Η αγορά λείπει από τον κλάδο των μεταφορών. Το επάγγελμα είναι κλειστό. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς να έχουμε ακριβές μεταφορές, είναι να μην έχουμε καθόλου βενζίνη.
Αυτή τη στιγμή, η Ελλάδα ξέμεινε από βενζίνη, αφού οι έχοντες βυτιοφόρα δημόσιας χρήσης διαφωνούν με τον υπουργό Μεταφορών για την αύξηση της τιμής των κομίστρων. Η κυβέρνηση δίνει 5% και οι βυτιοφορείς (φέρνοντας στοιχεία για την αύξηση της τιμής των καυσίμων) ζητούν 13%. Και τα δύο ποσοστά είναι αυθαίρετα διότι κανείς δεν ξέρει ποια είναι η δίκαιη τιμή των κομίστρων. Μπορεί να είναι 5%, μπορεί 3% και 20%. Ο μόνος τρόπος για να μάθουμε θα ήταν το καθημερινό δημοψήφισμα στην αγορά, όπου οι πρατηριούχοι θα επέλεγαν τον μεταφορέα τους.
Η αγορά, όμως, λείπει από τον κλάδο των μεταφορών. Το επάγγελμα είναι κλειστό, κατάλοιπο προφανώς της εποχής που το κράτος ήθελε να τα ελέγχει όλα. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς να έχουμε ακριβές μεταφορές, είναι να μην έχουμε καθόλου βενζίνη. Εκτός αυτού προστέθηκε ένας ακόμη πονοκέφαλος για την κυβέρνηση, στους πολλούς που έχει και αφορούν την καθημερινότητα. Ενα οικονομικό πρόβλημα, που θα απασχολούσε πρατηριούχους και βυτιοφορείς, μεταμορφώθηκε αυτόματα σε πολιτικό.
Κι όμως από πέρυσι το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) προειδοποιούσε ότι «ότι το σημερινό θεσμικό πλαίσιο λειτουργεί ανασταλτικά στην ανάπτυξη του κλάδου, ενώ αποθαρρύνει την ανανέωση του στόλου των βαρέων οχημάτων με δυσμενείς επιπτώσεις στην οδική ασφάλεια, αλλά και το Περιβάλλον.» Το γεγονός ότι το επάγγελμα των μεταφορέων παραμένει κλειστό δεν δημιουργεί μόνο μια δευτερογενή και μαύρη αγορά αδειών, διογκώνει και το κόστος των μεταφορών. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, «η εφαρμογή περιοριστικών πολιτικών στην εγχώρια αγορά (στη μόνη της Ε.Ε. που ισχύουν) δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από αυτά που προσπάθησε να επιλύσει και λιγότερα οφέλη απ’ ότι κόστη, υποβαθμίζοντας τον κλάδο που υποτίθεται ότι προστάτευε και επιβαρύνοντας την εθνική οικονομία.» Η σταδιακή και πλήρης απελευθέρωση της αγοράς των μεταφορών οδηγεί σε υποχώρηση των κομίστρων (1,5%-2,5% ετησίως), υποχώρηση του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή κατά 0,2-0,3 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως, ενίσχυση της απασχόλησης (2%-4% ετησίως), ενίσχυση της παραγωγικότητας (1,5%-2,5% ετησίως). Και κυρίως: σήμερα θα είχαμε βενζίνη…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 13.5.2008