Πρέπει να ξαναδούμε την αγορά εργασίας από την αρχή. Η εμμονή σε δόγματα που είναι νεκρά γράμματα δεν βοηθάει καν τους εργαζομένους.
«Δεν θα αφήσουμε κανένα περιθώριο ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων διά μέσου του ωραρίου» διαμήνυσε μέσω κυριακάτικης συνέντευξης ο μουσάτος πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, Σπύρος Παπασπύρος («Κυριακάτικη Αυγή» 2.10.2004). Πράγματι, δεν είναι εύκολη η ελαστικοποίηση του ωραρίου στις δημόσιες υπηρεσίες, αφού οι ίδιοι οι εργαζόμενοι το περιφρουρούν δρακόντεια. Εξυπηρετηθήκατε ποτέ σε δημόσια υπηρεσία στις 2.01 μ.μ.; Ποτέ. Αντιθέτως, σε πολλές περιπτώσεις, το ωράριο ελαστικοποιείται αντιστρόφως. Έχετε πάει να εξυπηρετηθείτε σε δημόσια υπηρεσία στις 1.55 μ.μ.; Στις δύο παρά δέκα;
Σε έναν ιδανικό κόσμο (σαν αυτό που φτιάξαμε στο Δημόσιο) η εργασία δεν λογίζεται αναλόγως των αποτελεσμάτων που παράγει. Κανείς δημόσιος υπάλληλος δεν κρίνεται με βάση τον αριθμό των υποθέσεων που διεκπεραιώνει ούτε με βάση τον αριθμό των πολιτών που εξυπηρετεί. Καλός δημόσιος υπάλληλος είναι αυτός που χτυπάει κάρτα στην ώρα του και φεύγει στην ώρα του. Ούτε λεπτό πριν. Δεν κρίνεται τι κάνει στο μεταξύ. Οπότε κάθε συζήτηση περί ελαστικοποίησης του ωραρίου τους είναι από χέρι εξοβελιστέα.
Δεν έχει νόημα να συζητείς στο Δημόσιο το γεγονός ότι υπάρχουν πολίτες που θέλουν εξυπηρέτηση μετά τις 2.00 μ.μ. ή τις 3.00 μ.μ., διότι η εξυπηρέτηση των πολιτών δεν ήταν ποτέ στις προτεραιότητες του Δημοσίου. Πρώτος και κύριος στόχος όλου αυτού του γιγάντιου μηχανισμού είναι η εξυπηρέτηση των υπαλλήλων του. Πώς θα πάρουν τα παιδιά τους την ώρα που πρέπει από το σχολείο (έχουν δεν έχουν παιδιά), πώς θα διαμορφωθούν οι συνθήκες της ήσσονος προσπάθειας. Η έννοια της παραγωγικότητας εξοβελίστηκε ως εντατικοποίηση εργασίας, η ποιοτική μέτρηση της εργασίας καταδικάστηκε ως νεοφιλελεύθερη και το μόνο που απομένει για τη στοιχειώδη λειτουργία του δημόσιου τομέα είναι η συνταγματική επιταγή περί «πατριωτισμού των Ελλήνων». Των άλλων Ελλήνων, φυσικά…
Στον ιδιωτικό τομέα, όμως, έχουμε σκιαμαχίες για την αποτροπή της ελαστικοποίησης της αγοράς εργασίας, για τον απλούστατο λόγο ότι η αγορά ελαστικοποιείται ταχύτατα. Όχι θεσμικά, αλλά πραγματικά. Οι απλήρωτες υπερωρίες είναι ο κανόνας στις μεγάλες επιχειρήσεις, η μαύρη υπερεργασία υπάρχει σε κάθε χωράφι της ελληνικής υπαίθρου, σε κάθε οικοδόμημα της ελληνικής επικράτειας. Κακά τα ψέματα. Η μετανάστευση καταρχήν και η κατάσταση στον ιδιωτικό τομέα ελαστικοποίησε τόσο την αγορά εργασίας, ώστε έμειναν κάποιοι νόμοι νεκρά γράμματα για να υπερασπίζεται ο κ. Πολυζωγόπουλος. Όλοι γνωρίζουμε τι γίνεται σε περιόδους ύφεσης της οικονομίας. Η αγορά (ή μαρξιστικά: Ο «εφεδρικός στρατός εργασίας») θα ελαστικοποιήσει παράτυπα και παράνομα όλες τις εργασιακές σχέσεις. Και στην Ελλάδα, που πατώνει κάθε χρόνο στις επενδύσεις, ο «εφεδρικός στρατός» γίνεται κάθε χρόνο και μεγαλύτερος.
Η αγορά δεν είναι τίποτε απ’ όσα δαιμονοποιεί η Αριστερά. Είμαστε όλοι εμείς που θα προτιμήσουμε το μετανάστη να φτιάξει τη μάντρα στο χωριό, επειδή θα δουλέψει αμισθί μερικές ώρες παραπάνω. Είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας, οι λατρευτοί μας μικρομεσαίοι, που (πώς να ανταγωνιστεί τους Κινέζους;) θα υποχρεώσουν τους εργάτες να δουλεύουν πλήρες ωράριο, ενώ τους πληρώνουν για μερική απασχόληση.
Πρέπει να ξαναδούμε την αγορά εργασίας από την αρχή. Η εμμονή σε δόγματα που είναι νεκρά γράμματα δεν βοηθάει καν τους εργαζομένους. Ακόμη και χωρίς τον εξωτερικό ανταγωνισμό, στην Ελλάδα των άκαμπτων κανόνων οι επιχειρηματίες που θέλουν να είναι νόμιμοι θα κλείσουν, ακριβώς επειδή όλοι οι εσωτερικοί ανταγωνιστές τους εκμεταλλεύονται το χάος των πολλών και αυστηρών νομοθετημάτων.
Το κλειδί για να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος είναι η ανάπτυξη. Να βρεθούμε στη θέση που οι εργοδότες θα ανταγωνίζονται για την πρόσληψη εργαζομένων και όχι οι εργαζόμενοι για μια θέση εργασίας. Για να επιτευχθεί, όμως, ανάπτυξη πρέπει να ξεφύγουμε από τα άκαμπτα πλαίσια του παρελθόντος…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 4.10.2005