σε μια οικονομία είναι ένα δεύτερο θέμα. Παρά τις βαριές κουβέντες περί «σύγχρονου δουλεμπορίου» που χρησιμοποιούν οι εργολάβοι της ευαισθησίας, η μέθοδος outsourcing είναι μια συνήθης πρακτική σε όλο τον κόσμο. Οι εξειδικευμένες επιχειρήσεις σίτισης, καθαριότητας κ.λπ. επιτυγχάνουν οικονομίες κλίμακας και σίγουρα έχουν καλύτερα αποτελέσματα από το να προσλάβει το ΑΠΘ καθαρίστριες, μάγειρες, ελαιοχρωματιστές ή υδραυλικούς. Εξάλλου καταμερισμός της εργασίας υπήρχε μέχρι και στα κομμουνιστικά καθεστώτα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 31.3.2009